Εκείνη θα μείνει ημι-ανάπηρη, εκείνος θα αποκτήσει πρόβλημα πρόσκαιρης αμνησίας, και το αρχικό πνεύμα της ευφορίας και της γλυκιάς αναμονής που ένωσε το ζευγάρι θα αντικατασταθεί από μια προβληματική συμβίωση.

Το τρίο των σκηνοθετών αγαπάει το βουβό σινεμά σε βαθμό κακουργήματος. Αναφέρεται στον Λόιντ και τον Τατί, αλλά και στο ξερό χιούμορ του Καουρισμάκι, με μια ιδιοσυγκρασία που επιθυμεί να ξεπεράσει τα λόγια για να καταφέρει ένα ιλαροτραγικό αποτέλεσμα. Οι εκπλήξεις στην αφήγηση δεν είναι πολλές και σίγουρα όχι τόσο αστείες όσο φαντάζονται, και μετά από το πρώτο μισάωρο, η ταινία γίνεται ένα τεστ παραδοξότητας, μια άσκηση, ομολογουμένως πειθαρχημένη και συγκεντρωμένη, αλλά ανούσια και φλύαρη. Η Ρούμπα πήρε το βραβείο κοινού στις Νύχτες Πρεμιέρας, κάτι που σημαίνει πως άγγιξε τον κόσμο που θέλει ένα διαφορετικό σινεμά, ωστόσο η δραματική της αποσύνδεση από το περιεχόμενο μάς κάνει να μιλάμε μόνο για ύφος και συμπάθεια, παρά για πραγματική ταινία που φέρει σε πέρας τις όποιες προθέσεις της.