Ο βίαιος και άδικος αποχωρισμός δυο αδελφών είναι η κεντρική αφηγηματική γραμμή της ωδής του Βραζιλιάνου σκηνοθέτη Καρίμ Αϊνούζ στις καταπιεσμένες γυναίκες, με φόντο το Ρίο ντε Τζανέιρο του '50. Η Γκίντα ακολουθεί έναν Έλληνα ναύτη στην Αθήνα, μένει έγκυος και επιστρέφει ντροπιασμένη στο σπίτι της, αντιμετωπίζοντας τον εχθρικό πατέρα που την αποκληρώνει με συνοπτικές διαδικασίες και μπόλικη εκδικητικότητα.

 

Η αδελφή της, η Ευρυδίκη, έχει παντρευτεί έναν αδιάφορο, ανώριμο άνδρα, ο οποίος βλέπει το σεξ σαν ένα κτηνώδες παιχνίδι κι εκείνη αποφεύγει, μάταια, να κάνει παιδί μαζί του. Το μεγάλο της όνειρο, να κάνει καριέρα ως πιανίστα, μένει μετέωρο και, τιμώντας το όνομά της και τον μύθο του Ορφέα, η μουσική αποτυγχάνει να τη σώσει.

 

Η κατάβαση στην κόλαση σε αυτό το τροπικό μελόδραμα, όπως το περιγράφει ο Αϊνούζ, δεν προκύπτει με απότομες πτώσεις και ακραία περιστατικά αλλά συμβαίνει μέσα από έναν μελαγχολικό παραλληλισμό: είναι σαν οι κάποτε αχώριστες αδελφές να παρακολουθούν διαισθητικά τις ραγισμένες ζωές τους σε μια ταινία saudade ατμόσφαιρας και στέρεων ερμηνειών.

 

Η Γκίντα και η Ευρυδίκη μένουν πολύ κοντά για να μη συναντηθούν ποτέ και σε ένα εστιατόριο ο Αϊνούζ στήνει σασπένς με την προσμονή και την ειρωνεία στη μοναδική σκηνή όπου το δράμα παραχωρεί τη θέση του σε υπαινιγμό μελοδράματος. Σε ένα απρόσμενο flash forward, η σπουδαία Φερνάντα Μοντενέγκρο (Κεντρικός Σταθμός), στα 90 της χρόνια, μας ξεναγεί σε μια συμπυκνωμένη αναδρομή με λίγα λόγια και τις απολύτως απαραίτητες εκφράσεις ‒ μια υπέροχη σεκάνς επιλόγου, απολύτως σύμμετρη με τη διάρκεια και τους ρυθμούς της ταινίας.