Στο πνεύμα του Στιγκ Λάρσον, που έπλασε την εναλλακτική cyber-hacker ηρωίδα Λίζμπεθ Σαλάντερ, η επανεκκίνηση της γυναίκας με το τατουάζ μετασχηματίζεται σε μια θεαματικότερη, πιο κινηματογραφική περιπέτεια, χωρίς να ξεχνά το υπαρξιακό Angst που εξακολουθεί να τροφοδοτεί με χολερικό θυμό και κυκλοθυμική ενέργεια την αγγλόφωνη περίοδο αυτού του πολύ σκανδιναβικού νουάρ.

 

Φτιαγμένο με χαμηλότερο προϋπολογισμό σε σχέση με το προηγούμενο «επεισόδιο» του Ντέιβιντ Φίντσερ (ο οποίος παραμένει στα credits, ως παραγωγός), το Κορίτσι στον ιστό της αράχνης δεν φαίνεται καθόλου φτηνό, καθώς ο Ουρουγουανός σκηνοθέτης Φέντε Άλβαρεζ στήνει μερικές εκπληκτικές σκηνές δράσεις σε παγωμένο ντεκόρ, στην πόλη και στη φύση, ωρολογιακά ενορχηστρωμένες για αποτελεσματική αγωνία, σαφώς πιο εκρηκτικές από το σχηματικό σενάριο, που σκαλώνει συχνά σε κλισέ διαλόγους και ελαφρώς ελλειμματικούς χαρακτήρες.

 

Πιο αδύναμος απ' όλους, εκείνος της αδελφής της Λίζμπεθ, η οποία, όπως παρακολουθούμε στο ξεκίνημα της ταινίας σε μια περίτεχνη σεκάνς που ξεδιπλώνεται ως εφιάλτης, αλλά αποδεικνύεται κομμάτι της πραγματικότητας, μένει πίσω στην αχανή έπαυλη, ενώ η διεκδικητική μικρότερη αδελφή της πηδάει αποφασιστικά από το ψηλό παράθυρο, αψηφώντας τον θάνατο, και κατρακυλάει σε μια χιονισμένη πλαγιά για να ξεφύγει από τον τυραννικό, διεστραμμένο πατέρα.

 

Το Κορίτσι στον ιστό της αράχνης δεν φαίνεται καθόλου φτηνό, καθώς ο Ουρουγουανός σκηνοθέτης Φέντε Άλβαρεζ στήνει μερικές εκπληκτικές σκηνές δράσεις σε παγωμένο ντεκόρ, στην πόλη και στη φύση, ωρολογιακά ενορχηστρωμένες για αποτελεσματική αγωνία.

Σημαδεμένο για πάντα, το όμορφο ξανθό θύμα εξελίσσεται σε μια σατανική αντίθεση στην κοντοκουρεμένη εκδικήτρια της νύχτας, τη διάσημη καταζητούμενη/φαντομά που δρα ως άλλος Ρομπέν των Γυναικών και που ως αυτόκλητη τιμωρός του 21ου αιώνα τοποθετείται πλέον με οργανικό τρόπο στην εμπροσθοφυλακή του φεμινιστικού ρεύματος, προσφέροντας μια ενδιαφέρουσα αλληγορία στο περιθώριο της πεζής πολιτικής ορθότητας.

 

Η ιστορία της εδώ γίνεται προσωπική, αφού εμπλέκει οικογενειακά βιώματα, αλλά το πλαίσιο αποδυναμώνεται από μια υπερβολή που θυμίζει πολύ τη διάταξη χαρακτήρων στις ταινίες του Τζέιμς Μποντ: η Σαλάντερ μπαίνει στη θέση ενός άτυπου πράκτορα που αποφεύγει παγίδες και ενέδρες οι οποίες θίγουν ποινικά και ηθικά τις προθέσεις και την αξιοπρέπειά της, ενώ οι κακοί ξεφυτρώνουν από παντού, ακόμη και από κει που δεν θα φανταζόταν πως θα την πρόδιδαν.

 

Η Κλερ Φόι προσπαθεί να προσαρμοστεί σε αγγλικά με βαρύ σουηδικό αξάν και μετά από λίγη ώρα ακούγεται φυσική, ενώ ταυτόχρονα δαμάζει με το ταλέντο της μια μονοκόμματη ηρωίδα που υπονοεί πολύ περισσότερα απ' όσα εκφράζει. Πέρα από τις ψυγαγωγικές του διαθέσεις, το Κορίτσι στον ιστό της αράχνης έχει λόγο ύπαρξης και στακάτη εκτέλεση, αν και χρειάζεται ουσιαστικότερο reboot στην προσέγγιση των χαρακτήρων.