Μια αμήχανη συνεύρεση των τάσεων της εποχής με το στίγμα που έχει αφήσει στην πoπ κουλτούρα ο Μάικλ Μάγιερς, το καινούριο Halloween μετρά ήδη σημαντικά κέρδη στις ΗΠΑ χάρη κυρίως στο δυνατό του μάρκετινγκ και την άμεση σχέση του με το φιλμ του 1978, που ως μέγεθος εξακολουθεί να μετρά.

 

Γυρισμένο τη χρυσή εποχή που μετέτρεψε το αμερικανικό slasher από περιθωριακό είδος σε ένα θέαμα για μεγάλο κοινό, το Halloween φτάνει σήμερα, 40 χρόνια αργότερα, να διαγράφει όλα τα σίκουελ που έγιναν ως τώρα, επισφραγίζοντας τον ρόλο τους ως αναγκαίου κακού, και επιχειρεί μια φιλόδοξη σύνδεση κοτσάροντας και το όνομα του Κάρπεντερ σε έναν ρόλο θεωρητικά πιο δημιουργικό από αυτόν της επιστασίας.

 

Ενώ, λοιπόν, ο Μάικλ Μάγιερς, εκτός από νεκρούς, άφησε πίσω του πληγωμένες ψυχές, κινηματογραφείται ως αυθεντικός σταρ, διαπράττοντας σκληρούς, αλλά σεμιναριακούς φόνους, και οδηγεί την ταινία σε διάσπαση προτεραιοτήτων.

 

Ο Ντέιβιντ Γκόρντον Γκριν που ανέλαβε τη σκηνοθεσία μετατοπίζει αρχικά το κέντρο βάρους στο θύμα, τη Λόρι Στροντ της Τζέιμι Λι Κέρτις, που μπορεί να μην πέθανε τη μαύρη βραδιά της πρώτης ταινίας αλλά έζησε μια ζωή γεμάτη προβλήματα υπό τον φόβο ότι ο δολοφόνος θα ξαναχτυπήσει. Η κόρη και εγγονή της είναι ένα δείγμα των προβληματικών σχέσεων που δημιούργησε, μέχρι που ξεκινά η δράση κατά τη διάρκεια της οποίας οι τρεις γυναίκες, ως μια παραλλαγή του #MeToo, θα αντιμετωπίσουν ενωμένες τον κοινό τους εφιάλτη.

 

Ενώ, λοιπόν, ο Μάικλ Μάγιερς, εκτός από νεκρούς, άφησε πίσω του πληγωμένες ψυχές, κινηματογραφείται ως αυθεντικός σταρ, διαπράττοντας σκληρούς, αλλά σεμιναριακούς φόνους, και οδηγεί την ταινία σε διάσπαση προτεραιοτήτων.

 

Στην πορεία επινοείται μια σειρά από γελοία twists (με αυτό του ψυχιάτρου του Μάγιερς να αποτελεί το ναδίρ του φιλμ) μέχρι την τελική αναμέτρηση. Γνωρίζοντας τη δύναμη του αυθεντικού, ο Γκριν το αναπλάθει στον φακό του αρκετές φορές, όμως αυτό που αποδεικνύει με την ταινία του είναι πως η εποχή μας χρειάζεται ήρωες και boogeymen εμπνευσμένους από το παρόν αντί των ανεξάντλητων επαναλήψεων.