Ο Φενγκ Ζιαογκάνγκ, ένας μετρ της κωμωδίας που τα τελευταία χρόνια έχει στραφεί και σε δράματα, αναμειγνύει σάτιρα και συγκίνηση σε μια αστεία διασταύρωση της Μαντάμ Μποβαρύ με την Κιου Τζου, δύο διαμετρικά αντίθετα παραδείγματα γυναικών στη λογοτεχνία και το σινεμά. Η Λι Ζουελιάν της ταινίας Δεν είμαι η Μαντάμ Μποβαρύ (στο ρόλο η σούπερ-σταρ Μπινγκμπινγκ Φαν που προσπαθεί να «κατέβει» ταξικά, αλλά περιορίζεται σε κλισέ), που αντιστέκεται σθεναρά στις ρομαντικές ιδεοληψίες της μοιραίας Έμα του Γκιστάβ Φλομπέρ αλλά και στις πιθανές συγκρίσεις μαζί της, σαν την επίμονη και ακούραστη Κιου Τζου από την ομώνυμη, βραβευμένη με Χρυσό Λιοντάρι στη Βενετία ταινία του Ζανγκ Γιμού από την πολύ καλή του περίοδο, διεκδικεί το δίκιο της μέχρι το πικρό, συνετό τέλος.

 

Επειδή ο σύζυγός της την κορόιδεψε και στο ενδιάμεσο στάδιο του προσυμφωνημένου, λευκού τους διαζυγίου για οικονομικούς λόγους πήγε και παντρεύτηκε την ερωμένη του, κατηγορώντας την κι από πάνω για ελευθεριότητα, και μάλιστα κατηγορώντας την για πορνεία. Όλοι την αποφεύγουν, από τους πιο άσχετους δικηγόρους μέχρι τους τοπικούς άρχοντες και τον δήμαρχο, γι' αυτό και βάζει πλώρη για τα κεντρικά, στο Πεκίνο, Με κυκλικό γεωμετρικό καδράρισμα, που παραπέμπει σε πίνακες της δυναστείας των Σονγκ (είχαν κι εκείνοι μια «αποδιοπομπαία»), η σκηνοθετική στοχοποίηση της ηρωίδας και η τοποθέτησή της μέσα σε ένα οπτικό σύμβολο αιωρούμενο ανάμεσα στη γονιμότητα και στη φαυλότητα, ανάλογα με την ερμηνεία, και πάντως περιοριστικό, όπως και οι πιθανότητες της Λι να βρει μια λύση στα προβλήματά της, είναι κάτι παραπάνω από ένα εύρημα, αλλά εξαντλείται μέσα σε δυόμισι περίπου ώρες διάρκειας.