Όντας ανάμεσα στους λίγους που δεν υποκλίθηκαν στο Είμαι ο Έρωτας, επειδή, παρά την αναμφισβήτητη γοητεία της κατασκευής του, δεν τσίμπησα στην αυθαιρεσία της ερωτικής στροφής της πρωταγωνίστριας μέσω της περίφημης...μπουκιάς, διαπιστώνω πως στο Κάτω από τον Ήλιο, οι αρετές του Λούκα Γκουαντανίνο υπερτερούν των αδυναμιών του, και μάλιστα σε μια ταινία που μοιάζει πιο ασύνδετη από την πρώτη, λόγω της πολυθεματικής δομής της και, αφού δεν το κρύβει ο ίδιος, της φιλοδοξίας του σεναρίου. Ο φορμαλιστής Γκουαντανίνο, μια περίπτωση σκηνοθέτη/σεναριογράφου που, όπως και ο Πάολο Σορεντίνο, δεν θυμίζει καθόλου τους συναδέλφους του από την Ιταλία, ξεκινάει με τη μαγιά της Πισίνας, του σέξι δράματος του Ζακ Ντερέ από το 1968, με τη φόρα του ειδυλλίου της Ρόμι Σνάϊντερ με τον Αλέν Ντελόν και την λυρική, «σαμπανταμπαντά» μουσική επένδυση του Μισέλ Λεγκράν, και προσθέτει, όχι μόνο στοιχεία, αλλά άξονες, αλλάζοντας κατά βούληση τις λεπτομέρειες της πλοκής. Πρωταγωνίστρια είναι η Μαριάν Λέϊν (Τίλντα Σουίντον), μια ροκ σταρ, που κάνει τις διακοπές της στην Παντελερία, το επιθετικά υπέροχο, ηφαιστιογενές νησάκι νοτιοδυτικά της Σικελίας, μαζί με τον φίλο της, τον φωτογράφο και κάμεραμαν Πολ (Ματίας Σκουνέρτς). Τους επισκέπτονται ο μάνατζερ της Χάρι (Ρέϊφ Φάϊνς), με τον οποίο παλιότερα η Μαριάν είχε σχέση, με την ενήλικη και σέξι κόρη του Πενέλοπι (Ντακότα Τζόνσον), καρπός μιας παλιάς του σχέσης- μια κόρη που ανακάλυψε πριν από μερικούς μήνες και προσπαθεί να γνωρίσει. Ο Γκουαντανίνο ερευνά το παρελθόν και τα μυστικά, κυρίως της πολύπλοκης διασύνδεσης ανάμεσα στην Μαριάν και τον Χάρι, με δεδομένο ότι η ροκ σταρ βρίσκεται σε αφωνία αναρρώνοντας από επέμβαση στις φωνητικές της χορδές, αλλά και μεταβατική περίοδο αναζήτησης, και ο Χάρι ανασύρει εποχές υπερβολής, κατάχρησης και κραιπάλης, αφήνοντας τον υπερκινητικό του εαυτό να δώσει ώθηση στην αδράνεια και να σπάσει τη ραστώνη. Ο Πολ ψάχνεται και ψάχνει να βρει τη θέση του σε έναν πυροδοτημένο ανταγωνισμό, επαγγελματικό και αρσενικό, ενώ η Πενέλοπι είναι ένα αυθεντικά άγραφο χαρτί, μια τυπική Αμερικανίδα στο κατώφλι της ενηλικίωσης, που κρατάει αποστάσεις και περιχαρακώνεται στο I pod της, ελεύθερη από δεσμεύσεις, αινιγματική στις λιγοστές αντιδράσεις της.

 

Εκτός από τις χιαστί σωματικές και συναισθηματικές εμπλοκές που προκύπτουν σε πρώτο, αφηγηματικό επίπεδο, ο Γκουανταντίνο βασικά πραγματεύεται τις χαμένες ψευδαισθήσεις της γενιάς του ροκ, μιας εντυπωσιακής πόζας που κρύβει εγωπάθεια και ηθική αναισθησία, βολεύοντας διακριτικά ακόμη και το προσφυγικό ζήτημα, φλέγον σε έναν απόμακρο τόπο ανάμεσα στην Ευρώπη και την Αφρική, μέσα από τα μάτια των πρωταγωνιστών. Κι επειδή η Μαριάν, ο Χάρι και η παρέα τους είναι μονίμως απασχολημένοι με τον εαυτό τους και τα πολυτελή τους προβλήματα, οι μετανάστες τοποθετούνται στο φόντο, σε ένα κελί την ώρα που ο χωροφύλακας ζητάει αυτόγραφο ενώ έχει μια σοβαρή υπόθεση να επιλύσει, ακόμη και σε μια τηλεοπτική οθόνη, την ίδια στιγμή που ο ιμπρεσάριος έχει φέρει τη σταρ του στο σπιτάκι μιας κυρίας που παρασκευάζει τέλεια τη ρικότα- ενέδωσε και πάλι στον πειρασμό της ηδονής μέσα από την γεύση. Όσοι θυμούνται τι συνέβη στην πρωτότυπη Piscine του Ντερέ, ενδεχομένως θα μαντέψουν την πορεία της πλοκής, αν και το ειδικό βάρος είναι διαφορετικό κι οι προσθήκες, άλλης απόχρωσης. Για τους υπόλοιπους, το Κάτω από τον Ήλιο απομακρύνεται αισθητά από το αναμενόμενο ψυχολογικό θρίλερ, με το συμβολικό υδάτινο επίκεντρο (που εκμεταλλεύτηκε χιτσκοκικά ο Φρανσουά Οζόν στη δική του Πισίνα, μερικά χρόνια πριν) και βαδίζει καρκινικά σε σοφιστικέ συμπεράσματα, χωρίς να σνομπάρει το fun της υπόθεσης- μια τρελοταινία με πολύ ενδιαφέρον κράμα ελέγχου και ελευθερίας...