Έξι χρόνια μετά τον θάνατο του συζύγου της, η Aμίλια (Έσι Ντέιβις) τα έχει παντελώς χαμένα. Αδυνατεί να πειθαρχήσει τον 6χρονο γιο της Σάμιουελ (Νόα Γουάιζμαν) τον οποίο, παράλληλα, της είναι εξαιρετικά δύσκολο να αγαπήσει. Στα όνειρα του Σάμιουελ πρωταγωνιστεί ένα τέρας. Ο μικρός πιστεύει πως το τέρας έρχεται για να σκοτώσει τα δυο εναπομείναντα μέλη της οικογένειας. Ένα περίεργο βιβλίο με τίτλο The Babadook εμφανίζεται μυστηριωδώς στο σπίτι τους. Ο Σάμιουελ είναι απόλυτα πεπεισμένος πως ο Babadook είναι το πλάσμα που βλέπει στα όνειρά του. Η μητέρα του στην αρχή τον αποπαίρνει, αλλά σύντομα θα αντιληφθεί πως μια απόκοσμη οντότητα, όντως, προσπαθεί να τους κυριεύσει.

Φορτωμένο με εγκώμια και τιμές, αυτό το ταπεινό θρίλερ τρόμου από την Αυστραλία, σε σκηνοθεσία της Τζένιφερ Κεντ, βασισμένο σε ταινία μικρού μήκους της ίδιας, δεν αποτελεί ρηξικέλευθη τομή στο είδος αλλά καταφέρνει να διατηρήσει έναν γερό πυρήνα αληθινών συναισθημάτων, παίζοντας με τα εργαλεία του είδους – τους ήχους, την ατμόσφαιρα και ένα μεταφυσικό πλάσμα, τον σκοτεινό Babadook που μοιάζει πολύ με τον κεντρικό χαρακτήρα στο εξπρεσιονιστικό αριστούργημα του Μεσοπολέμου, Το εργαστήρι του δόκτορος Καλιγκάρι. Το ενδιαφέρον στο Babadook, που είναι ουσιαστικά αναγραμματισμός του Bad Book, είναι η μετατόπιση του φόβου από το αποκύημα του παρεξηγήσιμα υπερκινητικού κι ευαίσθητου παιδιού που έχασε βίαια τον πατέρα του σε ένα άλλο πρόσωπο, που δεν φανερώνεται ως προβληματικό στην αρχή της ταινίας. Η αλληγορία «διαβάζεται» κανονικά αλλά και υπερβατικά, αν ο θεατής ακολουθήσει τα σημεία της πλοκής και, κυρίως, το ξεδίπλωμα του πληγωμένου ψυχισμού που σωματοποιεί τις απειλές. Το παιδικό παραμύθι, ένα ανεξήγητο, γοτθικό ανάγνωσμα από την κόλαση, λειτουργεί σαν τον διάβολο που περιμένει την πρόσκληση για να μπει για τα καλά στο σπίτι, βρίσκει έδαφος να εδραιωθεί στους εφιάλτες και δεν σταματά να εξαπλώνεται σαν καταραμένη αρρώστια ανάμεσα στην πραγματικότητα και στη φαντασία. Βασικό σε τέτοιου είδους ταινίες είναι να πείθουν οι ερμηνείες και να μην ξεφεύγει το ύφος σε περιττά εφέ και υπερβολικές δόσεις τεχνολογικής ανατριχίλας – θυμηθείτε ή, μάλλον, ξεχάστε το Gothica. Η μάνα με τον μικρό, δηλαδή η Έσι Ντέιβις με τον Νόα Γουάιζμαν, ανεβάζουν περίφημα το ποντεσιόμετρο της κλειστοφοβικής παράνοιας και η Τζένιφερ Κεντ δείχνει να ενδιαφέρεται περισσότερο για το τι σημαίνει όλο το πανηγύρι, παρά το ίδιο το show – που το τιμά, χωρίς να υπάρχει αμφιβολία...