Σαν να 'ναι οι σύγχρονοι Δον Κιχώτης και Σάντσο Πάντσα, οι Σαμ και Τζόναθαν, δύο πλανόδιοι πωλητές που εμπορεύονται ασυνήθιστα «παιχνίδια», μας μεταφέρουν σε μια καλειδοσκοπική περιπλάνηση στο ανθρώπινο πεπρωμένο. Πρόκειται για ένα ταξίδι που αποκαλύπτει την ομορφιά των απλών στιγμών, την ευτέλεια των άλλων, το χιούμορ και την τραγωδία που κρύβονται μέσα μας, το μεγαλείο της ζωής, καθώς και την απόλυτη αδυναμία της ανθρωπότητας.


Ναι, έχετε δίκιο, ο τίτλος... μοιάζει με ανέκδοτο ή ακαταλαβίστικο υλικό για παντομίμα. Ωστόσο, όταν μιλάμε για ταινία του Ρόι Άντερσον, δικαιολογείται απόλυτα. Με το βραβευμένο με Χρυσό Λιοντάρι Περιστέρι... ολοκληρώνει την τριλογία που ξεκίνησε με τα Τραγούδια του δευτέρου ορόφου και συνέχισε με το Εσείς οι ζωντανοί, στο ίδιο σουρεαλιστικό πνεύμα και στο ίδιο γλαφυρό, ιδιότυπο ύφος, με τη μορφή φαινομενικά ασύνδετης σειράς από βινιέτες, που ωστόσο ενώνονται σταδιακά, για να σχολιάσουν, σχεδόν βουβά κι ενίοτε «κουφά», το αδόκητο κουβάρι που είναι ο Άνθρωπος. Εννοείται πως σαφές, στρογγυλό συμπέρασμα δεν εξάγεται για το όχι πάντα ευχάριστο θαύμα της ψυχής και της συμπεριφοράς, αλλά αν κάτι μένει από την κοσμοθεωρία του Σουηδού σκηνοθέτη, είναι η ασημαντότητα και η γελοιότητα του ανθρώπου μέσα στο περιβάλλον που ο ίδιος έχει δημιουργήσει, στο ευρύτερο πλέγμα των σχέσεων και του πολιτισμού. Μαθημένος στην οικονομία της αφήγησης των μικρού μήκους διαφημιστικών που έχει γυρίσει για βιοποριστικούς λόγους, ο Άντερσον δεν εκτείνεται σε μια ενιαία πλοκή για να εκθέσει τη φιλοσοφία του αλλά προτιμά την ελλειπτική τροχιά «περιστατικών» που μοιάζουν τυχαία, αλλά υπακούνε σε συγκεκριμένη και συμπυκνωμένη λογική: λευκά, ανέκφραστα πρόσωπα, απαθής εκφορά του λόγου, εικαστικές αναφορές, όπως ο πίνακας του Φλαμανδού Πέτερ Μπρούγκελ, απ' όπου και ο τίτλος. Οι δύο πρωταγωνιστές και συνδετικοί κρίκοι είναι δύο κακόμοιροι, αγέλαστοι πλανόδιοι πωλητές που προσπαθούν να πλασάρουν σε αδιάφορους, ας πούμε ,πελάτες δύο μουτσούνες ξεπερασμένες και άνευ αξίας. Οι μπεκετικοί χαρακτήρες εμφανίζονται συχνά-πυκνά, χωρίς να επηρεάζουν άμεσα την επεισοδιακή πλοκή, δίνουν ωστόσο τον τόνο για τον διάλογο που πέφτει στο κενό: η μοναξιά των ηρώων, μελαγχολική και βαριά ή ξερή και αστεία, βάζει στο ζύγι την ύπαρξη, το λεπτό σύνορο της ζωής με τον θάνατο. Τα σκετς είναι απολαυστικά, διαποτισμένα από έκκεντρη κωμικότητα, μαεστρικά κατασκευασμένα, μοναδικά τέκνα ενός στοχαστή, που σαν τους πραγματικά σπουδαίους (όπως ο Ντέιβιντ Λιντς, για παράδειγμα) μοιάζουν αδιαπέραστα σε πρώτο επίπεδο, αλλά αποζημιώνουν σε βάθος και σκέψη.