Το βασίλειο του ποντικιού είχε εδώ και καιρό πέσει σε δυσμένεια από τους ανήλικους πελάτες του, εξαιτίας της ολιγωρίας του να προσαρμοστεί με δημιουργική επιτυχία στις νέες πλατφόρμες εικόνας. Τα Σρεκ και τα αριστουργήματα του Τζον Λάσετερ και της Pixar, ο Νέμο, το Toy Story και οι Απίθανοι έδωσαν τόνο και σφρίγος στο animation του 21ου αιώνα, με καλοφτιαγμένες ιστορίες, ζαλιστικές εικόνες, αστείους χαρακτήρες και δυναμικό μοντάζ. Το πρώτο πράγμα που ξεφορτώθηκε η Ντίσνεϊ ήταν τα κολλήματα με τα ανθρωπομορφικά σενάρια, με τους διάφορους Ταρζάν και τις Ποκαχόντας. Πάνε αυτά, λειτούργησαν καλά κάποτε, παρακάτω. Με το Chicken Run αγκάλιασε το ψηφιακό, και τώρα με το Γνωρίστε τους Ρόμπινσον μπαίνει σε μια καθαρά καρτουνίστικη λογική, μακριά από το βαρύτερο μιούζικαλ κινουμένων σχεδίων τύπου Αλαντίν και Βασιλιάς των Λιονταριών, αλλά και το βραχνά της ανάμειξης του δραματικού συναισθήματος με το παιδικό fun. Απόδειξη: η ταινία αυτή δεν έχει –και ουσιαστικά δεν χρειάζεται– τους κωμικούς κομπάρσους, τα πλακατζίδικα ζωάκια που κρατάνε παρέα στους πολύπαθους ήρωες και ανακουφίζουν από τα τραγικά περιστατικά. Στην ταινία του Στίβεν Άντερσον το λόγο έχει ο σουρεαλισμός των εικόνων, με βάση μια δραματική μεν ιστορία αλλά όχι με γνώμονα τον εξανθρωπισμό των κινουμένων σχεδίων (κάτι που συνέβαινε και με τη συμπεριφορά των ζώων σε παλιότερες ταινίες). Φυσικά, στο κέντρο βρίσκεται ένα παιδάκι που προσπαθεί να ξεπεράσει το τραύμα της υιοθεσίας και χρησιμοποιεί το ταλέντο του στην τεχνολογία για να μεταβεί στο παρελθόν και να συναντήσει τη μητέρα του. Παίζει με το είδος της επιστημονικής φαντασίας, όπως ακριβώς και οι Απίθανοι με την αστυνομική περιπέτεια και τις υπερπαραγωγές των υπερηρώων. Η ταινία απογειώνεται, στην καλύτερη παράδοση της Ντίσνεϊ, όταν ένας άλλος πιτσιρικάς, ο Γουίλμπορ Ρόμπινσον, έρχεται να προστατέψει την εφεύρεση του Λιούις, τον Σαρωτή Μνήμης, και μαζί τον μεταφέρει στο σπίτι του στο υπέροχο και ουτοπικό μέλλον, σε μια πόλη που θυμίζει την Tomorrowland από τα πάρκα της Ντίσνεϊ, σε μια οικογένεια που κρύβει τόσες εκπλήξεις όσες δοκιμάζει και η Αλίκη στη χώρα των Θαυμάτων – ένα ρέον ταμπλό εκκεντρικών χαρακτήρων που φέρνουν στο νου το Δεν θα τα πάρεις μαζί σου των Τζορτζ Κάουφμαν και Μος Χαρτ. Για να διασφαλιστεί η μοναδικότητα της εικόνας, οι σκηνογράφοι έχουν κάνει ονειρική δουλειά, αναπλάθοντας οικείες εικόνες από αρχιτεκτονικές γραμμές που παραπέμπουν σε deco και το ρεύμα του streamline moderne, επιλέγοντας να ανατρέξουν στο παρελθόν και να το πειράξουν προς τα μπρος, αντί να δημιουργήσουν ένα τεχνολογικά ψυχρό μέλλον. Τα κτίσματα, τα χρώματα και τα υλικά διαφέρουν, ώστε να κοντράρει το άτονο και επίπεδο παρόν με το ζωηρό και αισιόδοξο μέλλον και η φαντασία να παίρνει μπροστά, όπως οφείλει να κάνει μια ταινία κινουμένων σχεδίων που σέβεται τον εαυτό της. Επιπλέον, ο Ντάνι Έλφμαν, που τόσα χρόνια ανήκε σε αντίπαλο και σκοτεινότερο στρατόπεδο, παρέχει –μαζί με τον Ρούφους Γουεϊνράιτ– έναν άλλο ήχο, συμφωνικό αλλά λιγότερο αναμενόμενο και ζαχαρένιο.

Το motto τού Γνωρίστε τους Ρόμπινσον είναι το keep moving forward, μια φράση απομονωμένη από τις «αρχές της ανεξαρτησίας» του Γουόλτ Ντίσνεϊ, το έμβλημά του στη συνεχή αναζήτηση τρόπων δημιουργικής έκπληξης, έρευνας και καινοτομίας. Στην καρδιά της ταινίας βρίσκεται η απενοχοποιημένη γιορτή της αποτυχίας, του αναγκαστικού βήματος που οδηγεί μαθηματικά στην καλύτερη προσπάθεια και, μέσω της επιμονής, στην τελική επιτυχία. Ο Λιούις είναι ένα παιδί όπως όλα, που απογοητεύεται όταν δεν φτάνει στην τελειότητα με την πρώτη φορά, και βρίσκει στην οικογένεια αυτή το κουράγιο και την ενθάρρυνση να μην το βάζει κάτω. Αν και οι αναφορές είναι πολλές, και το αποτέλεσμα όλο και κάτι θυμίζει, ο βαθμός εντυπωσιασμού στο επίπεδο εικόνας και καλλιτεχνικής διεύθυνσης είναι τόσο υψηλός, που το σύνολο γοητεύει και συναρπάζει. Στην ελληνική μεταγλώττιση, όλοι οι ηθοποιοί παίζουν πολύ καλά (η Ράντου, ο Μουστάκας) αλλά ο Γιώργος Καπουτζίδης ως ρομπότ κλέβει την παράσταση.