Βουλγαρία, 1980. Σύννεφα «γεμίζουν» τα μέχρι τότε ειδυλλιακά παιδικά χρόνια του Άλεξ, ο οποίος ζει σε μια μικρή επαρχιακή πόλη. Η τοπική αστυνομία πιέζει τον πατέρα του να κατασκοπεύσει και να καταδώσει τον πεθερό του, τον Μπάι Νταν, που είναι ο βασιλιάς του ταβλιού στην περιοχή. Η οικογένεια πολύ γρήγορα αποφασίζει να μεταναστεύσει στη Δύση για να γλιτώσει από όλα αυτά. Είκοσι πέντε χρόνια μετά ο Άλεξ βρίσκεται στο νοσοκομείο μετά από ένα βαρύ τροχαίο, στο οποίο σκοτώθηκαν και οι δυο του γονείς. Εκεί πηγαίνει να τον βρει ο παππούς του, που θέλει να τον βοηθήσει. Ενώ «ταξιδεύουν» διαμέσου του χρόνου και του τόπου, διασχίζουν τη μισή Ευρώπη παίζοντας τάβλι, το πιο απλό και συνάμα περίπλοκο από όλα τα παιχνίδια. Αυτή η καθημερινότητα βοηθά τον Άλεξ να συνειδητοποιήσει ποιος είναι, καθώς το τάβλι μπορεί να ξεκλειδώσει όλο του το παρελθόν.

Ο Άλεξ βγαίνει από το νοσοκομείο, επιστρέφει στη Βουλγαρία, ανακτά τη μνήμη του και πλέον ζει όπως πάντα ήθελε. Με αφορμή ένα αυτοκινητιστικό δυστύχημα, μετά από το οποίο ο Άλεξ δεν μπορεί να θυμηθεί ούτε το όνομά του, ο σκηνοθέτης Στέφαν Κομαντάρεφ φτιάχνει μια αλληγορία για την επιβίωση σε ένα ολοκληρωτικό καθεστώς με σύμβολο το τάβλι - εξαιρετικά χιουμοριστική ιδέα που λειτουργεί ως συνοδευτική επωδός σε ένα πρωτότυπο road movie. Για να μπορέσει να του επαναφέρει τη μνήμη, ο παππούς του, ο Μπάι Νταν, ταξιδεύει στη Γερμανία προκειμένου να οργανώσει ένα ταξίδι στο παρελθόν, πίσω στη χώρα που γεννήθηκε και μεγάλωσε.

Η ταινία μιλάει για τις ρίζες, τη μετανάστευση, την αμνησία της κουλτούρας και τη σημασία της μνήμης με όρους φιλικούς και οικεία βαλκανικούς, χωρίς υπερβολές και φολκλορικά τερτίπια. Ουσιαστικά απολαυστική.