Κάλλιο αργά παρά ποτέ: στα γεράματα, ο Μάρτιν Σκορσέζε φτιάχνει την πρώτη του καθαρόαιμη ταινία με πλοκή. Για να μην μπερδευτούμε, τα φιλμ του έχουν στόρι, πολύ δυνατούς χαρακτήρες, δαιδαλώδη εξέλιξη, όχι όμως την ίντριγκα που θα τους επέτρεπε να υποταχθούν αμαχητί στην κλασική αμερικανική αφήγηση. Ακόμη και το προηγούμενο ριμέικ του, το «Ακρωτήρι του φόβου», χρησιμοποιούσε ένα σκεύασμα σεναριακού ιστού για να φιλοσοφήσει πάνω στην ακραία έκφραση του κακού. Και ο Πληροφοριοδότης ξεκινάει από έναν μνημειώδη δαίμονα, σχεδόν αρχετυπικό αμοραλιστή και φορέα της απώτατης διαφθοράς - ψυχικά και κοινωνικά. Σαν τον παιδεραστή που παρασύρει τα άγουρά του θύματα με σοκολατίτσες, ο Κοστέλο διαβλέπει την προθυμία του πιτσιρικά Κόλιν, και τον δελεάζει μεθοδικά με ένα σατανικό σχέδιο. Το αγαπημένο του τσιράκι θα διεισδύσει στους κόλπους της αστυνομίας άνετα και ανώδυνα, για να σφυρίζει την κάθε κίνηση των συναδέλφων του στον αρχιμαφιόζο. Βίος παράλληλος και πονεμένος για τον συνομήλικό του Μπίλι Κόστιγκαν, ο οποίος βλέπει τα όνειρα του για μια καθαρή θητεία να συντρίβονται λόγω του νεφελώδους οικογενειακού του παρελθόντος. Χωρίς να το θέλει πραγματικά, δέχεται την εξαιρετικά επικίνδυνη μυστική αποστολή να γίνει το καρφί για την αστυνομία, προσπαθώντας σκληρά και καταφέρνοντας να κερδίσει την εμπιστοσύνη του απεχθούς Κοστέλο. Ο Πληροφοριοδότης παίρνει φωτιά όταν ο Κόστιγκαν και ο Σάλιβαν πρέπει να προλάβουν ο ένας τον άλλο στην κούρσα της αποκάλυψης της μυστικής τους ταυτότητας. Δύο νέα παιδιά, που κάλλιστα θα μπορούσαν να έχουν αναλάβει ο ένας τον ρόλο του άλλου, μπερδεύονται σε ένα κυνηγητό ρουφιανιάς, και ο Σκορσέζε τούς αντιμετωπίζει ως αποστόλους που τριγυρίζουν σαν τσακάλια τον Κήπο της Εδέμ. Ο Κόστιγκαν του ΝτιΚάπριο (ο οποίος υιοθετείται δημιουργικά από τον Σκορσέζε στην τρίτη σερί συνεργασία τους) ξεδιπλώνει την ηθική ραχοκοκαλιά που καταπιέζει με αυταπάρνηση για να ακολουθήσει το modus operandi της βοστονέζικης μαφίας, και στην πορεία ερωτεύεται την ψυχολόγο (Βέρα Φερμίγκα) του αστυνομικού σώματος, η οποία τυχαίνει να είναι φιλενάδα του Σάλιβαν. Ο Σκορσέζε ορθώνει συνεχώς ανάμεσα στους δύο νέους έναν καθρέφτη, ο οποίος στηρίζεται στα πόδια του Κοστέλο. Με τον Τζακ Νίκολσον καπετάνιο, ο Σκορσέζε δεν χρειάζεται να ιδρώσει για να μας εισαγάγει σε έναν κόσμο ανείπωτης βίας - την οποία έχει αποδείξει πως ενστερνίζεται πλήρως ως την κινητήρια κοινωνική παθογένεια. Πότε ως Τζακ με τα κόλπα του, πότε ως Νίκολσον με το αστείρευτο ταλέντο (είναι πλέον αδύνατον να ιδαχωρίσουμε τους δύο χαρακτήρες όταν δεν μεταμφιέζεται ως Τζόκερ ή Σμιντ), ο άφταστος Αμερικανός ηθοποιός δίνει δυναμική και προσθέτει έναν μεταφυσικό τρόμο, κατά τον ίδιο τρόπο που ο Ντάνιελ Ντέι Λιούις ενσάρκωσε την ιστορία της βίας ως αμερικανικό φυσικό φαινόμενο. Γύρω από τον Κοστέλο, τα παραληρηματικά του κηρύγματα και την ενστικτώδη του αποστροφή προς τους θεσμούς εξουσίας, ο Σκορσέζε ξαναφωτίζει το υλικό από το οποίο έχει φτιαχτεί η χώρα του: Μια κοινωνία δωσίλογων και διεφθαρμένων, ένα οικοδόμημα απ' τη βάση του, στο βάθος του οποίου κάποιες μονάδες παλεύουν να κάνουν τη διαφορά ή, απλώς, να επιβιώσουν χωρίς πολλές γρατζουνιές. Το ευτύχημα στην ταινία αυτή είναι ότι ο Σκορσέζε δεν μετανιώνει για καμιά του επιλογή, ούτε παλινδρομεί με περιττές σκέψεις και υπο-πλοκές. Χειρίζεται με αυτοπεποίθηση μια επιτυχημένη πηγή, την τριλογία από το Χονγκ Κονγκ Infernal Affairs, και τη φέρνει σε πέρας με επαγγελματική σιγουριά υψηλότατου επιπέδου που θυμίζει το ανέλπιστο θαύμα της Καζαμπλάνκα, ένα genre κατασκοπικό της σειράς για την Warner που απέκτησε θρυλικές διαστάσεις, γιατί όλα τα κομμάτια έδεσαν μαεστρικά και σε πολλά επίπεδα. Χωρίς παραχωρήσεις (μόνο με κάποιες προφανείς λύσεις και τη συνηθισμένη, υπερβολική βία), ο Πληροφοριοδότης πρέπει να είναι η πιο ψυχαγωγική και προσβάσιμη ταινία του Σκορσέζε. Σε ανάλογη φάση της καριέρας τους άλλοι συνάδελφοί του κομπλάρουν ή κυνηγούν το άπιαστο φιλμ, το σπουδαίο. Ο Σκορσέζε σώζεται από την άδολη αγάπη του για το σινεμά αλλά και από τις δημιουργικές του εμμονές, τη διπροσωπία και την εκκωφαντική άνοδο και πτώση του στριμωγμένου αρσενικού. Η συγκεκριμένη αγάπη τού επιτρέπει συνεχώς να επισκέπτεται τις δουλειές άλλων και να τις φιλτράρει στα δικά του κυβικά. Αυτή η σπουδαία πράξη τον οδήγησε σε ένα καταπληκτικό, καθόλου σπουδαιοφανές φιλμ.