Βγάζοντας αφρούς στην ελληνική τηλεόραση

Βγάζοντας αφρούς στην ελληνική τηλεόραση Facebook Twitter
8

  

Το βασικότερο στην ελληνική τηλεόραση είναι να γκαρίζεις. Να φωνάζεις και να μιλάς χωρίς να ακούς τι λένε οι άλλοι. Με μάτια γυαλισμένα, διεσταλμένα, φουσκωμένες φλέβες, τρέμουλο κι ενδεχομένως λίγο αφρό να κυλά.

 

Ένας αέρας υστερίας παίρνει και σηκώνει τους πάντες στο ταβάνι της κραυγής, του κρωγμού, της στριγκλιάς: είναι τόσο το σφίξιμο, που απ’ το θυμό περνάς στη λύπηση όταν τους βλέπεις: «Κοίτα τι κάνουν, να βγάλουν το ψωμί τους!»

 

Στα σίριαλ, τα πρωινάδικα, ή τα παράθυρα, όλοι σφαδάζουν. Χτυπιούνται, μελανιάζουν, απορίας άξιον πώς δεν έχει μείνει κανείς στον τόπο (μπορεί και να ‘μεινε, και να το κουκούλωσε η παραγωγή). Εκεί που η Βλαχοπούλου φώναζε, αυτοί σκούζουν. Εκεί που φασκέλωνε, αυτοί πέφτουν κάτω με σπασμούς. Νομίζουν ότι όσο πιο πολύ ξελαρυγγιάζονται, τόσο πιο κωμικοί είναι.

 

Οι «μονομάχοι» ξεκινούν σεμνά, ρουθουνίζοντας, ξύνοντας ανυπόμονα την οπλή στο χώμα και βαθμηδόν χλιμιντρίζουν, γυρίζει ανάποδα το μάτι τους και αρχίζουν τον τυφλό καλπασμό. Κατεύθυνση άγνωστη, αρκεί τα σάλια να τρέχουν.

 

Εκεί όμως που ο σεληνιασμός κορυφώνεται είναι στα παράθυρα των ειδήσεων. Οι «μονομάχοι» ξεκινούν σεμνά, ρουθουνίζοντας, ξύνοντας ανυπόμονα την οπλή στο χώμα και βαθμηδόν χλιμιντρίζουν, γυρίζει ανάποδα το μάτι τους και αρχίζουν τον τυφλό καλπασμό. Κατεύθυνση άγνωστη, αρκεί τα σάλια να τρέχουν. Πού και πού ο χλιαρός σάλαγος του παρουσιαστή δήθεν προσπαθεί να τους επαναφέρει, σιγά μην επαναφερθούν, το σύστριγκλο ολοένα εκτροχιάζεται μέχρι να σωθεί το λάδι κι οι Βουκεφάλες στουκάρουν στον τοίχο (της λογικής).

 

Γνωστόν, ότι η υστερία πουλάει στα ρεμπέτικα έθνη, τα κράτη-πανωσήκωμα. Μάλλον τα νοικοκυριά βρίσκουν σε αυτό το στυλ κάτι από τη σκόρπια, πανικόβλητη ζωή τους. Ταυτίζονται με την τύφλωση, την κώφωση, τη διπλωπία, την παράλυση, τους σπασμούς, την απώλεια συνείδησης –όλα τα χαρακτηριστικά που έκαναν την υστερική νεύρωση τόσο γοητευτική στον Φρόιντ. Σηκώνω τα χέρια. Βρίσκω το φαινόμενο καθαρό, αγνό, σκοτάδι. Hardcore Τρίτο Κόσμο. 

 

Η μόνη μου ικανοποίηση είναι να σκέφτομαι πόσο φτηνή είναι η καθημερινή ζωή όσων πλουτίζουν βγάζοντας αφρούς κατ’ επάγγελμα.

 

TV & Media
8

ΔΕΙΤΕ ΑΚΟΜΑ

σχόλια

6 σχόλια
Η δική μου διαπίστωσα προχθές ότι χάλασε,σκέφτηκα να την φτιάξω αν φτιάχνεται,για καινούργια με τίποτα,αλλά ξανασκέφτομαι,πεταμένα λεφτά,ας μείνει ζωντανό κανένα εγκεφαλικό κύτταρο.
Είναι απίστευτο αυτό που διακρίνει κανείς στήν τηλεόραση και διερωτάται κανέις σε πιο επίπεδο τηλεθεατών απευθύνονται, βγαίνει η καθε κατά κανόνα ξεβαμμένη ξανθεια τρα λα γεια σας, τι κάνετε , εμεις εδω είμαστε μια χαρά και δοστου κούνημα και αφύσικο χαμογελο, καί τά γυρω σουργελα παλαμάκια, κουνήματα, στους ήχους αγγλοσαξωνικών κατά κανόνα κραυγων. Ξεκινούν γιά Λιάγκες, τι ειπε η Μενέγα, άν έφτυσε η Καινουργιου, άν φάνηκε το βρακι της Ηλιάκη, σέ ένα θλιβερό ανταγωνισμο ποιά θα ξεράσει τις περισσότερες αηδίες, πάντοτε με τη ζητιανιά του τηλεφωνήστε μας 2.46 ευρω έκαστο, για να μαζέψουμε χιλιάδες ευρω απο το κατιναριώ και θα σας δώσουμε μια τηλεορασούλα αξιας 200 ευρω, τόση απάτη και και κανένα δεν ενοχλεί, ουτε οι αγγλοσαξωνικες κραυγες συνοδειες ΣΕ ΟΛΑ ΤΑ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑΤΑ ουτε οι ξένοι κατά κανόνα τιτλοι και αγγλοκοτσάνες.
Η λέξη ως φορέας νοήματος απευθύνεται κατά κύριο λόγο στη διάνοια, τα εξωγλωσσικά και παραγλωσσικά στοιχεία της επικοινωνίας συμπληρώνουν το συναισθηματικό περιβάλλον της εκφοράς του μηνύματος. Αυτές οι μονίμως σε έκσταση, γκροτέσκο τηλεοπτικές φιγούρες μάλλον δε στοχεύουν στη λογική ημών των τηλεοπτικών δεκτών.
Όλα ξεκίνησαν με τις (εις την νιοστή) επαναλήψεις του Ρετιρέ από την δεκαετία του '90 και δώθε. Ξελαρρυγκιάζονταν στην σειρά αυτή και συνήθισε το αυτί του μέσου τηλεθεατή.
Eχω πλέον πλήρως αποδεχτεί πως, εκτός πραγματικά ελάχιστων εξαιρέσεων,οι σοβαροί,συγκροτημένοι,νοήμονες,δημιουργικοί ευρείας αντιληπτικής ικανότητας άνθρωποι, ΔΕΝ ασχολούνται με την τηλεόραση.Ούτε ως παρουσιαστές,πανελίστες,καλεσμένοι κλπ κλπ..ούτε ως θεατές.
"Η μόνη μου ικανοποίηση είναι να σκέφτομαι πόσο φτηνή είναι η καθημερινή ζωή όσων πλουτίζουν βγάζοντας αφρούς κατ’ επάγγελμα."Με μεγάλη μου έκπληξη ανακάλυψα πόσο έχει περάσει η αγένεια και το "καπέλωμα" με φωνασκίες κάθε λογικού επιχειρήματος. Εργάζομαι σε τηλεφωνικό κέντρο, είμαι εκ φύσεως πολύ ευγενικός και πράος άνθρωπος. Συνήθως καταφέρνω μια πώληση στην κάθε βάρδια. Μια μέρα που έγινε κάποιο γεγονός στην δουλειά που με εκνεύρισε αφάνταστα, ήμουν τόσο νευριασμένος και εκτός εαυτού που δεν με ένοιαζε να κάνω καλά την δουλειά μου αλλά μόνο να περάσει η ώρα να φύγω. Φώναζα στο τηλέφωνο, σχεδόν έβριζα τους πελάτες, αντί για επιχειρήματα και διάλογο, διέκοπτα συνεχώς τον συνομιλητή μου και του έλεγα ξανά και ξανά ότι είναι προς το συμφέρον του η αγορά του προϊόντος. Εκείνη την ημέρα έκανα 7 πωλήσεις. Δεν ξέρω αν άφριζα και αν πλούτισα (με τα 3 ευρώ την ώρα που αμείβομαι) αλλά τρόμαξα με το πόσο πολύ έχει συνηθίσει το κοινό σε φωνασκίες και αγένεια που τελικά 7πλασιάσα τις πωλήσεις μου παίζοντας τον ρόλο τηλεσχολιαστή ειδήσεων. Επιστρέφοντας στον παλιό μου εαυτό συνεχίζω να κάνω μια πώληση ανά βάρδια και αναρωτιέμαι μήπως τελικά για να προκόψει κανείς πρέπει να πάει με το κύμα και πόσο μπορεί κανείς να αντισταθεί (μιας και με μισθό 280 ευρώ το 60άρι μπόνους παραγωγικότητας της ημέρας με τις φωνασκίες είναι μια κάποια ώθηση προς μια διαφορετική κατεύθυνση από αυτή που θα ήθελα να ακολουθήσω).
Κοίτα,ψώνιζα μια μέρα στον Σκλαβενίτη και την ώρα που ήμουν στα μαρούλια,ο πωλητής στο ψαράδικο δίπλα άρχιζε να φωνάζει για την πραμάτεια του,δεν ξελαρυγγιάστηκε,απλά διαλαλούσε την ψαριά,λοιπόν πήγα είδα και αγόρασα,δεν είχα κανένα σκοπό να πάρω ψάρι,όπως,έχω παρατηρήσει ό,τι μαγαζιά που έχουν πραμάτεια και στο πεζοδρόμειο με τιμές πάνω,πουλάνε πολύ πιο εύκολα.Συμπέρανα λοιπόν ότι μάλλον μετά από τόσους αιώνες παζαριών στους δρόμους με φωνές και θόρυβο,έχει γραφτεί στο dna μας αυτή η καταναλωτική συνήθεια.Τυχαίο νομίζεις που φώναζε αυτή με τις ελιές στην λαϊκή την οποία θυμάμαι από παιδί με μιά τσιριχτή φωνή ελάτεεεεεελατεεεεε.