Λαρς Φον Τρίερ: Δεν μπορείς να τους κερδίζεις όλους. Δεν πρέπει κιόλας...

Λαρς Φον Τρίερ: Δεν μπορείς να τους κερδίζεις όλους. Δεν πρέπει κιόλας... Facebook Twitter
0

Οι Δανοί είναι εξωγήινοι. Αν η Ελλάδα είναι η Γη, τότε η Δανία είναι ο Πλούτωνας. Ή μάλλον, για την ακρίβεια, ο αστερισμός του Άλφα Κενταύρου. Περπατούν αγέρωχα trendy με τα μαύρα ρούχα τους ανάμεσα στα «βαριά» γοτθικά κτίρια και τα wallpaper αισθητικής καφέ της Κοπεγχάγης κάτω από το περίεργο φως του παγωμένου ήλιου του Βορρά και είναι μία από τις σπάνιες φορές που αισθάνεσαι ότι τα γεωγραφικά στερεότυπα έχουν νόημα. Ότι το μεσογειακό ταμπεραμέντο σου –που πρώτη φορά αντιλαμβάνεσαι ως τέτοιο– θα σε προδώσει (μια αυθόρμητη κίνηση, ένα δυνατό γέλιο, μια γόπα που θα πετάξεις στον δρόμο) και θα διαταράξει στιγμιαία τις δομές και την ηρεμία της «πιο πολιτισμένης χώρας της Ευρώπης».

Ο Λαρς φον Τρίερ δεν συμφωνεί. Αυτό τον καιρό η μοναδική ψυχική αποξένωση που αισθάνεται ο πιο πολυσυζητημένος Ευρωπαίος σκηνοθέτης με κάποιο έθνος έχει σχέση με μια χώρα που θα πίστευε κανείς ότι πολιτισμικά βρίσκεται πολύ κοντά στη δική του: την Ισλανδία, και πιο συγκεκριμένα τη διασημότερη εκπρόσωπό της, την Björk. Η Ισλανδή σταρ είναι η πρωταγωνίστρια της τελευταίας του ταινίας (του εκπληκτικού μιούζικαλ μελοδράματος «Dancer in the Dark» που πήρε άνετα τον Χρυσό Φοίνικα στις Κάννες αλλά και το βραβείο ερμηνείας για την ποπ σούπερ σταρ), όπου η Björk υποδύεται με ανατριχιαστικά συγκινητικό τρόπο μια Τσέχα εργάτρια σε μια φαντασιακή Αμερική του '50. Η Σέλμα –η ηρωίδα– χάνει σταδιακά το φως της, φοβάται ότι θα πάθει το ίδιο και ο μικρός της γιος που φροντίζει μόνη της και στα διαλείμματα του δράματος που ζει ονειρεύεται ότι ζει στο δικό της μιούζικαλ.

«Είναι στο εξώφυλλο κάθε περιοδικού του πλανήτη και σε κάθε συνέντευξη λέει ότι της έκανα τη ζωή μαρτύριο». Οι δυο τους συγκρούστηκαν τόσο έντονα και τόσο τραυματικά στα γυρίσματα της ταινίας, που η Björk κάποια στιγμή προσπάθησε να το σκάσει, έσκισε την μπλούζα της, ενώ τώρα δηλώνει ότι δεν διανοείται καν την προοπτική να ξαναεμφανιστεί σε ταινία. Και να σκεφτεί κανείς ότι το πρώην «τρομερό παιδί» του σινεμά, που έσκασε σαν βόμβα την προηγούμενη δεκαετία στον λήθαργο του ευρωπαϊκού κινηματογράφου με ταινίες σαν το «Στοιχείο του Εγκλήματος» και το «Europa», προτού προσηλυτιστεί στον καθολικισμό, ανακαλύψει τη δύναμη του «συναισθήματος» και διακηρύξει τις αρχές ενός νέου αγνού, μινιμαλιστικού σινεμά, βρίσκεται στην ώριμη φάση του.

Ο πρώην Μεγάλος Αυνανιστής του κινηματογράφου (δική του δήλωση), 44 χρόνων, μετά το Δόγμα 95 –το μανιφέστο για επιστροφή σε πρωτόλειες κινηματογραφικές αξίες που υπέγραψε με συμπατριώτες του–, είναι πια ένας σύγχρονος γκουρού της έβδομης τέχνης. Βρισκόμαστε στα εντυπωσιακά στούντιο της Zentropa, της εταιρείας που έχει φτιάξει έξω από την Κοπεγχάγη, μετατρέποντας μια παλιά στρατιωτική βάση σε υπερσύγχρονα στούντιο κινηματογράφου, τηλεόρασης και multimedia, μια μοντέρνα Τσινετσιτά της Ευρώπης, όπου ο ίδιος κυκλοφορεί ανάμεσα στα κτίρια μ' ένα παλιό στρατιωτικό όχημα. Πριν από λίγη ώρα δέχτηκε ερωτήσεις μέσω δορυφόρου από τελειόφοιτους κινηματογράφου του Πανεπιστημίου της Νέας Υόρκης, οι οποίοι του απευθύνονταν με τέτοιο δέος, που θα νόμιζε κανείς ότι είχαν καλέσει με επιτυχία το πνεύμα του Χίτσκοκ.

Αυτό τον καιρό, ο γνήσιος απόγονος του Kierkegaard, του Dreyer, του Χανς Κρίστιαν Άντερσεν αλλά κι αυτού του φανταστικού πρίγκιπα που δυσκολευόταν να πάρει αποφάσεις («Να ζει κανείς ή να μη ζει» κ.λπ.) έχει καταφέρει να ξεπεράσει και αρκετές από τις περίφημες φοβίες του και κρίσεις πανικού ύστερα από συστηματική χρήση του διάσημου αντικαταθλιπτικού Prozac – εκτός από τη φοβία για όλα τα αεροπλάνα. «Η Ελλάδα είναι πίσω από όλα», μας λέει αινιγματικά. «Θα ήθελα να πάω κάποτε. Αλλά είναι τόσο μακριά...».

Δυστυχώς, κανείς μας δεν έχει ανοσία στη ματαιοδοξία, καλλιτέχνης ή όχι. Αλλά είναι σημαντικό να την πολεμάς, γιατί γεννάει την αυτοϊκανοποίηση και την ασφάλεια. Δεν προχωράς έτσι.


— Δημήτρης Πολιτάκης: Αν είσαι υποψήφιος για Όσκαρ, δεν υπάρχει περίπτωση να πας στην απονομή;

Όχι, αποκλείεται, με τίποτα. Αυτό είναι το μόνο βέβαιο.


— Δ.Π.: Μόνο εξαιτίας της μακρινής πτήσης ή νομίζεις ότι δεν θα αντέξεις και τη «φασαρία» που συνοδεύει την τελετή;

Κυρίως λόγω της πτήσης. Οι Κάννες έχουν ίσως περισσότερη «φασαρία», αλλά πηγαίνω πάντα. Από ευγνωμοσύνη υποθέτω. Δεν νομίζω ότι χωρίς τις Κάννες θα είχα την πολυτέλεια να κάνω ταινίες με τους δικούς μου όρους. Μου φέρονται πολύ καλά εκεί. Και συνήθως μου δίνουν και το βραβείο για τον κόπο μου. (γέλια)


— Στάθης Τσαγκαρουσιάνος: Δεν σε ενοχλεί, δηλαδή, όλη αυτή η επίσημη διαδικασία της επιβράβευσης.

Είναι μια περίεργη διαδικασία για εμένα. Θα ήμουν αχάριστος αν έλεγα ότι με ενοχλεί, γιατί προφανώς ένα μεγάλο βραβείο βοηθάει την ταινία. Είναι δίκοπο μαχαίρι. Από τη μια είναι κολακευτικό και από την άλλη αισθάνομαι πολύ νευρικά και αμήχανα με την ιδέα του ανταγωνισμού. Θέλω να πω, δεν είναι ο τελικός των 100 μέτρων, είναι σινεμά. Δηλαδή, τι είδους επίτευγμα είναι να έχεις επτά ανθρώπους να συμφωνούν ότι η ταινία σου είναι καλή; Πώς γίνεται, δηλαδή; Άντε να τελειώνουμε, να πάμε και για φαγητό; (γέλια) Είναι κάπως παράξενο...

Λαρς Φον Τρίερ: Δεν μπορείς να τους κερδίζεις όλους. Δεν πρέπει κιόλας... Facebook Twitter
O Lars von Trier στα γυρίσματα του "Χορεύοντας στο σκοτάδι".


— Σ.Τ.: Και η περίφημη «ματαιοδοξία του καλλιτέχνη»; Δεν ενισχύεται πολύ με τα βραβεία;

Α, ναι, φυσικά. Δυστυχώς, κανείς μας δεν έχει ανοσία στη ματαιοδοξία, καλλιτέχνης ή όχι. Αλλά είναι σημαντικό να την πολεμάς, γιατί γεννάει την αυτοϊκανοποίηση και την ασφάλεια. Δεν προχωράς έτσι. Είναι να σαν βγαίνεις πριν από τον Γαλιλαίο και να λες ότι η Γη είναι επίπεδη, όλοι να χειροκροτούν και να γυρίζεις μετά χαρούμενος και ικανοποιημένος στο σπίτι σου. Πρέπει να έχεις μια κινητήρια δύναμη που σε κάνει να προχωράς μπροστά.


— Σ.Τ.: Ποια είναι η δική σου «κινητήρια δύναμη»;

Να ερευνάς, να αναρωτιέσαι, να κοιτάς την πιθανότητα ότι η Γη μπορεί να είναι στρογγυλή. Να ψάχνεις συνέχεια, όχι για την τέχνη σου, για τον εαυτό σου. Είμαι περίεργος από τη φύση μου. Προσπαθώ, καταρχάς, να διδάξω τον εαυτό μου. Πιστεύω βαθιά ότι δεν υπάρχει τίποτα στον κόσμο που δεν μπορεί να γίνει καλύτερο, τίποτα. Προσπαθείς να βρεις κάτι που είναι καλύτερο για τον εαυτό σου, και μετά το μοιράζεσαι με άλλους ανθρώπους.


— Δ.Π.: Πώς μπορεί όμως το κοινό να γίνει ισότιμος αποδέκτης μιας προσωπικής αναζήτησης;

Στην πραγματικότητα, δεν μπορεί. Γι' αυτό, όταν δεις ότι η ταινία σου έχει επιτυχία, το θέμα της «αγγίζει» πολύ κόσμο με κάποιον τρόπο, πρέπει να φύγεις απ' αυτή την περιοχή, να τρέξεις γρήγορα προς κάποια άλλη κατεύθυνση.


— Δ.Π.: Θα έλεγε κανείς ότι απολαμβάνεις να αναστατώνεις τον κόσμο που βλέπει τις ταινίες σου, να τον τραβάς από ένα μέρος όπου αισθάνεται άνετα σ' ένα άλλο, «παράξενο» μέρος...

Μα, θέλω ο ίδιος να πάω κάπου «αλλού». Σκεφτείτε τι πιθανή χρησιμότητα –αν και δεν μου αρέσει πολύ η λέξη– μπορεί να έχει μια ταινία! Να σε αναστατώσει, να σε συγκινήσει, να σε «μετακινήσει» τελικά, να σε πάει κάπου αλλού. Να σου αλλάξει λίγο τον τρόπο που σκέφτεσαι. Φυσικά, έχεις δικαίωμα να αντισταθείς, πολλοί έχουν εξοργιστεί με μερικές από τις ταινίες μου, ειδικά με τις τελευταίες, που είναι, ας πούμε, τόσο συναισθηματικά φορτισμένες. Δεν το καταλαβαίνω, αλλά είναι δικαίωμά τους. Εγώ νομίζω ότι είναι απόλυτα υγιές να «αναστατώνεσαι», να κάνεις ερωτήσεις στον εαυτό σου, να κοιτάς μέσα σου. Αν η ταινία είναι απόλυτα προβλέψιμη, δεν βαριέσαι; Με την ευκαιρία, θα ήθελα να πω ότι μου αρέσει πολύ το σινεμά του Αγγελόπουλου και φαντάζομαι ότι κι αυτός θα «αναστατώνει» κόσμο στην Ελλάδα με τον τρόπο του. Δεν μπορείς να τους κερδίζεις όλους. Δεν πρέπει κιόλας...

Λαρς Φον Τρίερ: Δεν μπορείς να τους κερδίζεις όλους. Δεν πρέπει κιόλας... Facebook Twitter
Mε την Emma Watson και τον Stellan Skarsgård στα γυρίσματα του "Δαμάζοντας τα κύματα", 1996.


— Σ.Τ.: Δεν είναι λίγο διαστροφή όμως «να κάνεις τον κόσμο να κλαίει», κάνοντας την ιστορία τόσο τραγική;

Κατά κάποιον τρόπο, ναι, ήθελα να την κάνω όσο γίνεται πιο τραγική, ήθελα το είδος του μιούζικαλ να υπηρετήσει μια μελοδραματική, τραγική ιστορία. Έχω όμως ανάγκη ο ίδιος όχι ακριβώς να κλαίω –δεν κλαίω ποτέ σε ταινίες– αλλά να ξεσπάω. Νομίζω ότι είναι ενδιαφέρον και απελευθερωτικό. Και δημιουργικό. Για να κλάψεις, σημαίνει ότι κάτι σε «άγγιξε» βαθιά. Δεν είναι αυτοσκοπός πάντως, σας βεβαιώνω.


— Σ.Τ.: Ποιο ήταν το εκείνο χρονικό σημείο που σε έκανε να αλλάξεις τον τρόπο σκέψης σου για τις ταινίες που θέλεις να κάνεις;

Αμέσως μετά το «Europa». Βρέθηκα σε αδιέξοδο. Νόμιζα ότι είχα αποστειρωθεί, ότι είχα εγκλωβιστεί σ' αυτήν τη στυλιζαρισμένη αισθητική, δεν είχα ενδιαφέρον πια. Αισθάνθηκα όπως όταν ήμουν μικρός κι έφτιαχνα κατασκευές και αφού τις τελείωνα, το μόνο που μου έμενε να κάνω ήταν να τις καταστρέψω. Ξαφνικά, χωρίς να το καταλάβω σχεδόν, έσπρωξα τον εαυτό μου προς το μελόδραμα, προς τη συγκίνηση, από προσωπική ανάγκη. Όχι πως με άγγιξαν τα παλιά μελοδραματικά φιλμ. Ακόμα δεν με πείθουν. Τεχνικά, βρίσκω πολύ ενδιαφέρουσες τις ταινίες του Ντάγκλας Σερκ, αλλά μέχρι εκεί. Αντίθετα, η φαντασμαγορία του μιούζικαλ με συγκινούσε πάντα. Ίσως φταίει και το γεγονός ότι ήταν απαγορευμένο είδος στο σπίτι μας, κάτι σαν πορνογραφία. Οι γονείς μου ήταν κομμουνιστές και θεωρούσαν αυτές τις ταινίες ιδεολογικά απαράδεκτες και «ψεύτικες».


— Δ.Π.: Όταν ήμουν μικρός, τα μιούζικαλ μου προκαλούσαν φοβερή αμηχανία. Δηλαδή, πώς γίνεται κάποιος ξαφνικά να αρχίζει να τραγουδάει και να χορεύει στον δρόμο; Ο μόνος τρόπος για να το χειριστώ ήταν να βλέπω αυτές τις σκηνές σαν όνειρα. Όπως οι φαντασιώσεις με τραγούδι και χορό της Björk στο «Dancer in the Dark».

Δεν είμαι περήφανος που το έκανα έτσι. Θα προτιμούσα να μην ήταν «ονειροπολήσεις» αυτές οι σκηνές, αλλά είναι πια δύσκολο να κάνεις τον κόσμο να τις αποδεχτεί ως «αληθινές». Προσπάθησα πάντως να δώσω μια αίσθηση πραγματικότητας χωρίς περιττά εφέ και αλλαγές στο σκηνικό και την εμφάνιση των ανθρώπων. Δεν φοράνε ξαφνικά λευκά κοστούμια, δεν μεταφέρονται σε παραμυθένια μέρη, δεν γίνονται άγγελοι. Για μένα, πάντως, οι φαντασιώσεις της Σέλμα, τα νούμερα με χορό και τραγούδι, δεν είναι ένας τρόπος απόδρασης από την πραγματικότητα, είναι η πραγματικότητα, είναι η ζωή.


— Σ.Τ.: Διάβαζα στο «μανιφέστο» της Σέλμα ότι η Σέλμα γίνεται μέσω της παρατήρησης καλλιτέχνης. Αυτό πιστεύεις ότι είναι το πρώτο βήμα προς την καλλιτεχνική δημιουργία;

Ναι, προφανώς η παρατήρηση είναι το κλειδί στην τέχνη. Δεν ξέρω αν ακούγεται υπερβολικά φιλοσοφικό, αλλά πιστεύω ότι οι άνθρωποι εκπαιδεύονται να βλέπουν μόνο σχήματα, σιλουέτες. Είτε είναι το σχήμα του ουρανού, είτε το σχήμα της καρέκλας, είτε το σχήμα της πολιτικής, όπως την αντιλαμβάνεται κανείς. Υποθέτω ότι λειτουργεί ως μηχανισμός άμυνας, αλλά είναι πολύ αυτοπεριοριστικό. Ο καλλιτέχνης οφείλει να κοιτάει πέρα από τα σχήματα.

Λαρς Φον Τρίερ: Δεν μπορείς να τους κερδίζεις όλους. Δεν πρέπει κιόλας... Facebook Twitter
Με τη Λορίν Μπακόλ στο σκηνικό του "Dogville", 2003


— Δ.Π.: Και τι βρίσκεται πέρα από τα σχήματα;

Η ζωή! Η ζωή δεν κατοικεί σε σχήματα. Εμείς τη βάζουμε στην προσπάθεια να ελέγξουμε το χάος. «Αυτός είναι ένας βίαιος άνθρωπος» – ένα σχήμα. «Αυτός είναι ένας έξυπνος άνθρωπος» – άλλο σχήμα. Αλλά η ζωή δεν είναι έτσι, τυποποιημένη. Αλλού είναι η ουσία, αλλού είναι η χαρά της. Η Σέλμα είναι τυφλή, αλλά έχει την ικανότητα να βλέπει πέρα από τα σχήματα.


— Σ.Τ.: Τώρα που ολοκλήρωσες τη «συναισθηματική» τριλογία, ποια κατεύθυνση θα ακολουθήσεις;

Δεν είμαι σίγουρος. Με προβληματίζει που υπάρχουν πια τόσο περιορισμένοι τρόποι να κάνεις κινηματογράφο. Τουλάχιστον, πριν από τριάντα χρόνια, με το Νέο Κύμα ας πούμε, υπήρχε μια συζήτηση, μια αναζήτηση. Τώρα επικρατεί μια ισοπέδωση. Πιστεύω, πάντως, στις δυνατότητες της τεχνολογίας και στην ευκολία τού να γυρίζεις σε βίντεο. Το επόμενο πρότζεκτ μου θα ήθελα να είναι πιο «τεχνητό», πιο... artificial. Έχω κάτι στο μυαλό, αλλά αν σας το αποκαλύψω, θα πρέπει να σας σκοτώσω μετά. (γέλια)


— Σ.Τ.: Artificial πορνό ίσως;

Χμμμ, μάλλον όχι, αλλά σίγουρα αυτό είναι ένα είδος «παρθένο» όπου μπορείς να κάνεις πολλά πράγματα. Τα σκληρά πορνό γυρίζονται με πολύ συγκεκριμένο τρόπο. Με εντυπωσιάζει, πάντως, που τα γυρίζουν «ατμοσφαιρικά», βάζουν και μια ιστορία... Θα πίστευε κανείς ότι το σεξ από μόνο του θα ήταν αρκετό. Δοκιμάσαμε να βάλουμε σκηνοθέτιδες να γυρίσουν σκληρά πορνό, αλλά στην ουσία δεν έβγαινε μια πραγματικά διαφορετική «ματιά». Δύσκολο είδος... (γέλια)


— Δ.Π.: Όταν κάνατε τη διακήρυξη του Δόγματος 95 στις Κάννες, πίστευες ότι θα έβρισκε τόση ανταπόκριση; Ο ίδιος ο Σπίλμπεργκ έχει δηλώσει ότι θα ήθελε να κάνει μια ταινία με αυτές τις αρχές, ενώ πρόσφατα κυκλοφόρησε στη Βρετανία ένα μανιφέστο νέων συγγραφέων με αντίστοιχους κανόνες αυτοπειθαρχίας για τη λογοτεχνία. Πιστεύεις ότι η τέχνη γενικά χρειάζεται περισσότερους κανόνες;

Νομίζω ότι στην ουσία όλοι οι καλλιτέχνες περιορίζονται, απλώς δεν το δηλώνουν όπως εμείς. Δεν ξέρω, μπορεί να φάνηκε πομπώδες ή και αστείο, αλλά ήταν η δήλωσή μας στο χαρτί ότι σκοπεύουμε να ακολουθήσουμε αυτούς τους κανόνες για μία φορά. Σκεφτήκαμε απλώς «τι θα γινόταν αν...». Το πιο ωραίο όμως –και κάτι που πολλοί παραβλέπουν– είναι ότι με αυτό τον τρόπο κινηματογράφησης μπορείς να εστιάσεις στους ηθοποιούς, να μη χάνεις χρόνο με φώτα και εφέ και τεχνικά ζητήματα. Δεν περιμένεις πέντε ώρες να στήσεις μια σκηνή για να πει ο ηθοποιός, που στο μεταξύ έχει βαρεθεί τη ζωή του, πέντε αράδες. Πρέπει να έχεις κανόνες για να τους καταργήσεις στη συνέχεια, και είμαι ο πρώτος που υποστηρίζει την αμφισβήτηση των παλιών κανόνων. (Ξαφνικά, φαίνεται απορροφημένος από σκέψεις). Συγγνώμη, μου ήρθε ξανά στο μυαλό κάτι που σκέφτομαι από το πρωί. Δεν ξέρω, ντρέπομαι λίγο, δεν είμαι σίγουρος αν έχει νόημα να το μοιραστώ. Αυτή είναι μια παράξενη συνέντευξη.

Λαρς Φον Τρίερ: Δεν μπορείς να τους κερδίζεις όλους. Δεν πρέπει κιόλας... Facebook Twitter
Η Σαρλότ Γκενσμπούργκ στον "Αντίχριστο", 2009.


— Δ.Π.: Πάντα, όμως, ήσουν πολύ «ανοικτός» στα προσωπικά σου...

Είμαι επιδειξίας, γι' αυτό! (γέλια) Τέλος πάντων, σήμερα το πρωί είχα μια αποκάλυψη. Χθες αργά το βράδυ είδα μια ταινία, ένα ντοκιμαντέρ στο οποίο ο σκηνοθέτης κινηματογραφούσε την ετοιμοθάνατη μητέρα του. Εκείνη υπέφερε πολύ κι αυτός έκλαιγε, όμως μετά στράφηκε προς την κάμερα και είπε ότι δεν έκλαιγε επειδή θα πέθαινε η μητέρα του –αυτό το είχε αποδεχτεί– αλλά επειδή συνειδητοποίησε πραγματικά για πρώτη φορά ότι κι αυτός θα πεθάνει. Το σκέφτομαι συνέχεια, όλη μέρα. Έχω τόσες φοβίες, νομίζω συνεχώς ότι έχω καρκίνο, όγκους... Κι όμως, το να αποδεχτείς πραγματικά ότι θα πεθάνεις ίσως να είναι το κλειδί, η λύτρωση. Αν με ρωτήσεις, δεν φοβάμαι τον θάνατο, τον πόνο της αρρώστιας φοβάμαι. Υπάρχει ένα διήγημα ενός Δανού συγγραφέα που διάβασα, όπου μια παρέα ανθρώπων κρεμάνε ο ένας τον άλλον και βγάζουν την αγχόνη λίγο πριν από τον θάνατο. Μόνο έτσι μπορούν να ζήσουν, έχοντας την εμπειρία του θανάτου. Ίσως αυτός πρέπει να είναι ένας από τους στόχους μου στο εξής: να συμφιλιωθώ με την ιδέα του θανάτου.


— Σ.Τ.: Δεν είναι όμως όλα θάνατος γύρω μας.

Τι εννοείς;


— Σ.Τ.: Εννοώ αυτό! (Του δείχνουμε τη φωτογραφία με τα τέσσερα παιδιά του πάνω στο γραφείο του.)

Έχεις δίκιο. Μου δίνουν μεγάλη παρηγοριά.


— Σ.Τ.: Συνηθίζεται να κάνεις τόσο πολλά παιδιά στη Δανία;

Όχι, αλλά τα έκανα με δύο συζύγους και έπρεπε να τις ευχαριστήσω και τις δύο. Εσείς έχετε παιδιά;


— Σ.Τ.: Όχι.

Δεν πειράζει. Ούτως ή άλλως, όλοι πρόκειται να πεθάνουμε.

 
— Δ.Π.: Εξακολουθείς να θεωρείς τον εαυτό σου καθολικό;

Είναι δύσκολο να το εξηγήσω αυτό. Επέλεξα τον καθολικισμό γιατί μου φαίνεται το πιο «στέρεο» δόγμα. Προσεύχομαι συχνά. Δεν πηγαίνω στην εκκλησία, αλλά προσεύχομαι. Για τα παιδιά μου κυρίως. Είναι περίεργο, πάντως. Δεν «εκπαιδεύτηκα» ποτέ πραγματικά ως καθολικός.


— Σ.Τ.: Κι αν δεν υπάρχει Θεός; Ποιο το νόημα μετά;

Υποθέτω ότι το πιο λογικό είναι να μην υπάρχει. Δεν ξέρω. Όσο για το νόημα, νομίζω πως ο μόνος σκοπός που μπορεί να έχεις είναι να είσαι όσο γίνεται καλύτερος άνθρωπος, να είσαι καλός με την οικογένεια και τους φίλους σου και με όσο περισσότερους ανθρώπους γίνεται. Δύσκολο αυτό βέβαια, ειδικά αν οι άνθρωποι είναι Ισλανδοί. (γέλια)


— Σ.Τ.: Αισθάνεσαι γνήσιο προϊόν της δανικής κουλτούρας;

Δεν έχω εμπειρίες πώς είναι να ζεις αλλού. Εδώ αισθάνομαι ασφαλής. Θα έλεγα ότι είμαι ρομαντικά Δανός. Ρομαντικά ρασιοναλιστής δηλαδή, που είναι βέβαια οξύμωρο σχήμα... Υπάρχουν, φυσικά, πολλοί Δανοί τους οποίους δεν συμπαθώ. Και ο τρόπος που βλέπω την Αμερική στην ταινία είναι περίπου όπως αυτός του Κάφκα στο «Αμέρικα». Ούτε αυτός είχε πάει ποτέ ούτε εγώ.


— Δ.Π.: Πώς είναι, άραγε, η εμπειρία να ζεις στη στερεότυπα «πιο πολιτισμένη χώρα της Ευρώπης»;

Εμείς νομίζαμε πάντα ότι οι Σουηδοί είναι οι πιο πολιτισμένοι, θεωρούμε τον εαυτό μας πιο «άγριο», κάτι σαν Ιταλοί της Σκανδιναβίας. Προφανώς ζηλεύουμε πολλές φορές το αυθόρμητο πάθος του Νότου, αλλά πιστεύω ότι και ο ιδιαίτερος σκανδιναβικός τρόπος να βλέπεις τη ζωή έχει την αξία του. Νομίζω ότι τα καταφέρνουμε καλύτερα στη συνεννόηση και στην επικοινωνία. Για τους Δανούς η ιδέα της θανατικής ποινής, όπως παρουσιάζεται στην ταινία, είναι κάτι εντελώς εξωπραγματικό, το γεγονός δηλαδή ότι το κράτος λειτουργεί ως εκδικητής. Στην Αμερική αυτό θεωρείται περίπου φυσιολογικό.

Λαρς Φον Τρίερ: Δεν μπορείς να τους κερδίζεις όλους. Δεν πρέπει κιόλας... Facebook Twitter
Mε τις πρωταγωνίστριες του "Melancholia" Κίρστεν Ντανστ και Σαρλότ Γκενσμπούργκ, 2011.


— Σ.Τ.: Πόσο έχει αλλάξει η ζωή σου τελευταία, μετά την επιτυχία της ταινίας, αλλά και της εταιρείας παραγωγής;

Έχω ένα σπορ αυτοκίνητο, μια Alfa Romeo Spider – ήταν σπόνσορες σε ένα πρότζεκτ και μου το πρόσφεραν. Ρώτησα τη γυναίκα μου και μου είπε: «Φυσικά να το πάρεις, είναι σημαντικό να απολαμβάνεις πράγματα στη ζωή χωρίς ενοχές». Τι καλή γυναίκα! Η πρώτη μου σύζυγος θα γινόταν έξαλλη: «Έχεις τέσσερα παιδιά και παίρνεις διθέσιο σπορ κάμπριο!». Είναι πολύ ωραία η αίσθηση να οδηγείς γρήγορα στην εξοχή με τη σκεπή ανοιχτή. Είναι μία από τις αξίες που ανακάλυψα εσχάτως. Αισθάνομαι ευτυχής που είμαι πια σε θέση να χρηματοδοτήσω μόνος την επόμενη ταινία μου, αλλά νιώθω –ξέρω ότι ακούγεται λίγο κομμουνιστικό– το ηθικό καθήκον να χρησιμοποιήσω τη σχετική άνεση που έχουμε για κάτι καλύτερο.


— Δ.Π.: Εξακολουθείς να παίρνεις Prozac; Δεν φοβάσαι τον εθισμό μακροπρόθεσμα;

Ναι, παίρνω ακόμα κανονικά. Νομίζω ότι μου έχει κάνει πολύ καλό, ειδικά σε σχέση με οτιδήποτε παρόμοιο έχω δοκιμάσει. Καμιά φορά φοβάμαι τον εθισμό, με την έννοια ότι σκέφτομαι να το σταματήσω, αλλά δεν θέλω με τίποτα να γυρίσω στις τρομερές κρίσεις πανικού από τις οποίες υπέφερα. Δεν τολμώ να σταματήσω, λόγω της οικογένειάς μου. Μακάρι να μην είχα ανάγκη τίποτα, αλλά για σκέψου τα παιδιά να ψάχνουν τον πατέρα τους κι αυτός να είναι κλεισμένος σ' ένα δωμάτιο με τις φοβίες του.


— Σ.Τ.: Επικοινωνείς καθόλου με την Björk;

Όχι, μετά τις Κάννες. Όχι πραγματικά, δηλαδή. Με παίρνει καμιά φορά τηλέφωνο, μου λέει ότι έχει μόνο αρνητικά πράγματα να μου πει και μετά το κλείνει. Ενεπλάκη τόσο πολύ στον ρόλο της, στον χαρακτήρα της Σέλμα, που κάποια στιγμή έγινε γι' αυτήν εφιάλτης. Και η Emily Watson (στο «Δαμάζοντας τα κύματα») είχε απορροφηθεί από τον χαρακτήρα της, αλλά επειδή ήταν επαγγελματίας ηθοποιός, το ξεπέρασε. Την Björk τη διέλυσε. Αλλά, πάλι, γι' αυτήν ακριβώς την προσωπικότητά της την επέλεξα από την αρχή και τώρα βγαίνει και λέει ότι της είχα ζητήσει μόνο να γράψει τα τραγούδια και μετά την «παγίδευσα». Και βέβαια, η ερμηνεία της, παρά τα προβλήματα που είχαμε, είναι συγκλονιστική. Υποθέτω ότι θα έπρεπε να το περιμένω ότι θα είχα μπελάδες, αλλά μάλλον είμαι πολύ «Δανός». Πιστεύω ότι μπορείς να τα βρεις με οποιονδήποτε. Ίσως είμαι πολύ αισιόδοξος.


— Σ.Τ.: Μετανιώνεις καθόλου για τη δυσάρεστη κατάληξη της σχέσης σας;

Δεν μετανιώνω ποτέ για τίποτα. Ίσως είναι άλλο ένα πράγμα που πρέπει να κατακτήσω. Μπορώ να υπερασπιστώ οποιαδήποτε απόφαση έχω πάρει. Νομίζω πως κάνω το καλύτερο που μπορώ για να είμαι εντάξει με τον εαυτό μου και με τους άλλους, και στις προσωπικές και στις επαγγελματικές σχέσεις. Αληθινά, προσπαθώ. Αν δεν είναι αρκετό, λυπάμαι...

Λαρς Φον Τρίερ: Δεν μπορείς να τους κερδίζεις όλους. Δεν πρέπει κιόλας... Facebook Twitter
Με την Björk στις Κάννες. Η Κατρίν Ντενέβ τους χειροκροτεί.

ΤΟ ΑΡΘΡΟ ΑΥΤΟ ΔΗΜΟΣΙΕΥΤΗΚΕ ΓΙΑ ΠΡΩΤΗ ΦΟΡΑ ΣΤΙΣ 30.4.2017

Οθόνες
0

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

ΔΕΙΤΕ ΑΚΟΜΑ

Εμφύλιος πόλεμος

Οθόνες / «Εμφύλιος πόλεμος»: Μυθοπλαστική εικασία ή ρεαλιστικό σενάριο;

Με μια φιλμογραφία γεμάτη ζόμπι, κλώνους και αποκυήματα φαντασίας, αυτή είναι η λιγότερο αλληγορική ταινία του Άλεξ Γκάρλαντ που επιλέγει να μην εξηγήσει τις αιτίες του διχασμού, επιμένει σε μια πολιτική ασάφεια και δεν κατονομάζει τον Τραμπ.
ΘΟΔΩΡΗΣ ΚΟΥΤΣΟΓΙΑΝΝΟΠΟΥΛΟΣ
Baby Reindeer: Ποτέ η φράση “sent from my iPhone” δεν έμοιαζε πιο τρομακτική

Daily / Baby Reindeer: Ποτέ η φράση «sent from my iPhone» δεν έμοιαζε πιο τρομακτική

Ισορροπώντας ανάμεσα στο θρίλερ, το κοινωνικό δράμα και τη μαύρη κωμωδία, η αυτοβιογραφική σειρά του Netflix αφηγείται με συνταρακτικό τρόπο μια αληθινή ιστορία κακοποίησης, μαζοχισμού και τραύματος.
ΔΗΜΗΤΡΗΣ ΠΟΛΙΤΑΚΗΣ
Γέλιο-κονσέρβα: Ο θάνατος του πιο απόκοσμου και μισητού ήχου στην τηλεόραση

Οθόνες / Γέλιο-κονσέρβα: Ο θάνατος του πιο απόκοσμου και μισητού ήχου στην τηλεόραση

Το laugh track στις κωμικές σειρές αντιπροσώπευε την ψευδαίσθηση μιας κοινότητας, αλλά τώρα ακόμη κι αυτή η ψευδαίσθηση έχει χάσει τη λάμψη της. Καμία σειρά με γέλιο-κονσέρβα δεν έχει κερδίσει το βραβείο Emmy καλύτερης κωμωδίας εδώ και σχεδόν 20 χρόνια.
THE LIFO TEAM
Σάκης Καρπάς: «O κόσμος θα μας πει να συνεχίσουμε ή θα μας στείλει σπίτι μας»

Οθόνες / Unboxholics: «O κόσμος θα μας πει να συνεχίσουμε ή θα μας στείλει σπίτι μας»

Καθώς το «Μην ανοίγεις την πόρτα», το σκηνοθετικό ντεμπούτο των Unboxholics, ετοιμάζεται να βγει στις αίθουσες, ο Σάκης Καρπάς μας μιλά για το δάσος και άλλα πράγματα που τους τρομάζουν, για αγαπημένες ταινίες και games τρόμου, αλλά και για την άδικη δαιμονοποίηση των gamers.
ΓΙΑΝΝΗΣ ΒΑΣΙΛΕΙΟΥ
Γιατί επιστρέφουμε συνεχώς στο σινεμά των 90s;

Pulp Fiction / Γιατί επιστρέφουμε συνεχώς στο σινεμά των '90s;

Είναι η δεκαετία του '90 η καλύτερη όλων στο σινεμά; Ο Θοδωρής Κουτσογιαννόπουλος συζητά με την κριτικό και αρθρογράφο της LiFO Ειρήνη Γιαννάκη για τη δεκαετία που ξεκίνησε με το «Pretty Woman», το «Goodfellas», το «Χορεύοντας με τους λύκους» και το «Μόνος στο σπίτι» και έκλεισε με τα «Μάτια ερμητικά κλειστά», την «Έκτη αίσθηση», το «Matrix» και το «Fight Club».
ΘΟΔΩΡΗΣ ΚΟΥΤΣΟΓΙΑΝΝΟΠΟΥΛΟΣ
«Ghostwatch»: H ταινία τρόμου που προκάλεσε πανικό στο βρετανικό κοινό

Οθόνες / «Ghostwatch»: Γιατί αυτή η ταινία τρόμου προκάλεσε πανικό στο βρετανικό κοινό το 1992;

H κυκλοφορία του «Late Night with the Devil» στους κινηματογράφους ξαναφέρνει στην επικαιρότητα μια πρωτοποριακή και πέρα για πέρα ανατριχιαστική δημιουργία του BBC, που προκάλεσε πανικό και ακραίες αντιδράσεις στη Βρετανία το 1992, οδηγώντας έναν νεαρό τηλεθεατή στην αυτοκτονία.
ΓΙΑΝΝΗΣ ΒΑΣΙΛΕΙΟΥ
Πάτρικ Τατόπουλος: Ο designer που σχεδίασε το Μπάτμομπιλ, τον Γκοτζίλα και έναν δονητή για το «Seven»

Οθόνες / Πάτρικ Τατόπουλος: Ο designer που σχεδίασε το Μπάτμομπιλ, τον Γκοτζίλα και έναν δονητή για το «Seven»

Ο διάσημος Ελληνογάλλος σκηνογράφος του Χόλιγουντ μιλά στη LiFO για την τέχνη του, για το «Independence Day», το «Dark City», το «Poor Things» και την «Barbie», και για τότε που ο Φίντσερ του ζήτησε να του σχεδιάσει έναν δονητή.
ΓΙΑΝΝΗΣ ΒΑΣΙΛΕΙΟΥ
«Back to Black»: Aξίζει η κινηματογραφική βιογραφία της Έιμι Γουάινχαουζ

The Review / «Back to Black»: Είναι η ταινία για την Έιμι Γουάινχαουζ αντάξια του μύθου της;

Ο Γιάννης Βασιλείου και ο Άκης Καπράνος είδαν την ταινία της Σαμ Τέιλορ-Τζόνσον μέχρι τέλους, επιβίωσαν και βρέθηκαν στο στούντιο της LiFO για να συζητήσουν για την εμπειρία τους και για τα στοιχεία που κάνουν καλή μια κινηματογραφική μουσική βιογραφία.
ΓΙΑΝΝΗΣ ΒΑΣΙΛΕΙΟΥ
Kirsten Dunst: «Το σενάριο του Ευθύμη Φιλίππου για το “Kinds of Kindness” είναι ό,τι πιο weird έχω διαβάσει ποτέ!»

Οθόνες / Kirsten Dunst: «Το σενάριο του Ευθύμη Φιλίππου για το “Kinds of Kindness” είναι ό,τι πιο weird έχω διαβάσει ποτέ»

Με αφορμή τον πολυσυζητημένο «Εμφύλιο Πόλεμο» του Άλεξ Γκάρλαντ, η Αμερικανίδα ηθοποιός συζητά με τον Θοδωρή Κουτσογιαννόπουλο για τους ρόλους που την απελευθερώνουν, για την ανάγκη να υπάρχουν γυναίκες ηγέτιδες στην πολιτική, για τα πιο ιδιαίτερα σενάρια που έχουν πέσει στα χέρια της, όπως αυτό της τελευταίας ταινίας του Γιώργου Λάνθιμου.
ΘΟΔΩΡΗΣ ΚΟΥΤΣΟΓΙΑΝΝΟΠΟΥΛΟΣ
Η Αστυγραφία πάει σινεμά

Οθόνες / Αστυγραφίες στην οθόνη: 24 ταινίες με πρωταγωνιστή την πόλη προβάλλονται στο αφιέρωμα της Ταινιοθήκης

Το πρόγραμμα που έχει καταρτιστεί σε συνεργασία με την Πινακοθήκη περιλαμβάνει 24 ταινίες, μεγάλου και μικρού μήκους, μυθοπλασίας αλλά και ντοκιμαντέρ, ελληνικές και ξένες, όπου πρωταγωνιστεί η πόλη αλλά και αναγνωρίσιμοι τύποι της ανθρωπογεωγραφίας και της κοινωνικής διαστρωμάτωσης.
ΧΡΗΣΤΟΣ ΠΑΡΙΔΗΣ
Κύρος Παπαβασιλείου: «Η ζωή είναι το μόνο μας καταφύγιο»

Οθόνες / Κύρος Παπαβασιλείου: «Η ζωή είναι το μόνο μας καταφύγιο»

Ο σκηνοθέτης της ταινίας «Κάμπια Νύμφη Πεταλούδα» μίλησε στη LIFO για τον γραμμικό χρόνο, για την ανάγκη να δώσουμε φωνή στα ανείπωτα και για όσα κρύβονται πίσω από αυτόν τον ιδιαίτερο τίτλο.
ΓΙΑΝΝΗΣ ΒΑΣΙΛΕΙΟΥ
Θα δούμε ποτέ στις αίθουσες το νέο, επικό αριστούργημα του Κόπολα;

Οθόνες / Θα δούμε ποτέ στις αίθουσες το νέο, επικό αριστούργημα του Κόπολα;

Ο κορυφαίος σκηνοθέτης χρηματοδότησε μόνος του την παραγωγή του φιλόδοξου “Megalopolis” που προβλήθηκε πριν μερικές μέρες σε κλειστό κύκλο επιφανών εκπροσώπων του Χόλιγουντ και τώρα βρίσκεται σε διαπραγματεύσεις για την διανομή της με τα μεγάλα στούντιο
THE LIFO TEAM