Η Μισέλ Ομπάμα για τα ρούχα της, τη Vogue και τον «τραμπούκο, ελεεινό» Τραμπ Facebook Twitter

Η Μισέλ Ομπάμα για τα ρούχα της, τη Vogue και τον «τραμπούκο, ελεεινό» Τραμπ

0

1.

Τα ρούχα μου είχαν μεγαλύτερη σημασία απ' ό,τι είχα να πω

ΚΑΠΟΙΑ ΣTIΓΜΗ ΚΑΤΑ ΤΗΝ ΠΡΟΕΚΛΟΓΙΚΗ ΕΚΣΤΡΑΤΕΙΑ ΤΟΥ Μπαράκ, οι άνθρωποι άρχισαν να δίνουν σημασία στο τι φορούσα. Ή, τουλάχιστον, τα μέσα μαζικής ενημέρωσης άρχισαν να το προσέχουν, γεγονός που έκανε και τους μπλόγκερ μόδας να το προσέξουν και κατά συνέπεια να αρχίσουν διάφορα σχόλια στο Διαδίκτυο. Δεν ξέρω σε τι ακριβώς οφειλόταν αυτό –ίσως στο ότι είμαι ψηλή και δεν με τρομάζουν τα τολμηρά μοτίβα–, αλλά έτσι είχαν τα πράγματα.

Όταν φορούσα ίσια παπούτσια αντί για τακούνια γινόταν είδηση. Τα μαργαριτάρια μου, οι ζώνες μου, οι ζακέτες μου, τα φορέματά μου από το J. Crew, η κατά τα φαινόμενα θαρραλέα επιλογή μου να φορέσω λευκή τουαλέτα στην ορκωμοσία – όλα φαινόταν να προκαλούν μια πληθώρα απόψεων και αστραπιαία ανατροφοδότηση. Φόρεσα ένα μελιτζανί φόρεμα χωρίς μανίκια στην ομιλία του Μπαράκ στην κοινή συνεδρίαση του Κογκρέσου και ένα μαύρο φόρεμα με τιράντες για την επίσημη φωτογράφισή μου στο Λευκό Οίκο, και ξαφνικά τα χέρια μου έκαναν πρωτοσέλιδα. Αργά το καλοκαίρι του 2009, κάναμε ένα οικογενειακό ταξίδι στο Γκραντ Κάνιον και έγινε σάλος επειδή έκανα την αποκοτιά να κατέβω από το Air Force One (με θερμοκρασία 41 βαθμών, σημειωτέον), φορώντας σορτς.

Κατά τα φαινόμενα, τα ρούχα μου είχαν μεγαλύτερη σημασία απ' ό,τι είχα να πω. Στο Λονδίνο, είχα κατέβει δακρυσμένη από το βάθρο ύστερα από την ομιλία μου προς τα κορίτσια της Σχολής Ελίζαμπεθ Γκάρετ Άντερσον, μόνο για να μάθω ότι το πρώτο ερώτημα που απηύθυνε σε μία από τις βοηθούς μου ένας δημοσιογράφος που κάλυπτε την εκδήλωση ήταν, «Ποιος έφτιαξε το φόρεμά της;».

Αυτά τα πράγματα με έφερναν σε απόγνωση, αλλά προσπαθούσα να τα μετατρέπω σε ευκαιρίες για να μαθαίνω, να εκμεταλλεύομαι τη δύναμη που μπορούσα να αντλήσω από μια κατάσταση που δεν ήταν ποτέ δική μου επιλογή. Αν οι άνθρωποι ξεφύλλιζαν ένα περιοδικό κυρίως για να δουν τα ρούχα που φορούσα, ήλπιζα ότι θα έβλεπαν επίσης και τη σύζυγο του στρατιώτη που στεκόταν δίπλα μου ή θα διάβαζαν όσα είχα να πω για την υγεία των παιδιών.

Αν οι άνθρωποι ξεφύλλιζαν ένα περιοδικό κυρίως για να δουν τα ρούχα που φορούσα, ήλπιζα ότι θα έβλεπαν επίσης και τη σύζυγο του στρατιώτη που στεκόταν δίπλα μου ή θα διάβαζαν όσα είχα να πω για την υγεία των παιδιών.

Όταν η Vogue πρότεινε να με βάλει στο εξώφυλλο του περιοδικού λίγο μετά την εκλογή του Μπαράκ, η ομάδα μου συζητούσε μήπως κάτι τέτοιο θα με έκανε να φανώ ρηχή ή ελιτίστρια σε μια περίοδο που η οικονομία αντιμετώπιζε προβλήματα, αλλά τελικά αποφασίσαμε να προχωρήσουμε. Κάθε φορά που μια έγχρωμη γυναίκα εμφανιζόταν στο εξώφυλλο ενός περιοδικού ήταν καλό. Επίσης, επέμεινα να επιλέξω εγώ τι θα φορούσα, διαλέγοντας φορέματα του Τζέισον Γου και του Ναρσίσο Ροντρίγκες, ταλαντούχου Λατινοαμερικανού σχεδιαστή, για τη φωτογράφιση.


Ήξερα κάποια πράγματα από μόδα, αλλά όχι πολλά. Ως εργαζόμενη μητέρα, δεν μου έμενε χρόνος να δίνω ιδιαίτερη σημασία στο τι φορούσα. Κατά τη διάρκεια της εκστρατείας, έκανα τα περισσότερα ψώνια μου σε μπουτίκ στο Σικάγο, όπου είχα την καλή τύχη να συναντήσω μια νεαρή πωλήτρια ονόματι Μέρεντιθ Κουπ. Η Μέρεντιθ, που είχε μεγαλώσει στο Σεντ Λούις, ήταν οξυδερκής, γνώριζε πολλά για τους διάφορους σχέδιαστές και είχε μια παιχνιδιάρικη αίσθηση του χρώματος και της υφής. Μετά την εκλογή του Μπαρόκ κατάφερα να την πείσω να μετακομίσει στην Ουάσινγκτον και να δουλέψει κοντά μου ως προσωπική βοηθός και στυλίστρια της γκαρνταρόμπας μου. Πολύ γρήγορα, έγινε και έμπιστη φίλη.

Η Μισέλ Ομπάμα για τα ρούχα της, τη Vogue και τον «τραμπούκο, ελεεινό» Τραμπ Facebook Twitter

Μερικές φορές τον μήνα η Μέρεντιθ κουβαλούσε κρεμάστρες με ρούχα στο μπουντουάρ μου και περνούσαμε μια-δυο ώρες προβάροντας και διαλέγοντας ρούχα για ό,τι υπήρχε στο πρόγραμμά μου τις ερχόμενες εβδομάδες. Πλήρωνα για όλα τα ρούχα και τα αξεσουάρ μου – με μόνη εξαίρεση κάποια κομμάτια, όπως οι σινιέ τουαλέτες που φορούσα στις επίσημες δεξιώσεις, τις οποίες μου δάνειζαν οι σχεδιαστές και αργότερα δωρίζονταν στο Εθνικό Αρχείο, συνεχίζοντας την παράδοση της δεοντολογίας του Λευκού Οίκου.

Όσο για τις επιλογές μου, προσπαθούσα να είμαι κάπως απρόβλεπτη, για να αποτρέπω όποιον θεωρούσε σκόπιμο να αποδώσει κάποιο μήνυμα σε αυτό που φορούσα. Ήταν μια λεπτή ισορροπία. Έπρεπε να ξεχωρίζω χωρίς να επισκιάζω τους άλλους, να ταιριάζω με το περιβάλλον, αλλά να μην γίνομαι αόρατη. Ως μαύρη γυναίκα, επίσης, ήξερα ότι θα με επέκριναν αν έδινα την εντύπωση ότι γινόμουν επιδεικτική ή σνομπ αφενός και υπερβολικά απλή αφετέρου. Κι έτσι, τα ανακάτευα. Συνδύαζα μια φούστα Μάικλ Κορς με ένα μπλουζάκι από το Gap. Φορούσα κάτι από το Target τη μια μέρα και την επομένη Ντάιαν φον Φίρστενμπεργκ.

Ήθελα να στρέψω την προσοχή και να προωθήσω τους Αμερικανούς σχεδιαστές, ειδικά εκείνους που ήταν λιγότερο καταξιωμένοι, έστω και αν μερικές φορές εκνεύριζα τους σχεδιαστές της παλιάς φρουράς, συμπεριλαμβανομένου του Όσκαρ ντε λα Ρέντα που, όπως έλεγαν οι φήμες, ήταν δυσαρεστημένος επειδή δεν φορούσα τις δημιουργίες του. Για μένα, οι επιλογές μου ήταν απλώς ένας τρόπος να χρησιμοποιήσω την περίεργη σχέση μου με το ενδιαφέρον του κοινού και τους ανερχόμενους δημιουργούς στον πολιτικό κόσμο και φρόντιζα να το θυμάμαι κάθε φορά που φορούσα κάτι.

Απαιτούσε χρόνο, σκέψη και χρήματα – περισσότερα χρήματα απ' όσα είχα ξοδέψει ποτέ για ρούχα, απαιτούσε επίσης προσεκτική έρευνα από τη Μέρεντιθ, ιδιαίτερα στα ταξίδια στο εξωτερικό. Συχνά περνούσε ώρες ολόκληρες φροντίζοντας έτσι ώστε οι σχεδιαστές, τα χρώματα και τα στυλ που θα επιλέγαμε να εκφράζουν τον δέοντα σεβασμό προς τους ανθρώπους και τις χώρες που επισκεπτόμασταν. Η Μέρεντιθ ψώνιζε επίσης για τη Σάσα και τη Μαλία πριν από μια δημόσια εκδήλωση, πράγμα που διόγκωνε τη συνολική δαπάνη, αλλά κι αυτές είχαν το βλέμμα του κόσμου πάνω τους.

Η Μισέλ Ομπάμα για τα ρούχα της, τη Vogue και τον «τραμπούκο, ελεεινό» Τραμπ Facebook Twitter
Μερικές φορές αναστέναζα βλέποντας τον Μπαράκ να βγάζει το ίδιο σκούρο κουστούμι από την ντουλάπα του και να γυρίζει στη δουλειά του χωρίς να χρειάζεται καν να χτενιστεί.
Η Μισέλ Ομπάμα για τα ρούχα της, τη Vogue και τον «τραμπούκο, ελεεινό» Τραμπ Facebook Twitter
Το θεαθήναι λίγο πολύ όριζε τα πάντα.

Μερικές φορές αναστέναζα βλέποντας τον Μπαράκ να βγάζει το ίδιο σκούρο κουστούμι από την ντουλάπα του και να γυρίζει στη δουλειά του χωρίς να χρειάζεται καν να χτενιστεί. Η μεγαλύτερη έγνοια του σε αυτό το ζήτημα ήταν αν θα έβγαζε το σακάκι του ή όχι σε μια δημόσια εκδήλωση ή αν θα φορούσε ή όχι γραβάτα. Η Μέρεντιθ κι εγώ φροντίζαμε να είμαστε πάντα προετοιμασμένες. Όταν ταξίδευα έπαιρνα μαζί μου εφεδρικά ρούχα, προβλέποντας μεταβολές στον καιρό και το χρονοδιάγραμμα, για να μη μιλήσω για εφιαλτικά σενάρια που αφορούσαν χυμένο κρασί ή χαλασμένα φερμουάρ.

Έμαθα επίσης ότι ήταν σημαντικό, ανεξάρτητα από το πού πηγαίναμε και γιατί, να πακετάρει κανείς πάντα ένα φόρεμα κατάλληλο για κηδεία, επειδή κάποιες φορές ειδοποιούσαν τον Μπαράκ τελευταία στιγμή για τον θάνατο κάποιου στρατιωτικού, γερουσιαστή ή ξένου ηγέτη.

Το θεαθήναι λίγο πολύ όριζε τα πάντα. Στο μπουντουάρ μου έβαζα ένα νέο φόρεμα κι έπειτα έκανα βαθύ κάθισμα, πηδούσα ψηλά, ανέμιζα τα χέρια μου, για να είμαι σίγουρη ότι μπορούσα να κινηθώ ελεύθερα. Οτιδήποτε με περιόριζε πολύ το έβαζα πίσω στην κρεμάστρα.

Κατέληξα να εξαρτώμαι σε μεγάλο βαθμό από τη Μέρεντιθ αλλά και από τον Τζόνι Ράιτ, τον αεικίνητο κομμωτή μου με το γάργαρο γέλιο και τη γλώσσα που πήγαινε ροδάνι, και τον Καρλ Ρέι, τον γλυκομίλητο και σχολαστικό μακιγιέρ μου. Αυτοί οι τρεις (που οι άλλοι από την ομάδα μου τους είχαν κολλήσει το παρατσούκλι «τράικαστ»*) μου έδιναν την αυτοπεποίθηση που χρειαζόμουν για να βγαίνω στο κοινό κάθε μέρα, μιας και όλοι μας ξέραμε ότι το παραμικρό στραβοπάτημα θα οδηγούσε σε μπαράζ γελοιοποίησηςκαι μοχθηρών σχολίων.

Ποτέ δεν είχα φανταστεί ότι θα προσλάμβανα άλλους για να φροντίζουν την εικόνα μου και στην αρχή η ιδέα μού ήταν δυσάρεστη. Αλλά γρήγορα ανακάλυψα μια αλήθεια για την οποία κανείς δεν μιλάει: σήμερα, σχεδόν κάθε γυναίκα στη δημόσια σφαίρα –πολιτικοί, διασημότητες και τα λοιπά– έχει κάποια έκδοση των Μέρεντιθ, Τζόνι και Καρλ. Είναι προαπαιτούμενο, ένα αντίτιμο για τα δύο μέτρα και σταθμά που επικρατούν στην κοινωνία μας.


Τι έκαναν οι προηγούμενες Πρώτες Κυρίες για την κόμμωση, το μακιγιάζ και την γκαρνταρόμπα τους; Δεν είχα ιδέα. Ποτέ δεν είχα συζητήσει γι' αυτά τα θέματα με καμία τους. Πολλές φορές, κατά τη διάρκεια αυτού του πρώτου έτους στον Λευκό Οίκο έπαιρνα βιβλία που είτε είχαν γράψει οι ίδιες είτε είχαν γραφτεί για προηγούμενες Πρώτες Κυρίες, αλλά κάθε φορά τα άφηνα πάλι στη θέση τους. Σχεδόν δεν ήθελα να μάθω σε τι μοιάζαμε και σε τι διαφέραμε.

Η Μισέλ Ομπάμα για τα ρούχα της, τη Vogue και τον «τραμπούκο, ελεεινό» Τραμπ Facebook Twitter
Ήθελα οι Αμερικανοί να καταλάβουν ότι ο λόγος του μίσους που άκουγαν από τις τηλεοράσεις τους δεν αντανακλούσε το αληθινό πνεύμα της χώρας μας

Ωστόσο, τον Σεπτέμβριο είχα ένα ευχάριστο και μάλλον καθυστερημένο μεσημεριανό γεύμα με τη Χίλαρι Κλίντον στην τραπεζαρία της κατοικίας. Μετά την εκλογή του, προς έκπληξή μου, ο Μπαράκ είχε επιλέξει τη Χίλαρι ως υπουργό Εξωτερικών και οι δυο τους είχαν καταφέρει να αφήσουν στην άκρη την αντιπαλότητα της εκστρατείας των προκριματικών και να οικοδομήσουν μια παραγωγική σχέση εργασίας. Μου μίλησε με ειλικρίνεια για το λάθος που είχε κάνει να πιστέψει ότι ο αμερικανικός λαός ήταν έτοιμος να δεχτεί μια δραστήρια και μαχητική Πρώτη Κυρία.

Ως σύζυγος του κυβερνήτη του Άρκανσο, η Χίλαρι είχε κρατήσει τη θέση της στη δικηγορική εταιρεία της οποίας ήταν εταίρος, βοηθώντας παράλληλα στις προσπάθειες του συζύγου της για τη βελτίωση της υγειονομικής περίθαλψης και της εκπαίδευσης. Φτάνοντας στην Ουάσινγκτον με την ίδια επιθυμία και ενέργεια για να συνεισφέρει, όμως, είχε αποκρουστεί σθεναρά και είχε διαπομπευθεί για την ανάληψη πολιτικού ρόλου στο έργο του Λευκού Οίκου για τη μεταρρύθμιση της υγειονομικής περίθαλψης.

Το μήνυμα είχε δοθεί με βροντερή, ωμή ειλικρίνεια: οι ψηφοφόροι είχαν εκλέξει τον σύζυγό της, όχι εκείνην. Οι Πρώτες Κυρίες δεν είχαν θέση στη Δυτική Πτέρυγα. Είχε προσπαθήσει να κάνει πάρα πολλά πολύ γρήγορα, όπως αποδείχθηκε, και είχε πέσει σε τοίχο.

Ήθελα να στρέψω την προσοχή και να προωθήσω τους Αμερικανούς σχεδιαστές, ειδικά εκείνους που ήταν λιγότερο καταξιωμένοι, έστω και αν μερικές φορές εκνεύριζα τους σχεδιαστές της παλιάς φρουράς, συμπεριλαμβανομένου του Όσκαρ ντε λα Ρέντα

Εγώ προσπαθούσα να έχω πάντα κατά νου αυτό τον τοίχο, μαθαίνοντας από την εμπειρία άλλων Πρώτων Κυριών, φροντίζοντας να μην μπλέκομαι μέσα ή απροκάλυπτα στις υποθέσεις της Δυτικής Πτέρυγας. Αντί γι' αυτό, ανέθετα στο προσωπικό μου να επικοινωνεί καθημερινά με το προσωπικό του Μπαράκ, να ανταλλάσσει συμβουλές, να συγχρονίζει τα χρονοδιαγράμματα και να ανασκοπεί κάθε σχέδιο. Οι σύμβουλοι του Προέδρου, κατά τη γνώμη μου, ενδιαφέρονταν υπερβολικά για τα προσχήματα.

Κάποια στιγμή, αρκετά χρόνια αργότερα, όταν αποφάσισα να κάνω φράντζες στα μαλλιά μου, οι βοηθοί μου θα αισθάνονταν την ανάγκη να ρωτήσουν πρώτα τους συμβούλους του Μπαράκ για να βεβαιωθούμε ότι δεν υπήρχε πρόβλημα. Με την οικονομία σε άσχημη κατάσταση, η ομάδα του Μπαράκ ήταν συνεχώς σε επιφυλακή για να μη βγει από τον Λευκό Οίκο η παραμικρή εικόνα που θα μπορούσε να θεωρηθεί επιπόλαιη ή ρηχή, δεδομένης της σοβαρότητας των καιρών που ζούσαμε.

Αυτό δεν μου καθόταν πάντα καλά. Ήξερα από εμπειρία ότι ακόμη και σε δύσκολους καιρούς, ίσως ειδικά σε δύσκολους καιρούς, δεν ήταν κακό να γελάς. Για χάρη των παιδιών, ειδικότερα, έπρεπε να βρίσκει κανείς τρόπους να διασκεδάζει. Σε αυτό τον τομέα η ομάδα μου είχε κάποια προστριβή με τους υπεύθυνους επικοινωνίας του Μπαράκ για την ιδέα μου να διοργανώσω αποκριάτικο πάρτι για παιδιά στο Λευκό Οίκο.

Η Δυτική Πτέρυγα, ιδιαίτερα ο Ντέιβιντ Άξελροντ, τώρα ανώτερος σύμβουλος της κυβέρνησης, και ο υπουργός Τύπου Ρόμπερτ Γκιμπς, πίστευαν ότι θα θεωρούνταν πολύ επιδεικτικό, πολύ δαπανηρό και θα μπορούσε ενδεχομένως να βλάψει την εικόνα που είχε ο κόσμος για τον Μπαράκ. «Δεν θα φανεί ωραίο», όπως το έθεσαν. Διαφώνησα, υποστηρίζοντας ότι ένα αποκριάτικο πάρτι για τα παιδιά της περιοχής και οικογένειες στρατευμένων που δεν είχαν δει ποτέ τον Λευκό Οίκο δεν θα επιβάρυνε ιδιαίτερα τον προϋπολογισμό του γραφείου κοινωνικών εκδηλώσεων.

Η Μισέλ Ομπάμα για τα ρούχα της, τη Vogue και τον «τραμπούκο, ελεεινό» Τραμπ Facebook Twitter
Με είχαν περιγελάσει και με είχαν απειλήσει πολλές φορές ως τότε, με είχαν απορρίψει επειδή ήμουν μαύρη, γυναίκα και δυναμική.


Ο Αξ και ο Γκιμπς δεν συναίνεσαν απόλυτα, αλλά από κάποιο σημείο και μετά σταμάτησαν να μας φέρνουν αντιρρήσεις. Στα τέλη Οκτωβρίου, προς μεγάλη μου χαρά, μια κολοκύθα πεντακοσίων κιλών στρογγυλοκαθόταν στο γρασίδι του Λευκού Οίκου. Μια μπάντα πνευστών με στολές σκελετών έπαιζε τζαζ μουσική, ενώ μια γιγαντιαία μαύρη αράχνη κατέβαινε από τη Βόρεια Πύλη. Στεκόμουν μπροστά από τον Λευκό Οίκο ντυμένη λεοπάρδαλη –με μαύρο παντελόνι, πουά τοπ και αυτιά αιλουροειδούς σε στέκα για τα μαλλιά–, ενώ ο Μπαράκ, που δεν συμπαθούσε τις μεταμφιέσεις ακόμη και προτού αρχίσει να έχει σημασία το θεαθήναι, στεκόταν δίπλα μου, φορώντας ένα απλό πουλόβερ. (Ο Γκιμπς, προς τιμήν του, εμφανίστηκε ντυμένος ως Νταρθ Βέιντερ, έτοιμος να το διασκεδάσει).

Εκείνο το βράδυ μοιράσαμε σακούλια με μπισκότα, αποξηραμένα φρούτα και Μ&Μ μέσα σε κουτιά διακοσμημένα με το προεδρικό έμβλημα, καθώς περισσότεροι από δύο χιλιάδες μικρές πριγκίπισσες, Μαύροι Θεριστάδες, πειρατές, υπερήρωες, φαντάσματα και ποδοσφαιριστές ανηφόριζαν το γκαζόν για να φτάσουν ως εμάς. Κατά την άποψή μου, εκείνο το βράδυ όλα έδειχναν μια χαρά.

Η Μισέλ Ομπάμα για τα ρούχα της, τη Vogue και τον «τραμπούκο, ελεεινό» Τραμπ Facebook Twitter
Τα παιδικά χρόνια της Μισέλ

2.

Ο τραμπούκος, χυδαίος, πρόστυχος Τραμπ

ΚΑΤΑ ΤΑ ΤΕΛΗ ΙΟΥΛΙΟΥ, πετούσα μέσα από σφοδρή καταιγίδα, με το αεροπλάνο να βουτάει και να τραντάζεται καθώς πλησιάζαμε στη Φιλαδέλφεια, όπου επρόκειτο να μιλήσω για τελευταία φορά σε ένα συνέδριο των Δημοκρατικών. Ήταν ίσως από τις χειρότερες αναταράξεις που είχα βιώσει ποτέ και ενώ η Καρολάιν Άντλερ Μοράλες, η υπεύθυνη επικοινωνίας μου που βρισκόταν σε προχωρημένη εγκυμοσύνη, ανησυχούσε μήπως γεννήσει πρόωρα από τον φόβο και η Μελίσα –που έτσι κι αλλιώς έτρεμε τα αεροπορικά ταξίδια ακόμη και σε κανονικές συνθήκες– τσίριζε αρπαγμένη από το κάθισμά της, το μόνο που μπορούσα να σκεφτώ ήταν «ας προσγειωθούμε εγκαίρως για να προβάρω την ομιλία μου». Αν και είχα αποκτήσει μια σχετική άνεση στο να μιλάω σε μεγαλύτερα ακροατήρια, το να μπορώ να προετοιμάζομαι με ανακούφιζε πολύ.

Πίσω στο 2008, κατά τη διάρκεια της πρώτης εκστρατείας του Μπαράκ για την προεδρία, είχα προβάρει και ξαναπροβάρει την ομιλία μου στο συνέδριο τόσες φορές, που μπορούσα να βάλω τα κόμματα ακόμη και στον ύπνο μου, εν μέρει επειδή δεν είχα μιλήσει ποτέ σε ζωντανή τηλεοπτική μετάδοση αλλά και επειδή τα προσωπικά διακυβεύματα ήταν τόσο υψηλά.

Ανέβαινα στην εξέδρα, ενώ στο μεταξύ είχα δαιμονοποιηθεί ως μια θυμωμένη μαύρη γυναίκα που δεν αγαπούσε τη χώρα της. Η ομιλία μου εκείνη τη νύχτα μού έδωσε την ευκαιρία να αποκαταστησω προς τα έξω την ανθρώπινη ιδιότητά μου, εξηγώντας ποια είμαι με τη δική μου φωνή, σκοτώνοντας τις καρικατούρες και τα στερεότυπα με τα δικά μου λόγια. Τέσσερα χρόνια αργότερα, στο συνέδριο στο Σάρλοτ της Βόρειας Καρολίνας είχα μιλήσει από καρδιάς γι' αυτό που είχα δει στον Μπαράκ κατά την πρώτη του θητεία –ότι ήταν ακόμη ο ίδιος ο άνθρωπος με αρχές που είχα παντρευτεί–, για το πώς συνειδητοποίησα ότι «το να είσαι Πρόεδρος δεν αλλάζει το ποιος είσαι· αποκαλύπτει ποιος είσαι».

Από παιδί, πίστευα ότι είναι σημαντικό να υψώνει κανείς το ανάστημά του στους τραμπούκους χωρίς να πέφτει στο επίπεδό τους. Και για να είμαστε σαφείς, βρισκόμασταν τώρα αντιμέτωποι με έναν τραμπούκο, έναν άνθρωπο ο οποίος, μεταξύ άλλων, έθιγε τις μειονότητες και εξέφραζε την περιφρόνησή του για τους αιχμαλώτους πολέμου, εξευτελίζοντας την αξιοπρέπεια της χώρας μας σχεδόν με κάθε φράση του.

Αυτήν τη φορά, περιόδευα για τη Χίλαρι Κλίντον, την πρώην αντίπαλο του Μπαράκ στις άγριες προκαταρκτικές του 2008, που στη συνέχεια είχε γίνει η πιστή και αποτελεσματική υπουργός του των Εξωτερικών. Ποτέ δεν θα αισθανόμουν τόσο πάθος για έναν άλλο υποψήφιο όσο για τον σύζυγό μου, πράγμα που μερικές φορές έκανε την προεκλογική εκστρατεία κάπως δύσκολη για μένα. Διατηρούσα όμως απαρέγκλιτα μια αρχή όταν επρόκειτο να μιλήσω δημοσίως για οτιδήποτε ή οποιονδήποτε στην πολιτική σφαίρα: να λέω μόνο αυτό που πιστεύω απόλυτα και αυτό που αισθάνομαι απόλυτα.

Προσγειωθήκαμε στη Φιλαδέλφεια και έσπευσα στο συνεδριακό κέντρο, προλαβαίνοντας μόνο να αλλάξω ρούχα και να διαβάσω πεταχτά την ομιλία μου δύο φορές. Επειτα, βγήκα έξω και είπα την αλήθεια μου. Μίλησα για τους φόβους που είχα αρχικά για το να μεγαλώνω τις κόρες μου στον Λευκό Οίκο και πόσο περήφανη ήμουν για τις έξυπνες νέες γυναίκες που είχαν γίνει. Είπα ότι έχω εμπιστοσύνη στη Χίλαρι επειδή καταλάβαινε τις απαιτήσεις της προεδρίας και είχε στόφα ηγέτη, επειδή ήταν εξίσου κατάλληλη με οποιονδήποτε υποψήφιο στα χρονικά. Και κατανοούσα την ακραία φύση της επιλογής μπροστά στην οποία βρισκόταν η χώρα.

Η Μισέλ Ομπάμα για τα ρούχα της, τη Vogue και τον «τραμπούκο, ελεεινό» Τραμπ Facebook Twitter
Η Μισέλ Ομπάμα για τα ρούχα της, τη Vogue και τον «τραμπούκο, ελεεινό» Τραμπ Facebook Twitter
Ο γάμος

Από παιδί, πίστευα ότι είναι σημαντικό να υψώνει κανείς το ανάστημά του στους τραμπούκους χωρίς να πέφτει στο επίπεδό τους. Και για να είμαστε σαφείς, βρισκόμασταν τώρα αντιμέτωποι με έναν τραμπούκο, έναν άνθρωπο ο οποίος, μεταξύ άλλων, έθιγε τις μειονότητες και εξέφραζε την περιφρόνησή του για τους αιχμαλώτους πολέμου, εξευτελίζοντας την αξιοπρέπεια της χώρας μας σχεδόν με κάθε φράση του. Ήθελα οι Αμερικανοί να καταλάβουν ότι οι λέξεις έχουν σημασία – ότι ο λόγος του μίσους που άκουγαν από τις τηλεοράσεις τους δεν αντανακλούσε το αληθινό πνεύμα της χώρας μας και ότι μπορούσαμε να τον καταψηφίσουμε.'

Εκανα έκκληση για αξιοπρέπεια – την ιδέα ότι, ως έθνος, μπορούσαμε να κρατηθούμε από αυτό το θεμελιώδες πράγμα που είχε στηρίξει την οικογένειά μου εδώ και τρεις γενιές. Η αξιοπρέπεια μας είχε βοηθήσει πάντα να τα καταφέρουμε. Ήταν επιλογή, και όχι πάντα η ευκολότερη, αλλά οι άνθρωποι που σεβόμουν περισσότερο στη ζωή το έκαναν ξανά και ξανά, κάθε μέρα. Υπήρχε ένα μότο που ο Μπαράκ κι εγώ προσπαθούσαμε να ακολουθούμε στη ζωή μας, και το είπα εκείνο το βράδυ από την εξέδρα: «Όταν αυτοί πέφτουν χαμηλά, εμείς πηγαίνουμε ψηλότερα».


Δύο μήνες αργότερα, λίγες μόνο εβδομάδες πριν από τις εκλογές, θα έβγαινε στην επιφάνεια ένα βίντεο που έδειχνε τον Ντόναλντ Τραμπ σε μια στιγμή αυθορμητισμού να κοκορεύεται σε έναν τηλεοπτικό παραγωγό, το 2005, ότι είχε επιτεθεί σεξουαλικά σε διάφορες γυναίκες, χρησιμοποιώντας γλώσσα τόσο πρόστυχη και χυδαία που έφερε τα μέσα ενημέρωσης σε δίλημμα για το πώς να το παραθέσουν χωρίς να παραβιάσουν τα καθιερωμένα όρια ευπρέπειας. Τελικά, τα όρια της ευπρέπειας απλώς χαμήλωσαν για να δώσουν χώρο στη φωνή του υποψηφίου.

Η Μισέλ Ομπάμα για τα ρούχα της, τη Vogue και τον «τραμπούκο, ελεεινό» Τραμπ Facebook Twitter
Η Μισέλ Ομπάμα για τα ρούχα της, τη Vogue και τον «τραμπούκο, ελεεινό» Τραμπ Facebook Twitter

Όταν το άκουσα, δεν μπορούσα να το πιστέψω. Και πάλι, υπήρχε κάτι οδυνηρά οικείο στην απειλή και τα σεξιστικά αστεία του αποσπάσματος. «Μπορώ να σου κάνω κακό και να μείνω ατιμώρητος». Ήταν μια έκφραση μίσους που γενικά δεν άκουγε κανείς στις καθωσπρέπει συναναστροφές, αλλά εξακολουθούσε να ζει στο μεδούλι της υποτιθέμενης φωτισμένης κοινωνίας μας – να ζει και να είναι τόσο αποδεκτό ώστε κάποιος, όπως ο Ντόναλντ Τραμπ, να έχει τη δυνατότητα να αδιαφορεί γι' αυτό. Κάθε γυναίκα που ξέρω το αναγνώριζε. Κάθε άνθρωπος που τον είχαν κάνει ποτέ να αισθάνεται «άλλος» το αναγνώριζε.

Ήταν ακριβώς αυτό που πολλοί από εμάς ελπίζαμε ότι τα δικά μας παιδιά δεν θα χρειαζόταν ποτέ να βιώσουν, και όμως πιθανότατα θα το βιώσουν. Η κυριαρχία πάνω στον άλλο, ακόμα και η απειλή της, είναι ένας τρόπος να του στερήσεις την ανθρώπινη ιδιότητά του. Είναι το πιο άσχημο είδος εξουσίας.

Έτρεμα ολόκληρη από οργή ύστερα από αυτό που είχα ακούσει. Είχε προγραμματιστεί να μιλήσω σε μια εκδήλωση για τη Χίλαρι την επόμενη εβδομάδα και, αντί να προβώ σε απλή υποστήριξη των δυνατοτήτων της, ένιωσα υποχρεωμένη να προσπαθήσω να απαντήσω στα λόγια του Τραμπ άμεσα – να αντιτάξω τη φωνή μου στη δική του.

Ετοίμαζα τις σημειώσεις μου, ενώ καθόμουν σε ένα δωμάτιο του Νοσοκομείου Γουόλτερ Ριντ, όπου η μητέρα μου είχε κάνει επέμβαση στην πλάτη της, και οι σκέψεις μου πετούσαν. Με είχαν περιγελάσει και με είχαν απειλήσει πολλές φορές ως τότε, με είχαν απορρίψει επειδή ήμουν μαύρη, γυναίκα και δυναμική. Είχα αισθανθεί τον χλευασμό που στρεφόταν ενάντια στο σώμα μου, τον χώρο που καταλάμβανα στον κόσμο. Είχα παρακολουθήσει τον Ντόναλντ Τραμπ να παραμονεύει τη Χίλαρι Κλίντον κατά τη διάρκεια μιας συζήτησης, ακολουθώντας τη γύρω-γύρω ενώ εκείνη μιλούσε, να στέκεται πολύ κοντά, προσπαθώντας να εκμηδενίσει την παρουσία της με τον όγκο του. «Μπορώ να σου κάνω κακό και να μείνω ατιμώρητος».

Οι γυναίκες υπομένουν όλη τους τη ζωή τέτοιες χυδαιότητες – σφυρίγματα, χουφτώματα, επιθέσεις, καταπίεση. Αυτά τα πράγματα μας τραυματίζουν. Απομυζούν τη δύναμή μας. Μερικά τραύματα είναι τόσο μικρά που ούτε καν φαίνονται. Αλλα είναι τεράστια και χάσκουν, αφήνουν ουλές που δεν σβήνουν ποτέ. Είτε έτσι είτε αλλιώς, συσσωρεύονται. Τα κουβαλάμε παντού, από και προς το σχολείο και τη δουλειά, στο σπίτι, ενώ μεγαλώνουμε τα παιδιά μας, στους χώρους λατρείας μας, οποτεδήποτε προσπαθούμε να προχωρήσουμε.

  

Για μένα, τα σχόλια του Τραμπ ήταν άλλη μια γροθιά. Δεν μπορούσα να αφήσω το μήνυμά του να μείνει αναπάντητο. Με τη βοήθεια της Σάρα Χόργουιτς, της ικανότατης λογογράφου που είχα μαζί μου από το 2008, διοχέτευσα την οργή μου στις λέξεις και στη συνέχεια –αφού η μητέρα μου είχε αναρρώσει από τη χειρουργική επέμβαση– τις εκφώνησα μια μέρα του Οκτωβρίου στο Μάντσεστερ του Νιου Χάμσαϊρ.

Μιλώντας σε ένα ενθουσιώδες πλήθος, έκανα σαφή τα συναισθήματά μου. «Αυτό δεν είναι φυσιολογικό» είπα. «Αυτή δεν είναι η συνηθισμένη πολιτική. Αυτό είναι όνειδος. Είναι απαράδεκτο». Εξέφρασα την οργή μου και τον φόβο μου, μαζί με την πίστη μου ότι σε αυτές τις εκλογές οι Αμερικανοί κατανοούσαν την αληθινή φύση της επιλογής τους. Έβαλα όλη μου την καρδιά σε εκείνη την ομιλία.

Κι έπειτα επέστρεψα στην Ουάσινγκτον, με την ελπίδα ότι είχα εισακουστεί.

_____________

Το βιβλίο κυκλοφορεί στην ελληνική γλώσσα για την Ελλάδα και την Κύπρο, ταυτόχρονα με τις ΗΠΑ από την νέα εκδοτική Εταιρία AΘens Bookstore Publications.

 

Η Μισέλ Ομπάμα για τα ρούχα της, τη Vogue και τον «τραμπούκο, ελεεινό» Τραμπ Facebook Twitter
Βιβλίο
0

ΔΕΙΤΕ ΑΚΟΜΑ

Ιωάννα Τσιβάκου: «Δεν έχει χρόνο ο σημερινός άνθρωπος να γνωρίσει τον άλλον κι εδώ βρίσκεται η δυστυχία του»

Βιβλίο / Ιωάννα Τσιβάκου: «Δεν έχει χρόνο ο σημερινός άνθρωπος να γνωρίσει τον άλλον κι εδώ βρίσκεται η δυστυχία του»

Η συγγραφέας και ομότιμη καθηγήτρια Κοινωνιολογίας του Παντείου Πανεπιστημίου μιλά για την εποχή μας, τον χώρο της εκπαίδευσης και την ταυτότητα του νεοέλληνα.   
ΓΙΑΝΝΗΣ ΠΑΝΤΑΖΟΠΟΥΛΟΣ
«Η άνοδος της δεξιάς συνδέεται με τις αποτυχίες της αριστεράς»

Βιβλίο / «Η άνοδος της δεξιάς συνδέεται με τις αποτυχίες της αριστεράς»

Ο Ντόναλντ Σασούν, ομότιμος καθηγητής Συγκριτικής Ευρωπαϊκής Ιστορίας στο Πανεπιστήμιο Queen Mary του Λονδίνου και άλλοτε στενός φίλος, συνεργάτης και επιμελητής των βιβλίων του Έρικ Χoμπσμπάουμ, μιλά στη LiFO.
ΤΙΝΑ ΜΑΝΔΗΛΑΡΑ
Η Κάλλας δεν ήταν τραγική φιγούρα και δεν εγκατέλειψε την καριέρα της για τον Ωνάση

Βιβλίο / Η Κάλλας δεν ήταν τραγική φιγούρα και δεν εγκατέλειψε την καριέρα της για τον Ωνάση

Η συγγραφέας του βιβλίου “Diva”, Ντέζι Γκούντγουιν, τονίζει με άρθρο της στον Guardian ότι το να χαρακτηρίζει κανείς τη ζωή της κορυφαίας τραγουδίστριας τραγική, σημαίνει ότι την αδικεί κατάφωρα.
THE LIFO TEAM
Η Θήβα που δεν ξέρουμε

Βιβλίο / Η Θήβα που δεν ξέρουμε

Ο Βρετανός ιστορικός Πολ Κάρτλετζ αποκαθιστά την ιστορική πόλη της αρχαιότητας που αντιμετώπιζαν υπεροπτικά οι Αθηναίοι. Δείχνει πώς τα θηβαϊκά θέματα επιβιώνουν στη σύγχρονη τέχνη, γράφει για τον Επαμεινώνδα που είχε έναν μόνο τραχύ μανδύα, παρουσιάζει την κοινωνία που δημιουργεί τον Ιερό Λόχο, ένα στρατιωτικό σώμα που αποτελείται αποκλειστικά από εραστές και ερώμενους.
ΝΙΚΟΣ ΜΠΑΚΟΥΝΑΚΗΣ
Συζητώντας για ένα θέμα ταμπού της ελληνικής κοινωνίας, τους δωσίλογους της Κατοχής

Βιβλίο / Oι δωσίλογοι, ένα θέμα ταμπού της ελληνικής κοινωνίας

Μέσα από την έρευνά του σε αρχεία που μέχρι σήμερα παραμένουν κλειστά ο ιστορικός Μενέλαος Χαραλαμπίδης εξετάζει τα γεγονότα και τα πρόσωπα που συνεργάστηκαν με τους Γερμανούς κατακτητές σε μια πολύπαθη και αιματηρή για την Αθήνα περίοδο.
ΑΡΓΥΡΩ ΜΠΟΖΩΝΗ
Το πρώτο μυθιστόρημα της Καλλιρρόης Παρούση μπήκε στα ευπώλητα από στόμα σε στόμα

Βιβλίο / Το πρώτο μυθιστόρημα της Καλλιρρόης Παρούση μπήκε στα ευπώλητα από στόμα σε στόμα

Το Λίγα Λόγια για μένα της Καλλιρρόης Παρούση είναι ένα μυθιστόρημα με ποιητικό λόγο που το νεανικό κοινό το ανακάλυψε μέσω word of mouth. Και όπως λέει και ένας φίλος της «ένα καλό βιβλίο είναι σαν μία νάρκη, δεν ξέρεις σε ποιανού την ψυχή θα σκάσει».
M. HULOT
Γκαζμέντ Καπλάνι «Με λένε Ευρώπη»

Το πίσω ράφι / «Με λένε Ευρώπη»: Το βιβλίο ενός Αλβανού μετανάστη για τις περιπέτειές του στην Ελλάδα

Ο Γκαζμέντ Καπλάνι εναλλάσσει την εμπειρία του στην Ελλάδα με τις μικρές οδύσσειες ανθρώπων που άφησαν πίσω την πατρίδα τους, σε ένα βιβλίο που κινείται διαρκώς μεταξύ μυθοπλασίας και πραγματικότητας και καταπιάνεται με το ανεξάντλητο θέμα της μετανάστευσης και της ταυτότητας.
ΣΤΑΥΡΟΥΛΑ ΠΑΠΑΣΠΥΡΟΥ
Ο Larry Gus διάβασε τον «Οδυσσέα» του Τζόις περπατώντας τους δρόμους της Αθήνας

The Book Lovers / Ο Larry Gus διάβασε τον «Οδυσσέα» του Τζόις περπατώντας τους δρόμους της Αθήνας

O Νίκος Μπακουνάκης συζητά με τον μουσικό και συνθέτη Larry Gus, aka Παναγιώτη Μελίδη, για τα βιβλία που επηρέασαν τη μουσική του. Πρόκειται για έναν εντελώς ιδιοσυγκρασιακό αναγνώστη.
ΝΙΚΟΣ ΜΠΑΚΟΥΝΑΚΗΣ
«Μέχρι τον Αύγουστο»: Το ‘χαμένο’ μυθιστόρημα του Γκαμπριέλ Γκαρσία Μάρκες έπρεπε να παραμείνει χαμένο

Βιβλίο / «Μέχρι τον Αύγουστο»: Το «χαμένο» μυθιστόρημα του Γκαμπριέλ Γκαρσία Μάρκες έπρεπε να παραμείνει χαμένο

Το βιβλίο προσφέρει στιγμιαίες απολαύσεις, αλλά είναι ολοφάνερα ημιτελές και πολλά σημεία του μοιάζουν τόσο κακογραμμένα που καθιστούν απολύτως κατανοητή την επιθυμία του συγγραφέα να μην εκδοθεί ποτέ.
THE LIFO TEAM
Ο σουρεαλιστικός «συντε(λο)γοτεχνικός» κόσμος του Αχιλλέα ΙΙΙ

Βιβλίο / Ο σουρεαλιστικός «συντε(λο)γοτεχνικός» κόσμος του Αχιλλέα ΙΙΙ

Ο βραβευμένος συγγραφέας που μόλις κυκλοφόρησε τη συλλογή διηγημάτων του με τον διφορούμενο τίτλο «Τέλος Πάντων» εξηγεί, μεταξύ πολλών άλλων, γιατί τον απασχολούσε συνέχεια το τέλος του κόσμου, σε σημείο που του έγινε εμμονή.
M. HULOT
Πέρα από τις Ακυβέρνητες πολιτείες: O Τσίρκας, ο Σεφέρης, ο Κοτζιάς και η Χούντα του 1967

Lifo Mini – Series / Πέρα από τις Ακυβέρνητες Πολιτείες: O Τσίρκας, ο Σεφέρης, ο Κοτζιάς και η Χούντα του '67

H Κωνσταντίνα Βούλγαρη σκιαγραφεί την προσωπικότητα του Στρατή Τσίρκα, μιλά για τη φιλία του με τον Σεφέρη, την πολιτική του δράση μέσα στη Δικτατορία, αλλά και για το πώς έπεισε τον Παύλο Ζάννα να μεταφράσει Προυστ, μέσα στη φυλακή. Στο podcast ακούγονται για πρώτη φορά αποσπάσματα από διάλεξη που είχε δώσει ο Σ. Τσίρκας μαζί με τον Α. Kοτζιά.
THE LIFO TEAM
Σέρχιο Πιτόλ «Συζυγική ζωή»

Το Πίσω Ράφι / «Η συζυγική ζωή»: Η απολαυστική σάτιρα του Σέρχιο Πιτόλ για τις δηλητηριασμένες σχέσεις

Μέσα από τις απέλπιδες προσπάθειες μιας γυναίκας ν’ απαλλαγεί οριστικά από τον άπιστο σύζυγό της, με τη λοξή και ειρωνική ματιά του, ένας από τους κορυφαίους σύγχρονους Λατινοαμερικανούς συγγραφείς μεταμορφώνει σε φάρσα αυτό που άλλοι θα έβλεπαν ως τραγωδία.
ΣΤΑΥΡΟΥΛΑ ΠΑΠΑΣΠΥΡΟΥ
Paul Lynch

Βιβλίο / Paul Lynch: «Υπάρχουν συγγραφείς που παίζουν στο κέντρο του γηπέδου, εγώ παίζω στα άκρα»

Ο πέμπτος Ιρλανδός συγγραφέας που παίρνει το Booker εξηγεί στη Βένα Γεωργακοπούλου γιατί στην Ιρλανδία βγαίνουν τόσο σημαντικά βιβλία, περιγράφει πως σε μια λαϊκή σχολίασαν το βραβευμένο βιβλίο του ως «πολύ μαύρο» και πως αν καθόταν να γράψει κάτι για να κερδίσει, αυτό δεν θα ήταν το «Τραγούδι του προφήτη».
ΒΕΝΑ ΓΕΩΡΓΑΚΟΠΟΥΛΟΥ
Nανά Δαρειώτη: «Ε. Ζολά, Κ. Μπλίξεν και Ε. Βουτσινά - Οι συγγραφείς που θα με συνδέουν πάντα με την κουλτούρα του φαγητού»

The Book Lovers / «Ο Ζολά, η Μπλίξεν και η Βουτσινά θα με συνδέουν πάντα με την κουλτούρα του φαγητού»

Ο Νίκος Μπακουνάκης συζητάει με την δημοσιογράφο γεύσης Νανά Δαρειώτη για όλα εκείνα τα βιβλία που την διαμόρφωσαν αλλά και για τα αστυνομικά μυθιστορήματα που την ξαναέβαλαν στον κόσμο της ανάγνωσης μετά από μια βασανιστική περίοδο long covid που πέρασε τελευταία.
ΝΙΚΟΣ ΜΠΑΚΟΥΝΑΚΗΣ