ΑΠΕΡΓΙΑ ΓΣΕΕ

TO BLOG ΤΟΥ ΣΠΥΡΟΥ ΣΤΑΒΕΡΗ
Facebook Twitter

Τσέζαρε Μπατίστι. Γκουαντάναμο στην Καλαβρία.

Cesare Battisti

 

 

Γκουαντάναμο στην Καλαβρία

 

 

"Το ακόλουθο κείμενο, που αναλάβαμε να μεταφράσουμε, είναι ένα σημαντικό ιστορικό ντοκουμέντο. Είναι οι απαντήσεις του Cesare Battisti σε ερωτηματολόγιο που του απηύθυναν δύο δημοσιογράφοι διαπιστευμένοι στα γραφεία του ΟΗΕ στη Γενεύη. Θα πρέπει κανονικά να ενδιαφέρει τόσο τους ιστορικούς όσο και όλους όσους αγαπούν την ελευθερία και / ή την ιστορική αλήθεια. Προκαλούν μεγάλη εντύπωση οι αποκαλύψεις του σχετικά με τις περιστάσεις της διαφυγής του από τη Βραζιλία, την προδοσία της κυβέρνησης του Evo Moralès που τον παρέδωσε στους πράκτορες των ιταλικών υπηρεσιών, την αλληλογραφία του με τον Alberto Torreggiani [τραυματίστηκε κατά λάθος από τον πατέρα του σε μία ανταλλαγή πυροβολισμών - σ.σ.], τις προσπάθειές του να παραδοθεί στην ιταλική δικαιοσύνη.

 

Δεν θα έπρεπε να παραλείψουν να ενδιαφερθούν και οι δημοσιογράφοι που βλέπουμε με ευχαρίστηση τον τελευταίο καιρό να φροντίζουν να κάνουν τη δουλειά τους - και ίσως ακόμη και εκείνοι που, από τη δεξιά ως την αριστερά, συμμετείχαν στη μηντιακή-δικαστική καταδίωξη και την "τερατοποίηση" του Battisti. Όσον αφορά τη σχέση του με το παρελθόν του ένοπλου αγώνα και τις δηλώσεις του προς τη δικαιοσύνη, ο Cesare εκφράζεται χωρίς επιείκεια προς τον εαυτό του, ενώ προτρέπει και σε μία κριτική επανεκτίμηση των λεγόμενων μολυβένιων χρόνων. Χωρίς ωτόσο να αποκηρύττει την επαναστατική ελπίδα που έτρεφε στα νιάτα του. Θα ενδιαφέρει επίσης όσους δεν είναι, όπως κι εμείς, ικανοποιημένοι με τον καλύτερο των κόσμων μας."
Lundimatin

Τσέζαρε Μπατίστι. Γκουαντάναμο στην Καλαβρία. Facebook Twitter
Ο Τσέζαρε Μπατίστι εξόριστος στη Βραζιλία. Φωτ. Folha de S.Paulo


 

Cesare Battisti

 

Πως με απήγαγαν

lundimatin#266, 7 Δεκεμβρίου 2020

 

*

 

Αρχικά, θα έλεγα ότι τα σημεία που θίγονται πιο κάτω, και που αφορούν ορισμένες σημαντικές στιγμές της προσωπικής μου ιστορίας, δεν μπορούν να παρουσιαστούν με διεξοδικό τρόπο, κι ούτε ισχυρίζομαι ότι το κάνουν. Θεώρησα απλώς αναγκαίο να απαντήσω, αν και με αποσπασματικό τρόπο, στις συχνότερες ερωτήσεις που μου έχουν απευθύνει μέχρι τώρα άτομα τα οποία, παρά την μηντιακή τοξικότητα, δεν έπαψαν να θέλουν να καταλάβουν. Ακόμη και αν αυτές οι πληροφορίες δεν μπορούν παρά να είναι μόνο ελλιπείς, η πρόθεση είναι να παρασχεθούν τα βασικά δεδομένα που θα μπορούσαν να χρησιμοποιηθούν από τους ενδιαφερόμενους για να βγάλουν τα δικά τους συμπεράσματα. Ας μου συγχωρεθεί επομένως η ασυνέχεια μιας σύνταξης που η μόνη της φιλοδοξία είναι να φανεί ως τέτοια. Σε κάθε περίπτωση, λαμβάνοντας υπόψη τις περιστάσεις, δεν θα ήταν δυνατός ένας γραμμικός και βαθύτερος λόγος. Γι 'αυτό παραπέμπω όσους ενδιαφέρονται στα γραπτά μου στο carmillaonline.com, ή μπορούν και να συμβουλευτούν το τελευταίο μου χειρόγραφο το οποίο έχει υποβληθεί στις εκδόσεις Seuil της Γαλλίας.

Μου φαίνεται φυσικό, αλλά και ευνόητο, να ξεκινήσω ακριβώς με τη φυλακή μου στην Ιταλία. Κατά τη διάρκεια των 20 μηνών απομόνωσης στο Οριστάνο, εκ των οποίων μόνο οι 6 ήταν ημι-νόμιμοι, είχα την ελπίδα ότι αργά ή γρήγορα το Ίδρυμα θα καταλάβαινε, έστω κι αν αυτό του είχε επιτραπεί σε άλλες περιπτώσεις, ότι δεν μπορεί να τιμωρεί ή να εκδικείται επιβάλλοντας σε έναν παλιό αγωνιστή της δεκαετίας του '70, το ντε φάκτο καθεστώς του πολεμικού αιχμαλώτου. Κάτι που υπονοεί την στέρηση των δικαιωμάτων που ορίζονται από τους εθνικούς νόμους και τους κανόνες του διεθνούς δικαίου. Στα επίσημα αιτήματα που υπέβαλλα για να μου εξηγηθούν οι λόγοι που θα δικαιολογούσαν αυτήν την απάνθρωπη μεταχείριση με τα ασύλληπτα μέτρα ασφαλείας, που εφαρμόζονται αναδρομικά μετά από 41 χρόνια, το κράτος απαντά κυριολεκτικά: "Δεν υφίσταται πλέον δικαίωμα πρόσβασης στα ντοκουμέντα που αιτούνται". Αλλά τότε, αναρωτιέται κανείς, ποια υπεράσπιση είναι δυνατή; Γι' αυτό το λόγο ξεκίνησα μία απεργία πείνας στο Οριστάνο.

Ως μόνη απάντηση, το κράτος, δυσαρεστημένο, με μετέφερε στη χειρότερη φυλακή της Ιταλίας, με αναγκαστική ένταξη στο τμήμα Daesh-AS2 [AS2 = καθεστώς υψίστης ασφάλειας - σ.σ.]. Και αυτό, παρά τις απειλές που έλαβα στο παρελθόν και τις τωρινές απειλές εναντίον μου που προέρχονται από διαφορετικά τζιχαντιστικά μέτωπα. Αλλά εφόσον ο Cesare Battisti δεν έχει το ostativo [πραγματικά ισόβια χωρίς τη δυνατότητα αποφυλάκισης -σ.σ.] και, ως εκ τούτου, τον προόριζε η δικαστική αρχή για το μεσαίο καθεστώς ασφαλείας, τι δουλειά έχει στο AS2; Η παρουσία μου στο τμήμα Daesh σημαίνει μεγάλες δυσκολίες και περιορισμένα περιθώρια επιβίωσης: συνεχής εγκλεισμός στο κελί και στέρηση περιπάτου· επίσης περιορισμός στα τρόφιμα, εφόσον η διανομή τους έχει ανατεθεί στους άντρες του Daesh· απειλές που εκτοξεύονται μέσα από τα κάγκελα· στέρηση του υπολογιστή που απαιτεί η άσκηση του επαγγέλματός μου· επιτήρηση και CED (πειθαρχικό μέτρο) σε κάθε απόπειρα διαμαρτυρίας· λογοκρισία λόγω μιας υποτιθέμενης "ανατρεπτικής δραστηριότητας" (sic) και ούτω καθεξής μέχρι του σημείου να παρεμποδίζεται το δικαίωμα υπεράσπισης όπως ορίζεται στο άρθρο 24 του Συντάγματος. Θα μπορούσα να συναντάω το μέρος της οικογένειάς μου που ζει στην Ιταλία, μία ώρα την εβδομάδα και τέσσερις φορές το μήνα, αλλά λόγω της απόστασης των τόπων κατοικίας των αδελφών μου και της προχωρημένης ηλικίας τους, από 70 έως 80 ετών, αυτό συμβαίνει σπάνια. Με την οικογένειά μου που διαμένει στη Γαλλία και τη Βραζιλία, δεν μπορώ να επικοινωνήσω μαζί τους παρά μόνο μέσω βιντεοκλήσεων με κινητό τηλέφωνο μία φορά την εβδομάδα, αλλά τότε θα πρέπει να στερηθώ τις συναντήσεις στην αίθουσα επισκεπτών. Έτσι περνάω μήνες χωρίς επαφή με τα παιδιά μου, και πρέπει για να μαθαίνω νέα τους να στέλνω επιστολές που κατάσχονται σχεδόν πάντα από τον λογοκριτή, επειδή είναι γραμμένες σε ξένη γλώσσα.

 


 

Μου είπαν ορθά κοφτά ότι τα παιδιά μου πρέπει να μάθουν να γράφουν στα ιταλικά για να μαθαίνουν νέα από τον πατέρα τους. Κι αυτό επειδή ο λογοκριτής δυσκολεύεται με τα γαλλικά ή τα πορτογαλικά, τις μητρικές γλώσσες των παιδιών μου. Απάνθρωπη μεταχείριση για οποιονδήποτε κρατούμενο, και ακόμη περισσότερο για κάποιον στον οποίον καταλογίζουν ότι το τελευταίο του αδίκημα διαπράχθηκε πριν από 41 χρόνια. Και σαν να μην ήταν αυτό αρκετό, η εκτελεστική εξουσία επιδιώκει να μου αποδώσει ένα υψηλό βαθμό επικινδυνότητας, τροφοδοτώντας μια διαδικασία συνεχούς ποινικοποίησης, δικαιολογώντας έτσι και τη δήμευση του υπολογιστή μου, χάρη στο οποίο ολοκλήρωνα ένα μυθιστόρημα για τον πόλεμο στη Rojava και το δράμα των μεταναστών. 'Ετσι για να συμμορφωθώ με την αρχή της επανένταξης.

Ας πάμε λίγο πίσω, στη διαφυγή μου από τη Βραζιλία. Οι ιταλικές αρχές δεν δέχτηκαν ποτέ ότι κατέφυγα στη Βραζιλία. Το κράτος κινητοποίησε όλες τις δυνάμεις του, αλλά και παράνομα μέσα όπως η διαφθορά και η προσφορά πολιτικών και οικονομικών προνομίων, για να πετύχει με κάθε κόστος την παράδοσή μου! Η Βραζιλία φιλοξενεί μια τεράστια κοινότητα ιταλικής καταγωγής, που ισοδυναμεί με 35 εκατομμύρια πολίτες. Μία χώρα μέσα στη χώρα! Αυτό το σημαντικό μέρος της βραζιλιάνικης κοινωνίας, εκτός από το γεγονός ότι ελέγχει ορισμένους τομείς της οικονομίας, ασκεί ισχυρή επιρροή στον στρατιωτικό μηχανισμό της Βραζιλίας. Υπάρχουν πολλές φιγούρες της δικτατορίας με ιταλική καταγωγή, όπως ο ίδιος ο Μπολσονάρο. Αλλά λίγη σημασία έχει αν ο πρώην καπετάνιος Μπολσονάρο, ο οποίος εκδιώχτηκε μάλιστα από το στρατό, και μαζί μ' αυτόν, τα φιλαράκια του, είναι αδίστακτοι τύποι, αν όχι ξεκάθαρα εγκληματίες επικεφαλής αιμοδιψών παραστρατιωτικών συμμοριών. Η Ιταλία, μέσω της πρεσβείας της, διατηρούσε πάντα προνομιακές σχέσεις με τα στρατιωτικά λόμπι που προσεγγίζουν τον Μπολσονάρο. Σε σημείο να παροτρύνει τις ιταλο-βραζιλιάνικες εταιρείες να συμμετάσχουν ενεργά στην προεδρική εκστρατεία του τελευταίου. Σε αντάλλαγμα για τόση φιλία, ο Μπολσονάρο υποσχέθηκε την έκδοσή μου. Ακόμα κι αν το εμπόδιζε το Σύνταγμα - δεν μπορεί να ανακληθεί ένα διάταγμα μετά από πέντε χρόνια- ο Μπολσονάρο τήρησε την υπόσχεσή του. Με παρεμβάσεις στο Ομοσπονδιακό Ανώτατο Δικαστήριο, το Σύνταγμα αγνοήθηκε αναίσχυντα, όπως και η παραγραφή των εγκλημάτων για τα οποία κατηγορούμαι, και, τον Δεκέμβριο του 2018, εκδόθηκε η απόφαση που επέτρεπε την έκδοσή μου.

 

Φεύγοντας από την κυβέρνηση, η αριστερά μου εξασφαλίζει μία άμεση επαφή με τον Πρόεδρο της Βολιβίας Evo Morales, ο οποίος υπόσχεται προσωπικά στον ιδρυτή του Κινήματος των Αγροτών χωρίς Γη, Juan Pedro Stedile, να με υποδεχτεί στη Βολιβία, παραχωρώντας μου το καθεστώς του πολιτικού πρόσφυγα. Στο πλαίσιο μιας κοινής επιχείρησης μεταξύ του βραζιλιάνικου PT (Εργατικό Κόμμα) και του βολιβιανού Mas (Κίνημα για τον Σοσιαλισμό), μεταφέρθηκα στη Santa Cruz de la Sierra. Εκεί με παρέλαβε ένας απεσταλμένος της κυβέρνησης που υπαγόταν άμεσα στην Καγκελαρία. Ενώ περίμενα την έναρξη της διαδικασίας ασύλου, με οδήγησαν σε ένα Κέντρο Παρακολούθησης: εγκαταστάσεις που ανήκαν στο Υπουργείο Εσωτερικών, και που χρησίμευαν ως βάση για την κατασκοπεία των αντιπάλων του Evo Morales! Δώδεκα χειριστές της πληροφορικής εργάζονταν εκεί, με τους οποίους είχα εγκάρδιες σχέσεις. Πότε πότε, ανώτεροι κυβερνητικοί αξιωματούχοι εμφανίζονταν, και τότε έπρεπε να μείνω κλειδωμένος στο δωμάτιό μου στο βάθος της αυλής. Ένιωσα αμέσως ότι με παρακολουθούσαν σε κάθε μου βήμα και όχι μόνο από υποτιθέμενες φιλικές δυνάμεις. Όταν η επιτήρηση έγινε πιο αυστηρή, το ανέφερα στον κυβερνητικό αξιωματούχο που διοικούσε το κέντρο, αλλά απάντησε με υπεκφυγές. Τη στιγμή που ήμουν πια σίγουρος ότι κάτι δεν πάει καλά, με σταμάτησαν δύο βήματα από το κέντρο ενώ έκανα τα ψώνια μου. Ξαφνικά, όλοι όσοι μου είχαν συστηθεί για τη νομιμοποίηση του ασύλου μου είχαν εξαφανιστεί.

Παρ 'όλα αυτά, δεν έχασα το κουράγιο μου. Φυσικά, πίστευα ότι ο Evo Morales με είχε προδώσει, αλλά εξακολουθούσα να βασίζομαι στους νόμους της Βολιβίας που αποκλείουν την έκδοση για πολιτικά αδικήματα και, ιδίως στην περίπτωσή μου, στο γεγονός ότι, σύμφωνα με το νόμο της Βολιβίας, είχε επέλθει η παραγραφή. Και έτσι, σκέφτηκα, ότι στη χειρότερη περίπτωση θα έπρεπε να περάσω λίγο χρόνο στη φυλακή όταν θα εκδικαζόταν η έκδοσή μου. Θα έπρεπε μάλλον να είχα υποψιαστεί ότι η Ιταλία ήθελε να αποφύγει ακριβώς μία κανονική δίκη. Οι ίδιοι οι βολιβιανοί αστυνομικοί της Ιντερπόλ, κάποιοι εκ των οποίων μου ήταν γνωστοί από το Παρατηρητήριο, φαίνονταν μάλλον αμήχανοι και ενοχλημένοι εν όψει αυτού που επρόκειτο να συμβεί. Δεν δίστασαν να με ενημερώσουν ότι γύρω μας δραστηριοποιούνταν Ιταλοί, Βραζιλιάνοι, καθώς και πράκτορες μιας άλλης χώρας, το όνομα της οποίας δεν ήθελαν να αποκαλύψουν. Μου είπαν ξεκάθαρα ότι διαπραγματεύονταν το τομάρι μου και αποκάλεσαν τους κυβερνώντες τους καθάρματα. Κατάλαβα σε τι αναφέρονταν το επόμενο πρωί, όταν ένα τάγμα με μαύρες στολές και κουκούλες εισέβαλε και με πήγε στο Διεθνές Αεροδρόμιο της Santa Cruz de la Sierra.

Καθώς βρισκόμουν υπό επιτήρηση σε ένα δωμάτιο του οποίου τα παράθυρα έβλεπαν στην πίστα, παρακολουθούσα τις γραφειοκρατικές συζητήσεις μεταξύ μιας ομάδας της Ομοσπονδιακής Αστυνομίας της Βραζιλίας και ορισμένων αξιωματικών της Πολεμικής Αεροπορίας της Βολιβίας. Ενώ λιγότερο από 100 μέτρα μακριά, στην πίστα, οι κινητήρες του ελικοφόρου PF Brasil ζεσταίνονταν. Λίγο αργότερα, ακολούθησα τον Delegado (επίτροπο) και την ομάδα του στο βραζιλιάνικο αεροπλάνο. Κάποια στιγμή υπήρξε μία αναστάτωση. Με κατέβασαν και επιστρέψαμε στο ίδιο δωμάτιο. Εκεί, με ανέλαβε η αστυνομία της Βολιβίας, ενώ οι βραζιλιάνοι πράκτορες απογειώθηκαν χωρίς εμένα. Για λίγο, ήλπιζα ότι ο Evo Morales είχε ακυρώσει την εντολή. Εφήμερη ελπίδα, μέχρι που έφτασε μια μεγάλη ομάδα ανθρώπων, επιδεικνύοντας τα ιταλικά χρώματα που κρέμονταν από το λαιμό τους, οι οποίοι με οδήγησαν σε ένα κρατικό τζετ που μας περίμενε μακριά πάνω στην πίστα. Προσπάθησα να αντισταθώ: "Είναι απαγωγή", φώναξα. Η απάντηση υπήρξε αφοπλιστική: "Και λοιπόν; Αυτή τη φορά, τουλάχιστον, πέτυχε". Στη Βολιβία, όπως και στη Βραζιλία, ο κόσμος φώναξε για σκάνδαλο και κατήγγειλε μία επαίσχυντη απαγωγή που είχε εγκριθεί από τον Evo Morales. Υπήρξαν διαμαρτυρίες, ακόμη και διαδηλώσεις. Προφανώς, στην Ιταλία, κανείς δεν αναφέρθηκε σε όλα αυτά. Ότι ο 'Evo Morales, που είχε ήδη απαξιωθεί από τη βάση του κόμματός του, θα μπορούσε να φτάσει ως εκείνο το σημείο, κανείς δεν το περίμενε. Αλλά αυτό που εξέπληξε περισσότερο ήταν η δειλία του Αντιπροέδρου Linera, ενός άνδρα με τέτοιο παρελθόν, ο οποίος εξαφανίστηκε την τελευταία στιγμή για να μην χρειαστεί να δώσει εξηγήσεις στους κοινούς μας φίλους.

Ορισμένοι αναρωτήθηκαν, και δικαίως, εάν αυτές οι δόλιες διαδικασίες δεν θα μπορούσαν να αποτελέσουν αντικείμενο καταγγελίας στις διεθνείς αρχές. Ως προς αυτό, θα ήθελα να σας ενημερώσω ότι επί του παρόντος σχεδιάζονται τρεις διαδικασίες κατά των προαναφερθέντων αδικημάτων που διαπράχθηκαν από τη Βραζιλία, τη Βολιβία και την Ιταλία. Αντίστοιχα, η πρώτη προσφυγή έγινε στον OAS και στον ΟΗΕ, ζητώντας την ακύρωση του προεδρικού διατάγματος της Βραζιλίας για λόγους αντισυνταγματικότητας μιας απόφασης που επιβάλει αναγκαστικό οικογενειακό χωρισμό άνω των πέντε ετών - ο νεότερος γιος μου και η σύζυγός μου παρέμειναν στη Βραζιλία -, η δεύτερη στον ΟΗΕ κατά της Βολιβίας για απαγωγή και παράνομη απέλαση · η τρίτη στον ΟΗΕ κατά της Ιταλίας για παράνομη κατοχή κλεμμένης περιουσίας. Και εκτώς αυτών, έγινε και μία προσφυγή στο Ευρωπαϊκό Δικαστήριο για απάνθρωπη μεταχείριση στη φυλακή. Αλλά οι διαδικασίες ενώπιον των διεθνών οργανισμών είναι μακροχρόνιες και για μένα, επείγει να βγω από την κόλαση του Γκουαντάναμο στην Καλαβρία. Εφόσον δεν έχω το ostativo, τι κάνω στο AS2;

Μου λένε ότι στο Indio, το τελευταίο μου μυθιστόρημα που δημοσιεύτηκε στη Γαλλία, μπορεί κανείς να διακρίνει ανάμεσα στις γραμμές την προθεσή μου να αντιμετωπίσω την ιταλική δικαιοσύνη. Ολοκλήρωσα την τελευταία εκδοχή του Indio σε μια εποχή που κανείς δεν πίστευε σοβαρά ότι ένα άτομο όπως ο Μπολσονάρο θα μπορούσε να γίνει πρόεδρος. Εννοείται ότι ορισμένες από τις σκέψεις μου για το αβέβαιο μέλλον του αιώνιου καταδιωκόμενου πρόσφυγα δεν μαντεύονται. Η παραπληροφόρηση που, τα τελευταία 15 χρόνια, με εμφάνισε σαν τέρας, κατέστησε αδύνατη την προσπάθεια να ρίξω φως στην πολιτικο-αγωνιστική μου διαδρομή, κι έπειτα στην κατάστασή μου ως πρόσφυγας. Απέφυγαν να δημοσιοποιήσουν κάποιες από τις προσπάθειές μου για ειρήνευση και προσέγγιση με μια υποτιθέμενη νέα κοινωνική πραγματικότητα στην Ιταλία. Πίστευα ότι η ιταλική δημοκρατία είχε ωριμάσει, ότι ήταν ικανή να αντιμετωπίσει τη δική της ιστορία με αξιοπρέπεια και με πλήρη συνείδηση. Αναφέρομαι προφανώς στα "μολυβένια χρόνια", ένα δραματικό κεφάλαιο της ιστορία μας που υποβαθμίστηκε σε μια ζώνη σκιών και ταμπού, όπου ευδοκιμεί ο ιστορικός αναθεωρητισμός.

Για να αναφέρω μόνο μερικές προσπάθειες προσέγγισης, η πιο σοβαρή και επίσημη υπήρξε όταν ήμουν στη φυλακή της Μπραζίλια, κατά τη διάρκεια της πολύ μακράς διαδικασίας έκδοσης. Μετά από μερικές συναντήσεις με υπαλλήλους της Ιταλικής Πρεσβείας, τους πρότεινα ένα διάλογο με την ιταλική κυβέρνηση. Ήταν μια στιγμή που ήμουν ήδη βέβαιος ότι δεν θα εκδιδόμουν. Πρότεινα ότι θα αποδεχόμουν την έκδοσή μου εάν η κυβέρνηση ήταν διατεθειμένη να ξεκινήσει μια συζήτηση, με καταρτισμένο προσωπικό, για να κλείσει επί τέλους ιστορικά τους λογαριασμούς σχετικά με την περίοδο του ένοπλου αγώνα, "του εκφυλισμού ενός '68 που καταπνίγηκε στο αίμα και διήρκεσε 15 χρόνια". Οι υπάλληλοι της πρεσβείας, δηλαδή οι κατάσκοποι, υποσχέθηκαν να μεταφέρουν την προσφορά μου, αλλά δεν εμφανίστηκαν ξανά. Εν τω μεταξύ, είχα ξεκινήσει και μία αλληλογραφία με τον Alberto Torreggiani - είναι γνωστό ότι τραυματίστηκε από τον πατέρα του κατά τη διάρκεια της επίθεσης των PAC στην οποία δεν συμμετείχα.

 

Η αλληλογραφία με τον Alberto Torreggiani, την οποίο τώρα αυτός αρνείται κατ' εντολή του κράτους, ή απλώς επηρεασμένος από τους συνήθεις έξαλλους αντιδραστικούς, αποτελεί μέρος μιας πιο συνειδητής επιθυμίας να πλησιάσουμε τις οικογένειες των θυμάτων των PAC ['Ενοπλοι Προλετάριοι για τον Κομμουνισμό - σ.σ.]. Αυτό στο πλαίσιο της δημιουργίας ενός ευνοϊκού κλίματος για μία επανεκτίμηση χωρίς μίσος των ευθυνών όλων των συνιστωσών της σύγκρουσης και, ποιος ξέρει, μιας προσπάθειας να γυρίσουμε επιτέλους αυτήν την καταραμένη σελίδα των "μολυβένιων χρόνων". Δυστυχώς, ακόμη κι αυτή η απόπειρα αντιμετωπίστηκε με άγρια μισαλλοδοξία από ορισμένους πολιτικούς κύκλους και μέσα ενημέρωσης, πάντα πρόθυμοι να τροφοδοτήσουν το μίσος για τα σκοτεινά συμφέροντά τους. Δεν μπορούμε παρά να αντιμετωπίζουμε με καχυποψία τις αναπόφευκτες δημόσιες δηλώσεις συγγενών των θυμάτων (γιατί φυσικά, ο λόγος δίνεται πάντα μόνο σε μία πλευρά του οδοφράγματος), μερικοί από τους οποίους πιθανώς να μην είχαν καν γεννηθεί τότε: πριν από 41 χρόνια! Και γιατί πρέπει πάντα ο Battisti να βρίσκεται στο στόχαστρο, σαν να είχε εφεύρει αυτός τον ένοπλο αγώνα; Ενώ οι φασίστες που έπαιρναν εντολές από ορισμένους θεσμούς κάνουν πάρτι και κανείς δεν φωνάζει στο δρόμο; Ή μήπως πρέπει για την προστασία των μαζικών δολοφόνων να οδηγηθεί στην πυρά ένας μάρτυρας, έτσι ώστε η παραπληροφόρηση για αυτά τα χρόνια να είναι απολύτως αποτελεσματική; Ο Cesare Battisti θυμίζει τις πληγές του κράτους, πρέπει να του κλείσουμε το στόμα. Το ερώτημα που θα έπρεπε να θέσουν εκείνοι που, με αφρούς στο στόμα, ζητούν τη θανατική καταδίκη του Cesare Battisti, είναι λίγο πολύ το εξής: "γιατί μέχρι το 2003 κανείς δεν ενδιαφερόταν γι 'αυτόν;" Όταν ο Cesare Battisti δεν ήταν παρά ένας ακόμα Ιταλός πρόσφυγας ανάμεσα σε δεκάδες άλλους σε όλο τον κόσμο; Σε μια εποχή που δημοσίευε επίσης βιβλία και άρθρα στην Ιταλία και δεχόταν επισκέψεις από ιταλικές προσωπικότητες που συνδέονταν με τον πολιτικό, πολιτιστικό, ακόμη και θεσμικό κόσμο; Τι συνέβη, και σε ποια ακριβώς στιγμή, ώστε ξαφνικά να γίνει το "τέρας", σε σημείο να πυροδοτήσει το μίσος των συγγενών των θυμάτων - μέχρι τότε αδρανές - και των δημοσιογραφικών σκουπιδιών; Είναι τρελό που κανένας από αυτούς τους υπέρμαχους της δικαιοσύνης δεν σκέφτηκε να κάνει την ερώτηση.

 

Η απάντηση είναι, ωστόσο, απλή: ο Battisti γράφει, μιλάει στην τηλεόραση, δίνει συνεντεύξεις και παίρνει μέρος σε συζητήσεις σε διεθνείς κύκλους, εξερευνά το παρελθόν, κάνει την αυτοκριτική του, αλλά ταυτόχρονα καταγγέλλει έναν εμφύλιο πόλεμο τον οποίο ξεκίνησε το κράτος  και πολέμησε με βόμβες που χτύπησαν πλατείες και με μία άνευ προηγουμένου καταστολή. Ένα κράτος που παρέμεινε απρόθυμο απέναντι στην ιστορία.

Ο ένοπλος αγώνας στην Ιταλία δεν γεννήθηκε μέσα σε μερικά διεστραμμένα μυαλά και δεν τον ακολούθησαν τέσσερις απελπισμένοι. Γεννήθηκε μέσα από ένα μεγάλο ακαταμάχητο πολιτιστικό και πολιτικό κίνημα, το οποίο δεν μπορούσε πλέον να αντέξει τις ταπεινώσεις ενός διεφθαρμένου και δολοφονικού κράτους. Ένα εκατομμύριο άνθρωποι στους δρόμους και όλοι συνένοχοι της επανάστασης· 6000 καταδικασμένοι· περίπου 60.000 άτομα με διώξεις εναντίον τους· περισσότερες από 100 οργανωμένες ένοπλες ομάδες· εκατοντάδες νεκροί, οι περισσότεροι μέσα από τις τάξεις της επανάστασης. Σε αυτό το κοινωνικό πλαίσιο γεννήθηκαν οι PAC. Δεν ήταν ένοπλο κόμμα, αλλά η οριζόντια μαχητική έκφραση του πλατύ μετώπου της διαμαρτυρίας, στα εργοστάσια, στην επικράτεια και στην εθνική εκπαίδευση. Ότι το ιδεώδες τους ήταν κομμουνιστικό, αυτό το λέει και το όνομά τους (Ένοπλοι προλετάριοι για τον κομμουνισμό), αλλά δεν πρότειναν την κατάληψη των Χειμερινών Ανακτόρων, ούτε είχαν πρόθεση να πάρουν την κρατική εξουσία. Ήταν σκόρπιες και ανεξάρτητες ομάδες που ανταποκρίνονταν με τον δικό τους τρόπο στην ανεξέλεγκτη αδικία, στην ακροδεξιά που οπλιζόταν για να υπερασπιστεί τα προνόμια του κεφαλαίου. Πεπεισμένοι ότι ο αληθινός κομμουνισμός δεν θα μπορούσε να είναι αυτός που εξέφραζε η Σοβιετική Ένωση, σίγουρα όχι, αλλά μάλλον η αναπόφευκτη ελεύθερη και ισότιμη κοινωνία, την οποία το "Μανιφέστο" του Μαρξ και του Ένγκελς ευαγγελιζόταν ξεκάθαρα. Μόνο αυτό, χωρίς παρεκκλίσεις, ή ψεύτικες παρακάμψεις, όπως αυτές που πήραμε στην πραγματικότητα. Αν η ιστορική στιγμή ήταν η κατάλληλη ή αν η προσφυγή στα όπλα ήταν δικαιολογημένη ή όχι, έχει απαντηθεί από τα ίδια τα γεγονότα και όλοι οι συνειδητοποιημένοι αγωνιστές το γνωρίζουν. Μεταξύ των οποίων βάζω τον εαυτό μου χωρίς δισταγμό. Μπορούμε να παραδεχτούμε ότι κάναμε λάθος, χωρίς να πέφτουμε στην απρέπεια εκείνων που πιστεύουν ότι μπορούν να διορθώσουν τα πάντα, δηλώνοντας μετανοημένοι. Ποτέ μια λέξη δεν έχει τόσο πολύ απαξιωθεί. Έχω πολύ μεγάλο σεβασμό απέναντι στην ιστορία και τα θύματα που προκάλεσε για να διανοηθώ να κρυφτώ πίσω από μία τεράστια υποκρισία. [...]

Καταδικάστηκα σε δις ισόβια και σε έξι μήνες απομόνωσης επειδή θεωρήθηκα υπαίτιος για σχεδόν όλα τα εγκλήματα που διαπράχθηκαν από τους PAC, συμπεριλαμβανομένων τεσσάρων θανατηφόρων επιθέσεων. Όταν δεν ήταν δυνατό να υποστηριχτεί η φυσική μου παρουσία στη σκηνή του εγκλήματος, θεωρήθηκα ο εντολέας. Είναι πραγματικά απαραίτητο να διευκρινιστεί ότι σε μια τέτοια σύγκρουση, οι εντολείς δεν υπάρχουν και ότι εάν υπήρχαν, τότε θα έπρεπε να αναζητηθούν ανάμεσα στο λαό; Σε κάθε περίπτωση, δεν θα μπορούσα να είμαι εγώ.

Τα παραδέχτηκα όλα. Επανέλαβα την αυτοκριτική μου που επέλεξα να συμμετάσχω στον ένοπλο αγώνα, επειδή ήταν πολιτικά και ανθρώπινα καταστροφικός. Μήπως δεν το είπα χίλιες φορές όλα αυτά τα χρόνια; Δεν ετίθετο θέμα να μετανοήσω για οτιδήποτε επειδή, είτε κάνουμε λάθος, είτε όχι, δεν μπορούμε εκ των υστέρων να αλλάξουμε την έννοια γεγονότων που ορίζονται ιστορικά από ένα συγκεκριμένο κοινωνικό πλαίσιο. Θα ήταν παράλογο να πούμε ότι δεν θα μπορούσε να αποφευχθεί, αλλά μου φαίνεται ότι το επαναστατικό κίνημα δεν έκανε πίσω όταν χρειάστηκε να αναλάβει τις ευθύνες του. Δεν μπορούμε να πούμε το ίδιο και για το κράτος. Επίσης, δεν είχα τίποτα να ζητήσω σε αντάλλαγμα για την ομολογία μου. Αυτό δεν θα είχε προβλεφθεί από το νόμο, κι εμένα μου αρκούσε να εφαρμοστεί ο νόμος, όπως και για κάθε άλλον καταδικασμένο που δεν έχει το φρικτό ostativo, ώστε να δικαιούται στο μέλλον πλεονεκτήματα που προορίζονται για όλους.

Εν ολίγοις, είναι σαν να λέμε:  "Εντάξει, κερδίσατε και είμαι εδώ για να ακούσω τα τραγούδια μιας ανεπιθύμητης νίκης. Αλλά καθώς η γιορτή τελείωσε, είμαστε διατεθειμένοι, εσύ, το δημοκρατικό κράτος, κι εμείς όλοι να δεσμευτούμε να αποκαταστήσουμε την βιασμένη ιστορία, όσο εκτίω την ποινή μου, σύμφωνα με τους όρους των εθνικών νόμων και των διεθνών κανόνων της ανθρωπότητας, όπως κάθε άλλος καταδικασμένος;" Καθαρή ψευδαίσθηση. Αφού έδειξε σε ολόκληρο τον κόσμο το τρόπαιο ενός βρώμικου κυνηγιού, αφού τραγούδησε μια νίκη που αποκτήθηκε με εξαπάτηση πάνω στο αίμα των θυμάτων και την ξεπλυμένη τιμή της ιστορίας, το κράτος των μπαλωμάτων δεν διαψεύδει τη φύση του και δείχνει το πραγματικό του πρόσωπο. Επιδίδεται σε ένα όργιο κατασταλτικού υπερθεματισμού, εκμεταλλεύεται το λαϊκιστικό κύμα, και θυσιάζει ακόμη και τον λόγο των αρχών που το υπηρέτησαν ακόμη και όταν δεν το άξιζε.

Αυτά τα συναισθήματα με ακολούθησαν από το Οριστάνο ως το Γκουαντάναμο της Καλαβρίας, όπου βρέθηκα στο έλεος του Daesh και μιας μεταχείρισης άξιας μιας στρατιωτικής δικτατορίας. Αλλά δεν έχασα την ελπίδα μου και είμαι βέβαιος ότι ο χρόνος, που είναι γαλαντόμος, θα αποδώσει τελικά δικαιοσύνη.
Cesare Battisti

Μτφ. Σ.Σ.

 

Δείτε επίσης στο Αλμανάκ:

Cesare Battisti, Ο τελευταίος πυροβολισμός

Αλμανάκ

ΑΠΕΡΓΙΑ ΓΣΕΕ

ΘΕΜΑΤΑ ΔΗΜΟΦΙΛΗ

ΕΙΔΗΣΕΙΣ ΔΗΜΟΦΙΛΗ

THE GOOD LIFO ΔΗΜΟΦΙΛΗ