in

H ελληνική κοινωνία είναι γυναίκα και της λένε ότι είναι υπερβολική

Μερικές σκέψεις για τα τεκταινόμενα των τελευταίων ημερών

Μερικές σκέψεις για τα τεκταινόμενα των τελευταίων ημερών ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΑ

felix mooneeram evlkOfkQ5rE unsplash

Στη νομική, ένα από τα πρώτα πράγματα που μαθαίνει κανείς είναι ότι ένα από τα πιο σημαντικά στοιχήματα που καλείται να κερδίσει ένα νομικό σύστημα είναι η αίσθηση ασφάλειας δικαίου μεταξύ των κοινωνών του. Πρέπει ο κόσμος που ζει σε μια κοινωνία να έχει πίστη στους νόμους της και στην εφαρμογή τους, αλλιώς δουλειά δε γίνεται. Αυτή η πίστη είναι ένα υλικό πράγμα για το δίκαιο, είναι η βάση πάνω στην οποία χτίζεται ολόκληρο το οικοδόμημα της αίσθησης δικαιοσύνης. Αν αυτή δεν υπάρχει, μαθαίνουμε, οι άνθρωποι παύουν να νιώθουν ότι οι θεσμοί τους εξυπηρετούν, ότι ο δικαιικός μηχανισμός λειτουργεί και στρέφονται σε αυτό που λέμε αυτοδικία.

Παρατηρώ τις τελευταίες μέρες ότι οι εύκολες ατάκες δίνουν και παίρνουν. Πρόσφατα μιλούσα μ’ένα φίλο, πολύ παθιασμένο για ζητήματα κοινωνικής δικαιοσύνης, και μου λέει το εξής: “μια φίλη φεμινίστρια, ασχολούμενη με σεμινάρια γυναικείας ενδυνάμωσης στην εργασία γυρίζει και μου λέει ‘καλά ρε φίλε, τώρα με τη Δούκα θ’ασχοληθούμε, υπάρχουν γυναίκες με πραγματικά προβλήματα που όντως δεν βρίσκουν δουλειά, άμα δεν της άρεσε το εργασιακό της περιβάλλον μπορούσε να παραιτηθεί.’ Ρε, αλήθεια, κάποτε ήξερα ότι οι εχθροί μας είναι οι Χρυσαυγίτες και οι μισογύνηδες, σήμερα δεν ξέρεις από πού θα σου’ρθει’.” 

Δεν ξέρεις από πού θα σου’ρθει επειδή η βία είναι πλεγμένη στις κλωστές της ύπαρξής μας και η δικαιολόγησή της είναι το πρώτο μας αντανακλαστικό, τουλάχιστον για πολλές και πολλούς από μας. Γι’αυτό πιστεύω ότι  αυτό που συμβαίνει αυτή τη στιγμή στα ελληνικά social media, με τους πολλούς ανθρώπους που εναντιώνονται σ’αυτή την κανονικοποίηση και που γράφουν όσο πιο πολύ μπορούν, που διατυπώνουν την εναντίωσή τους, που φωνάζουν ότι πρέπει να μάθουμε τι συμβαίνει που δηλώνουν ότι αυτή η πανταχού παρούσα βία δεν πρέπει να είναι κάτι αναμενόμενο και κανονικοποιημένο, δεν είναι ούτε μαινόμενος όχλος, ούτε αιμοβόροι κανίβαλοι που βιάζονται να θίξουν υπολήψεις και να διαλύσουν καριέρες αλλά, απλώς, τα υποκείμενα δικαίου που υπογραμμίζουν ότι πρέπει να ικανοποιηθεί το περί δικαίου αίσθημα τους. 

Τον τελευταίο καιρό, διαβάσαμε τα μύρια όσα σχετικά με τον κανιβαλισμό μας, το πώς πέφτουμε άγρια πάνω σε φερόμενους δράστες, ένας ελληνικός λαός εξοργισμένος με την συστημική εγκληματικότητα που φαίνεται να μαστίζει τους χώρους του αθλητισμού και του θεάτρου-μέχρι τώρα τουλάχιστον-ακούει ένα συλλογικό “ναι μωρέ αλλά αν αντιδράς έτσι χάνεις το δίκιο σου”.

Η ελληνική κοινωνία αυτές τις μέρες είναι γυναίκα και της λένε ότι ναι, είναι υπερβολική. 

Είναι υπερβολική που δεν έχει την φινέτσα να περιμένει καθισμένη λυγερόκορμα στην άκρη του βελούδινου καναπέ της ένα νομικό σύστημα να κινηθεί όποτε αποφασίσει. Είναι υπερβολική που ρυπαίνει το στόμα της με βρισιές κατά φερόμενων δραστών στο twitter, δεν είναι τρόπος αυτός, το να αντιδρά αθυρόστομα απέναντι στο ενδεχόμενο αποσιώπησης βιασμών ανηλίκων στο χώρο που προάγει τις αξίες του πολιτισμού την καθιστά το λιγότερο άκομψη. 

Θα έπρεπε να αντιδράσει σαν κυρία, με ψυχραιμία, με λεπτότητα, με τρόπους, μη γίνουμε και Άγρια Δύση, βαθιές ανάσες και όλα θα περάσουν, έτσι κι αλλιώς λάθη γίνονται, οι άνθρωποι έχουν ελαττώματα, κανείς δεν είναι τέλειος, ο αναμάρτητος πρώτος τον λίθον βαλέτω και τα συμπαρομαρτούντα. 

Η ψυχραιμία σε τέτοια ζητήματα είναι προνόμιο των ισχυρών. 

Σε όποια φεμινιστική σελίδα και να μπείτε, θα δείτε κάπου, κάπως, να γράφεται μια λέξη που σε πολλούς ανθρώπους προκαλεί βαθύ διανοητικό κοκομπλόκο: συστημικότητα. Σου λέει ο φεμινισμός, σε μέσες άκρες, ότι όταν ένας σύζυγος σκοτώνει τη σύζυγό του δεν είναι επειδή είναι ένας βίαιος ανώμαλος αλλά να, έχει ξαναγίνει, και ξαναγίνει, και ξαναγίνει και ξαναγίνει, και εδώ και στο δίπλα χωριό και στο παραδίπλα και αυτό σημαίνει ότι μάλλον πρέπει να ψαχτούμε λίγο επειδή υπάρχει η ισχυρή πιθανότητα να ζούμε σ’έναν κοινωνικό μηχανισμό που κανονικοποιεί αυτή τη δολοφονία ως λογική αντίδραση.

Αυτή η πολυλιωμένη σε φεμινιστικούς χώρους έννοια ευτυχώς αρχίζει να φτάνει παραέξω και να χρησιμοποιείται από το σύνολο του δημόσιου λόγου. 

Η Σοφία Μπεκατώρου έχει καταστήσει σαφές το ότι “η προσωπική της περιπέτεια δεν είναι ένα αυτοτελές μεμονωμένο ζήτημα που αφορά μόνο εκείνη. Είναι μέρος ενός συνολικού και χρόνιου προβλήματος που αφορά στην κατάχρηση εξουσίας γενικότερα”. 

Ο υφυπουργός Πολιτισμού και Αθλητισμού, Λευτέρης Αυγενάκης, σε δηλώσεις του σχετικές με το καινούργιο, δυναμικά μεταρρυθμιστικό  αθλητικό νομοσχέδιο που πέρασε τον Σεπτέμβριο του 2020, υποστήριξε την ανάγκη για διαφάνεια στο σύνολο του αθλητικού γίγνεσθαι καθιστώντας σαφές το ότι οι κακοποιητικές συμπεριφορές δεν είναι απότοκο κάποιας φερόμενης ανωμαλίας αλλά απότοκα ταύτισης ατόμων με την εξουσία τους γι’αυτό πρέπει νομικά να ρυθμιστεί το πλαίσιο εντός του οποίου αυτή η εξουσία ασκείται. 

Η Πηνελόπη Αναστασοπούλου επίσης, δήλωσε “δυστυχώς δεν είμαι η μόνη. Συσπειρωνόμαστε για να μιλήσουμε όλες μαζί”. Κατά μία έννοια, και ο κύριος Μαρκουλάκης έχει κάνει μια έμμεση αναφορά στην συστημική βία της τέχνης σε συνέντευξή του λέγοντας ότι “αν ανατρέξουμε στις ιστορίες των μεγάλων δημιουργών, θα δούμε ότι, δυστυχώς, πολλοί απ’ αυτούς που θαυμάζουμε για το έργο τους ήταν, το λιγότερο, απαίσιοι χαρακτήρες”. 

Ενώ λοιπόν μιλάμε για συστημική κακοποίηση στο χώρο εργασίας και συστημική άσκηση σεξουαλικής βίας, ακούμε το αντεπιχείρημα ότι η οργή οδηγεί στο να θίγεται η δημοκρατία, να θίγεται το κύρος των θεσμών,να θίγεται το θέατρο και να θίγεται και ο χώρος του αθλητισμού. Δεν σας φαίνεται ενδιαφέρον το ότι μας ζητούν να κοπτόμαστε επειδή θίγονται αόριστες, πελώριες έννοιες περισσότερο απ’ό,τι  άνθρωποι; Λες και αυτοί οι χώροι, αυτές οι έννοιες, έχουν την οποιαδήποτε αξία έξω από την κοινωνία, λες και δεν υφίστανται για να εξυπηρετούν τον άνθρωπο, την οργάνωσή του, τη διασκέδασή του, την ασφάλειά του. 

Ο φεμινισμός ξέρει καλά από τέτοια αντεπιχειρήματα. Και από “not all men”- “όσοι έχουν κακοποιήσει είναι πολύ λιγότεροι από αυτούς που δεν έχουν κακοποιήσει” ξέρει και από “μη τα ισοπεδώνουμε όλα”- “πρέπει να προστατεύσουμε το θέατρο” και από “άνθρωπος ήσυχος, οικογενειάρχης, ποτέ δεν ενόχλησε κανέναν”- “ξέρετε ποιος είμαι τα τελευταία 35 χρόνια, ας μην καταδικάσουμε συλλήβδην όλο το θέατρο” επίσης ξέρει. Αφού ξέρουμε ή έστω, αφού μπορούμε να ξέρουμε, πρέπει ν’αποφασίσουμε και πού στεκόμαστε.

Πιστεύω ότι στην ιδέα της ουδετερότητας και της δυνατότητας να μην πάρεις θέση πιστεύουν κυρίως οι νέοι και οι προνομιούχοι. Η νεότητα θα ξεφλουδίσει σύντομα μαζί με την ατάκα “όλες οι απόψεις πρέπει ν’ακούγονται και κανείς δεν είναι τελείως αθώος”. Το προνόμιο είναι άλλης ποιότητας περιτύλιγμα, αν η νεότητα είναι κουκούλι, το προνόμιο είναι καβούκι και πάει μαζί με τον άνθρωπο. Πλέον, όταν ακούω κόσμο να είναι ιδιαίτερα ψύχραιμος απέναντι στα πολιτικά και κοινωνικά τεκταινόμενα δεν σκέφτομαι όπως παλιά “ω, τι ραφιναρισμένη αγερωχία” αλλά “α, καλά, προνομιάρα”.  

Ενώ σε γενικές γραμμές πιστεύω ότι τα πράγματα που έχουν τη δύναμη να εκτροχιάσουν την σιγουροπόδαρη πορεία της ιστορίας είναι εξαιρετικά πολύ λίγα, αναρωτιέμαι τελευταία αν υπάρχει περίπτωση, λόγω της συρροής των απρόοπτων που έχουν συμβεί αυτή και την προηγούμενη χρονιά, να ζήσουμε να δούμε μια Ελλάδα συνειδησιακά αλλαγμένη με επίγνωση της αλλαγής της και γεμάτη επιθυμία να περιφρουρήσει τη νέα της ταυτότητα.

Βρισκόμαστε σ’ένα σημείο πραγμάτωσης πολλών μαζεμένων τυχαιοτήτων. Ένα κίνημα γεννιέται ορμητικά ακριβώς την στιγμή που η ζωή έχει τη γεύση της ακινησίας. Ίσως αυτό να μην είναι απόλυτα ασύνδετο. Ίσως αυτοί οι μήνες επώδυνης, ψυχοφθόρας, εξοντωτικής στασιμότητας να διευκόλυναν τους ανθρώπους που έχουν πονέσει, κακοποιηθεί, βιαστεί να ονοματίσουν τις εμπειρίες τους γιατί για λίγο η κούρσα της ζωής έκοψε ταχύτητα. Και ίσως αυτό το κίνημα βρήκε έδαφος να πατήσει γιατί έχουμε παραπάνω χρόνο ν’ασχοληθούμε, να διαβάσουμε και να σκεφτούμε. 

Αλλιώς, μιας που οι παροιμίες είναι της μόδας φέτος μαζί με τις καταγγελίες, το πολύ πολύ η μετά το “Metoo” εποχή να είναι το ίδιο παλιό μουλάρι με καινούργια περπατησιά.

Ακολουθήστε την Α,ΜΠΑ; στο Google News

6 Comments
δημοφιλέστερα
νεότερα παλαιότερα
Ενσωματωμένα σχόλια
Δείτε όλα τα σχόλια
Dimosiokafrina
Dimosiokafrina
3 χρόνια πριν

Κοπέλα μου πέραν περα από το γεγονός ότι το άρθρο είναι ωραία γραμμένο, τα ελληνικά σου είναι εκπληκτικά!

leas
leas
3 χρόνια πριν
Απάντηση σε  Dimosiokafrina

Ναι ρε συ, δεν θα κουραστώ να το λέω, αυτή η ‘σιγουροπόδαρη πορεία της ιστορίας’ με έστειλε! Τι λεξιλόγιο και τι λεξιπλασία!
Λασκαρίνα, ήθελα να ήξερα, τα καταβροχθίζεις τα βιβλία με τους τόνους;

Όσο και να κυνηγάς τις σκιές της βίας, τις πιάνεις μόνο αν τις φωτίσεις, είτε πάνω σε ένα ντιβάνι είτε μέσα σε μια κοινωνία. Το θέατρο δεν παθαίνει τίποτα, υπάρχει κάτι χιλιάδες χρόνια και θα συνεχίσει. Όλα στο φως. Όλα. Συνέχεια και ασταμάτητα μέχρι να φωτιστούν όλα. Και μετά θα δούμε από κει και πέρα πού βρισκόμαστε.

Ponemenosspourgitis
Ponemenosspourgitis
3 χρόνια πριν

Εγώ να ρωτήσω προσωπικά τον Μαρκουλάκη όταν μιλάει για ‘’μεγάλους δημιουργούς’’ σε ποιους αναφέρεται? Μια φορά είδα τον Λιγνάδη στο Ηρώδειο στον Φιλοκτίτη και βλαστήμισα για τις χαμένες ώρες και την νύχτα μου. Ουδέν εις Διόνυσον. Είδα και καταλάθος τα φιλιά του Φιλιπίδη στην Παπαχαραλάμπους και έκανα να φάω και να κοιμηθώ δυό μέρες. Αυτή η αλαζονεία και η απανθρωπιά δεν είναι τυχαία.

leas
leas
3 χρόνια πριν
Απάντηση σε  Ponemenosspourgitis

Συμφωνώ για τον ‘μεγάλο δημιουργό’, το ίδιο είχα πάθει με εκείνη την αηδία ΒάτραΧ, έφυγα θυμωμένη για τον χαμένο χρόνο μου, μετριότατος ηθοποιός και κακός σκηνοθέτης. Πλέον δεν πατάω και σε άλλους υποτίθεται καλούς (Μαρμαρινό, Χουβαρδά, Μπρούσκου), τρέχω μακριά γιατί την έχω πατήσει άσχημα.

Ευνοούμενη
Ευνοούμενη
3 χρόνια πριν
Απάντηση σε  leas

Αχ, την πάτησα και εγώ μέσα στην καραντίνα που ήθελα να το παίξω κουλτούρα και έβαλα να δω από το online κανάλι του ιδρύματος Ωνάση μια παράσταση που είχε παίξει στην Επίδαυρο. Όρνιθες λέγοντας, αλλά δεν είχε καμία σχέση το αυθεντικό. Το έκλεισα στο μισάωρο, δήθεν πρωτοποριακό και αριστούργημα (έτσι έλεγαν οι κριτικές), αλλά εμένα μου φάνηκε πολύ στημένο και εξαναγκασμένα πρωτοποριακό.

Tropique
Tropique
3 χρόνια πριν

Διαφωνώ -οι φωνές που ζητούν ήπια αντίδραση ή και καθόλου, είναι ελάχιστες και στιγματίζονται όταν γίνονται αντιληπτές. Νομίζω πως πέραν κάποιων γραφικών που βγήκαν και είπαν αδιανόητες κοτσάνες, το σύνολο της κοινωνίας είναι δίπλα στα θύματα χωρίς αλλά και μήπως.