Laura: Το noir ως μαγική εικόνα

Laura: Το noir ως μαγική εικόνα Facebook Twitter
1

Laura: Το noir ως μαγική εικόνα Facebook Twitter

Η Λόρα (που στην Ελλάδα τη βαφτίσαμε Λάουρα, όπως τη Γκίλντα, Τζίλντα) είναι το αντίστοιχο της Καζαμπλάνκα στο είδος του noir, μια κατηγορία που οι Αμερικανοί δεν γνώριζαν πως δημιουργούσαν όταν γύριζαν εκείνες τις ταινίες, αλλά οι Γάλλοι φρόντισαν να εντοπίσουν τις ομοιότητες στο στιλ, όταν είδαν τα φιλμ μαζεμένα, μετά τον πόλεμο. Εννοώ, πως είναι μια κατασκευή του στούντιο, φτιαγμένη από καταξιωμένους επαγγελματίες, με κορυφαία τεχνικά χαρακτηριστικά, που ωστόσο απογειώνεται χάρη σε μια αδιόρατη γοητεία, που με τα χρόνια επιτείνεται, κατατάσσοντας την πολύ ψηλά.

Αντίθετα με την "τέλεια" Καζαμπλάνκα, που αγαπήθηκε στα ίσια, και σάρωσε στα Όσκαρ του 1942, η Λόρα έχει πολλές τρύπες, κυρίως σεναριακές, καθώς το στόρι της Βέρα Κασπάρι ποντάρει σε μια εντυπωσιακή για την εποχή ανατροπή, αλλά εξαιτίας της αλλαγή στη μέση της ταινίας, η υπόθεση δεν στέκει με κριτήρια αληθοφάνειας- αν κάποιος βαλθεί να την ξεσκονίσει, θα εντοπίσει ρωγμές στο ρεαλισμό και επιτηδευμένα φτιασίδια στο διάλογο, που το μόνο που φαίνεται να επιδιώκουν είναι η μετατόπιση από το κέντρο βάρους, το φόνο δηλαδή, προς την έξυπνη ατάκα του Κλίφτον Γουέμπ, τα υγρά κοντινά της Τζιν Τίρνι, τα ανδρικά αμερικάνικα πλάνα του Ντάνα Άντριους, τις χορταστικές λεπτομέρειες των εσωτερικών ντεκόρ.

Η Λόρα έχει δολοφονηθεί από το ξεκίνημα και το έγκλημα προς εξιχνίαση μοιάζει περίεργο και θολό. Μήπως δεν είναι ακριβώς έτσι τα πράγματα; Οι ανακρίσεις των φίλων και γνωστών της, σαλονάτες και καλοσιδερωμένες, ξεδιπλώνονται κάτω από το κλίμα της καχυποψίας και το βάρος εμφανούς ψεύδους. Μιλάνε για το πτώμα της, αλλά εξυμνούν την σπάνια ομορφιά και τον λαμπερό χαρακτήρα της ηρωίδας που μαρτύρησε για άγνωστο λόγο. Όλοι φαντάζουν ένοχοι και ο θεατής εύχεται να ακούσει την ίδια τη Λόρα να αφηγείται τα περιστατικά. Η ευχή του πραγματοποιείται, αλλά το ζουμί δεν βρίσκεται στην πρωταγωνίστρια.

Laura: Το noir ως μαγική εικόνα Facebook Twitter

Ο ρόλος του Γουόλντο Λάϊντεκερ δεσπόζει, και η καταλυτική παρουσία του Κλίφτον Γουέμπ κυριαρχεί από την αρχή μέχρι το τέλος της ταινίας. Επιπλέον, έχει και πλάκα, σε μια ταινία όπου το χιούμορ δεν χωράει ούτε από τη χαραμάδα. Από αυτόν ξεκινάει τις ανακρίσεις-συνεντεύξεις του ο ντετέκτιβ Μακφέρσον (Άντριους). Τον πρωτοσυναντάει όταν ο σταρ του ραδιοφώνου βρίσκεται μέσα στη μπανιέρα του. Ο Λάϊντεκερ του μιλάει λες και είναι υπηρέτης του- μάλιστα του ζητάει να του δώσει τη ρόμπα του και του κάνει τη χάρη να απαντήσει στις ερωτήσεις, ενώ αλλάζει, ντύνεται στην πένα, ετοιμάζεται ως άλλος δανδής, γηραιός αλλά καθόλου παρακμιακός, για την έξοδο του και αποχωρεί σταθερά, σα να γνωρίζει ακριβώς που θέλει να πάει και τι σκοπεύει να κάνει. Μιλάει με εμφανή σνομπισμό και αυτοκρατορική αυτοπεποίθηση.

Οτιδήποτε δεν αγγίζει το εγωκεντρικό του σύμπαν, δεν αξίζει να υπάρχει καν. Επιβάλλεται με το καλημέρα και δεν παραλείπει να αφήσει την τσουχτερή του στάμπα με κάθε ψαρωτικό σχόλιο, σαν κόμπρα που παραμονεύει και δεν έχει χρόνο για χάσιμο, καθώς είναι πολύ απασχολημένος με την υπεροχή του, τις τρομερές ιδέες του, το προσεγμένο, ακριβό lifestyle του, τα μπιμπελό και τις καθημερινές του συνήθειες, τη μοναδικότητα του μπροστά στο μέτριο πλήθος των υπολοίπων. Θεωρεί ωστόσο την προκαταρκτική διαδικασία μια καλή ευκαιρία να ταπώσει τους συνομιλητές του, οι οποίοι συνίστανται σε μια τεκνατζού, πλούσια κοσμική, τον ζιγκολό που έπαιζε με τα αισθήματα της κοσμικής και της Λόρα, την οικιακή βοηθό, και φυσικά τον ίδιο τον Μακφέρσον, τον εκπρόσωπο του νόμου, τον οποίο θεωρεί περιττό, μπρουτάλ, αλλά κατά κάποιον τρόπο υπολογίσιμο, γιατί δεν μπορεί να διαγνώσει εντελώς, γι' αυτό και θέλει να έχει από κοντά, σαν τον διάβολο.

Laura: Το noir ως μαγική εικόνα Facebook Twitter

Δεν είναι τυχαίο που στον Μακφέρσον εξομολογείται (λόγω και σεναριακής ανάγκης) την αδυναμία του προς τη Λόρα, και αναπολεί την ατυχή πρώτη τους συνάντηση, το αναπάντεχο πλησίασμα τους στη συνέχεια, τις εποικοδομητικές τους βραδιές, τις προσωπικές τους στιγμές και τις αιτίες των καυγάδων τους.


Ο Λάϊντεκερ είναι εφοδιασμένος με τις καλύτερες ατάκες της ταινίας. Ταιριάζουν απόλυτα στην ακριβή, καθαρή ντιξιόν του Κλίφτον Γουέμπ, ο οποίος τελειοποίησε τη δυσανεκτική, μισάνθρωπη περσόνα του με τις κωμικές περιπέτειες του κύριου Μπελβεντίρ λίγα χρόνια αργότερα, σε ένα άκρως επιτυχημένο δίπτυχο ταινιών που τον έκαναν πολύ αγαπητό και στο οικογενειακό κοινό. Συμπεριφερόταν σαν εξόριστος Άγγλος ευγενής στη χυδαία Αμερική! 'Ηταν ένας προικισμένος καρατερίστας που παρολίγο να μην είχε κάνει καριέρα, γιατί τον στούντιο δεν τον ήθελε λόγω της θηλυπρέπειας(!) του, αλλά επέμεινε ο τολμηρός σκηνοθέτης Ότο Πρέμιντζερ και δικαιώθηκε πανηγυρικά.

Στη Λόρα είναι ο πραγματικός τραγικός της υπόθεσης, πιο τραγικός και από το φερόμενο θύμα. Υπάρχει μια καταπληκτική σκηνή του, όπου εξομολογείται πως όταν ένας άνδρας στερείται του ανδρισμού του, γίνεται λειψός άνθρωπος, ένα ον ταπεινωμένο- αν και στη δική του περίπτωση, καθόλου ταπεινό εξαιτίας της έλλειψης, αλλά επιθετικό για να εκδικηθεί. Ο Λάϊντεκερ έχει μεταμορφωθεί σε ένα πνευματώδες τέρας, έναν άνθρωπο που θέλει να γίνεται το δικό του γιατί πιστεύει πως το δικαιούται λόγω του ταλέντου να αναλύει χειρουργικά την ανθρώπινη φύση και να την εμπορεύεται μιντιακά προς όφελος του.

Αντίθετα με τα celebrity του σήμερα, απεχθάνεται την έκφραση της αποδοχής και τη μαζικότητα του θαυμασμού: Ξεχωρίζει, επομένως θέλει να έχει αποκλειστικά το δικαίωμα επιλογής και να κρατάει τους φαν σε απόσταση. Του αρκεί που γνωρίζει πως είναι σπουδαίος, και τα χρήματα που κερδίζει του επιτρέπουν να ζει άνετα. Η μεγάλη του επιλογή, το αριστούργημα του, είναι η Λόρα.

Σε αυτήν, λειτουργεί ως μέντορας, ένας Πυγμαλίων που δεν διανοείται να αφήσει ελεύθερο το δημιούργημα του. Δεν ξέρουμε τι να υποθέσουμε: είναι σεξουαλικά ανίκανος, ανομολόγητα ομοφυλόφιλος, αδιάφορος για σαρκικές απολαύσεις, μπροστά στην ύστατη χαρά της διαμόρφωσης του πνεύματος, κατ' εικόνα και καθ' ομοίωση του; Η Λόρα, από ανία ή νεανική παρόρμηση, θέλει να πετάξει σε άλλες αγκαλιές, ίσως και για να τον πικάρει. Η σχέση τους δυναμιτίζεται από την εναλλαγή πλατωνικής τρυφερότητας και επικίνδυνης διανοητικής αιχμαλωσίας. Εμείς μαθαίνουμε τα γεγονότα υποκειμενικά και αναδρομικά, σε διαθλασμένη αφήγηση, σαν μια ιδεατή εικόνα εύθραυστης ευτυχίας, όπως θέλει να τη φαντάζεται ο Γουόλντο. Τις εικόνες αυτές συνοδεύει μόνιμα η επωδός του Ντέϊβιντ Ράκσιν, το εξόχως μεταδοτικό μουσικό θέμα της ταινίας, που λειτουργεί σαν ποπ επιτυχία της εποχής και κλασσικό κινηματογραφικό θέμα ταυτόχρονα.

Άλλοτε παίζει ευθέως, και σε κάποιες κρίσιμες στιγμές, μετέρχεται σε παραπλήσιους τόνους, σκοτεινότερους και απειλητικούς, θέλοντας να μας δείξει πως το λημέρι που έπλασε ο Λάϊντεκερ για τη Λόρα του δεν είναι παρά ένας ψυχαναγκασμός, μια ανωμαλία που δεν θα κρατήσει πολύ. Το πορτρέτο της Λόρα (ο οφθαλμός ος τα πανθ' ορά) πάνω από το τζάκι δεν είναι απλώς ένα εικονοστάσι προς τιμήν της ομορφιάς της, αλλά μια προειδοποίηση για τη ματαιοδοξία και τις επιπτώσεις, αλλά και η είσοδος για τον πλασματικό κόσμο της ταινίας.


Είναι ανεξήγητο πώς μπορούν να δέσουν τόσο άσχετοι ηθοποιοί μεταξύ τους. Η Τζιν Τίρνι διαθέτει την βουλιμία της ενζενύ που διψάει για αναγνώριση, αλλά και τη δροσιά μιας άφθαρτης, πολύ όμορφης κοπέλας, εντελώς ταιριαστής με τα πρότυπα της εποχής της. Απέναντι της, ο Ντάνα Άντριους, επίσης νεοφερμένος στο σινεμά, είναι ξύλινος και κυριολεκτικός, ένα τυπικό αντράκι των 40ς, φωτογενής και έτοιμος να αδράξει την παραμικρή ευκαιρία που θα του δοθεί, για να διακριθεί στη δουλειά του, και να κάνει σεξ στην πορεία. Μαζί με τον Κλίφτον Γουέμπ, σχηματίζουν ένα ασύμβατο τρίγωνο, σε μια χορογραφία υπολογισμού και αναμονής, ανάμεσα στα ποτά, τα τσιγάρα, και το πέρα-δώθε των αποκαλύψεων.

Η Τζούντιθ Άντερσον, η κακιά στη Ρεβέκκα, παίζει υπέροχα (σύμφωνα με πληροφορίες, πριν αναλάβει τη σκηνοθεσία ο Ότο Πρέμιντζερ, η Άντερσον καπέλωνε τους συμπρωταγωνιστές της με υπερβολικό ταμπεραμέντο και θορυβώδη ερμηνεία, αλλά στην εκδοχή που βλέπουμε, υποτάσσεται με αξιοθαύμαστο τακτ, προσφέροντας τα ίχνη των προθέσεων του χαρακτήρα που υποδύεται). Τέλος, ο Βίνσεντ Πράϊς, πριν γίνει πασίγνωστος ως μάστερ και παρωδός σε ταινίες τρόμου, μιλάει μηχανικά και άτσαλα, σαν άχαρος και βουτυράτος μπεμπές που υποπίπτει σε ατοπήματα, ακόμη και αν είναι εντελώς αθώος.

Η ταινία, ωστόσο, ανήκει στον Γουέμπ και τον Λάϊντεκερ. Μπορεί να λέγεται Λόρα/Λάουρα, το μουσικό θέμα να έκανε θραύση (αλλά επειδή δεν είχε στίχους, και δεν ολοκληρωνόταν ως σκορ μέσα στην ταινία, να μην είχε καν υποψηφιότητα στις μουσικές κατηγορίες εκείνης της χρονιάς στα Όσκαρ), η ασπρόμαυρη φωτογραφία του Τζόζεφ Λασέλ να πήρε δίκαια Όσκαρ, τα σκηνικά να σε προσκαλούν σε ένα κομψό μυστήριο, η Τζιν Τίρνι να έγινε σταρ και ο Ντάνα Άντριους μεγάλο όνομα στον τύπο του, αλλά η μαγεία δεν θα συνέβαινε χωρίς το συγκρατημένο μένος και το στρεβλό πάθος του Κλίφτον Γουέμπ. Το πορτρέτο της Λόρα φιλοτεχνεί την φωτοσκιασμένα ρομαντική ατμόσφαιρα της ταινίας, αλλά η Λόρα είναι ουσιαστικά το κινηματογραφικό πορτρέτο της απέραντης και δηλητηριώδους μοναξιάς του Γουόλντο Λάϊντεκερ...

Οθόνες
1

ΔΕΙΤΕ ΑΚΟΜΑ

«Civil War»: Γιατί μια ταινία δράσης έχει φρικάρει τόσο τους Αμερικανούς θεατές;

The Review / «Civil War»: Γιατί μια ταινία δράσης έχει φρικάρει τόσο τους Αμερικανούς θεατές;

Ο Γιάννης Βασιλείου και ο Γιάννης Καντέα-Παπαδόπουλος, κριτικός στο Αθηνόραμα, αναλύουν τη νέα ταινία του Άλεξ Γκάρλαντ, που μόλις κυκλοφόρησε στις αίθουσες και τρομάζει τους Αμερικανούς θεατές.
ΓΙΑΝΝΗΣ ΒΑΣΙΛΕΙΟΥ
Ο Μανώλης Πιμπλής και η Σταυρούλα Παπασπύρου μιλούν για την αγαπημένη εκπομπή των booklovers

Οθόνες / «Βιβλιοβούλιο»: Μια διόλου σοβαροφανής τηλεοπτική εκπομπή για το βιβλίο

Ο Μανώλης Πιμπλής και η Σταυρούλα Παπασπύρου ήταν κάποτε «ανταγωνιστές». Και πια κάνουν μαζί την αγαπημένη εκπομπή των βιβλιόφιλων, τη μοναδική που υπάρχει για το βιβλίο στην ελληνική τηλεόραση, που επικεντρώνεται στη σύγχρονη εκδοτική παραγωγή και έχει καταφέρει να είναι ευχάριστη και ενημερωτική.
ΑΡΓΥΡΩ ΜΠΟΖΩΝΗ
Μην ανοίγεις την πόρτα

Οθόνες / «Μην ανοίγεις την πόρτα»: Το χειροποίητο αλλά καθόλου ερασιτεχνικό θρίλερ των Unboxholics

Η πρώτη τους ταινία είναι λογικό να αποτελεί τη συνισταμένη των επιρροών τους αλλά και τόσο παρήγορο να συνορεύει με ένα λιντσικό σύμπαν ψυχολογικού θρίλερ, αντί να αναπαράγει απότομες τρομάρες και δωρεάν ανατριχίλες. 
ΘΟΔΩΡΗΣ ΚΟΥΤΣΟΓΙΑΝΝΟΠΟΥΛΟΣ
The Sympathizer: Όλοι οι πόλεμοι διεξάγονται δύο φορές, μία στο πεδίο της μάχης και μία  στη μνήμη

Daily / The Sympathizer: Όλοι οι πόλεμοι διεξάγονται δύο φορές, μία στο πεδίο της μάχης και μία στη μνήμη

Σατιρικό δράμα και περιπέτεια κατασκοπίας συγχρόνως, η νέα φιλόδοξη σειρά του HBO διαθέτει, ανάμεσα στα άλλα σημαντικά της ατού, τον Παρκ Τσαν-γουκ στη σκηνοθεσία και τον Ρόμπερτ Ντάουνι Τζούνιορ σε τέσσερις διαφορετικούς ρόλους.
ΔΗΜΗΤΡΗΣ ΠΟΛΙΤΑΚΗΣ
Τελικά, είναι ο Τομ Ρίπλεϊ γκέι; 

Βιβλίο / Τελικά, είναι γκέι ο Τομ Ρίπλεϊ;

Το ερώτημα έχει τη σημασία του. Η δολοφονία του Ντίκι Γκρίνλιφ από τον Ρίπλεϊ, η πιο συγκλονιστική από τις πολλές δολοφονίες που διαπράττει σε βάθος χρόνου ο χαρακτήρας, είναι και η πιο περίπλοκη επειδή είναι συνυφασμένη με τη σεξουαλικότητά του.
ΕΠΙΜΕΛΕΙΑ: ΧΡΗΣΤΟΣ ΠΑΡΙΔΗΣ
Το νέο Χόλιγουντ των 80άρηδων στο Φεστιβάλ Καννών

Pulp Fiction / Το νέο Χόλιγουντ των 80άρηδων στο Φεστιβάλ Καννών

Ο Κόπολα πούλησε τα φημισμένα αμπέλια του και σκάρωσε ένα από τα ακριβότερα στοιχήματα στην ιστορία του σινεμά. Όμως, το Φεστιβάλ Καννών των auteurs και των κινηματογραφιστών αιχμής έχει τόση ανάγκη τους καταξιωμένους δημιουργούς μιας αλλοτινής εποχής;
ΘΟΔΩΡΗΣ ΚΟΥΤΣΟΓΙΑΝΝΟΠΟΥΛΟΣ
Γιώργος Αρβανίτης: «Έλεγα "είμαι καλύτερος" και δεν με πήρε η φτώχεια από κάτω»

Οι Αθηναίοι / Γιώργος Αρβανίτης: «Πείσμωνα για να γίνω ο καλύτερος και δεν με πήρε η φτώχεια από κάτω»

Από μια νιότη γεμάτη αντιξοότητες, ο τροχός για εκείνον γύρισε, η ζωή του στράφηκε στο φως και έγινε βιβλίο. Η Ευρώπη τον ανακάλυψε από τις ταινίες του Αγγελόπουλου, στις ιστορίες του πρωταγωνιστούν ο Φίνος, ο Μαστρογιάνι και ο Κουροσάβα. Ο πολυβραβευμένος διευθυντής φωτογραφίας που ήταν «πάντα την κατάλληλη στιγμή στο κατάλληλο μέρος» είναι ο Αθηναίος της εβδομάδας.
ΧΡΗΣΤΟΣ ΠΑΡΙΔΗΣ
Εμφύλιος πόλεμος

Οθόνες / «Εμφύλιος πόλεμος»: Μυθοπλαστική εικασία ή ρεαλιστικό σενάριο;

Με μια φιλμογραφία γεμάτη ζόμπι, κλώνους και αποκυήματα φαντασίας, αυτή είναι η λιγότερο αλληγορική ταινία του Άλεξ Γκάρλαντ που επιλέγει να μην εξηγήσει τις αιτίες του διχασμού, επιμένει σε μια πολιτική ασάφεια και δεν κατονομάζει τον Τραμπ.
ΘΟΔΩΡΗΣ ΚΟΥΤΣΟΓΙΑΝΝΟΠΟΥΛΟΣ
Baby Reindeer: Ποτέ η φράση “sent from my iPhone” δεν έμοιαζε πιο τρομακτική

Daily / Baby Reindeer: Ποτέ η φράση «sent from my iPhone» δεν έμοιαζε πιο τρομακτική

Ισορροπώντας ανάμεσα στο θρίλερ, το κοινωνικό δράμα και τη μαύρη κωμωδία, η αυτοβιογραφική σειρά του Netflix αφηγείται με συνταρακτικό τρόπο μια αληθινή ιστορία κακοποίησης, μαζοχισμού και τραύματος.
ΔΗΜΗΤΡΗΣ ΠΟΛΙΤΑΚΗΣ
Γέλιο-κονσέρβα: Ο θάνατος του πιο απόκοσμου και μισητού ήχου στην τηλεόραση

Οθόνες / Γέλιο-κονσέρβα: Ο θάνατος του πιο απόκοσμου και μισητού ήχου στην τηλεόραση

Το laugh track στις κωμικές σειρές αντιπροσώπευε την ψευδαίσθηση μιας κοινότητας, αλλά τώρα ακόμη κι αυτή η ψευδαίσθηση έχει χάσει τη λάμψη της. Καμία σειρά με γέλιο-κονσέρβα δεν έχει κερδίσει το βραβείο Emmy καλύτερης κωμωδίας εδώ και σχεδόν 20 χρόνια.
THE LIFO TEAM
Σάκης Καρπάς: «O κόσμος θα μας πει να συνεχίσουμε ή θα μας στείλει σπίτι μας»

Οθόνες / Unboxholics: «O κόσμος θα μας πει να συνεχίσουμε ή θα μας στείλει σπίτι μας»

Καθώς το «Μην ανοίγεις την πόρτα», το σκηνοθετικό ντεμπούτο των Unboxholics, ετοιμάζεται να βγει στις αίθουσες, ο Σάκης Καρπάς μας μιλά για το δάσος και άλλα πράγματα που τους τρομάζουν, για αγαπημένες ταινίες και games τρόμου, αλλά και για την άδικη δαιμονοποίηση των gamers.
ΓΙΑΝΝΗΣ ΒΑΣΙΛΕΙΟΥ
Γιατί επιστρέφουμε συνεχώς στο σινεμά των 90s;

Pulp Fiction / Γιατί επιστρέφουμε συνεχώς στο σινεμά των '90s;

Είναι η δεκαετία του '90 η καλύτερη όλων στο σινεμά; Ο Θοδωρής Κουτσογιαννόπουλος συζητά με την κριτικό και αρθρογράφο της LiFO Ειρήνη Γιαννάκη για τη δεκαετία που ξεκίνησε με το «Pretty Woman», το «Goodfellas», το «Χορεύοντας με τους λύκους» και το «Μόνος στο σπίτι» και έκλεισε με τα «Μάτια ερμητικά κλειστά», την «Έκτη αίσθηση», το «Matrix» και το «Fight Club».
ΘΟΔΩΡΗΣ ΚΟΥΤΣΟΓΙΑΝΝΟΠΟΥΛΟΣ
«Ghostwatch»: H ταινία τρόμου που προκάλεσε πανικό στο βρετανικό κοινό

Οθόνες / «Ghostwatch»: Γιατί αυτή η ταινία τρόμου προκάλεσε πανικό στο βρετανικό κοινό το 1992;

H κυκλοφορία του «Late Night with the Devil» στους κινηματογράφους ξαναφέρνει στην επικαιρότητα μια πρωτοποριακή και πέρα για πέρα ανατριχιαστική δημιουργία του BBC, που προκάλεσε πανικό και ακραίες αντιδράσεις στη Βρετανία το 1992, οδηγώντας έναν νεαρό τηλεθεατή στην αυτοκτονία.
ΓΙΑΝΝΗΣ ΒΑΣΙΛΕΙΟΥ
Πάτρικ Τατόπουλος: Ο designer που σχεδίασε το Μπάτμομπιλ, τον Γκοτζίλα και έναν δονητή για το «Seven»

Οθόνες / Πάτρικ Τατόπουλος: Ο designer που σχεδίασε το Μπάτμομπιλ, τον Γκοτζίλα και έναν δονητή για το «Seven»

Ο διάσημος Ελληνογάλλος σκηνογράφος του Χόλιγουντ μιλά στη LiFO για την τέχνη του, για το «Independence Day», το «Dark City», το «Poor Things» και την «Barbie», και για τότε που ο Φίντσερ του ζήτησε να του σχεδιάσει έναν δονητή.
ΓΙΑΝΝΗΣ ΒΑΣΙΛΕΙΟΥ
«Back to Black»: Aξίζει η κινηματογραφική βιογραφία της Έιμι Γουάινχαουζ

The Review / «Back to Black»: Είναι η ταινία για την Έιμι Γουάινχαουζ αντάξια του μύθου της;

Ο Γιάννης Βασιλείου και ο Άκης Καπράνος είδαν την ταινία της Σαμ Τέιλορ-Τζόνσον μέχρι τέλους, επιβίωσαν και βρέθηκαν στο στούντιο της LiFO για να συζητήσουν για την εμπειρία τους και για τα στοιχεία που κάνουν καλή μια κινηματογραφική μουσική βιογραφία.
ΓΙΑΝΝΗΣ ΒΑΣΙΛΕΙΟΥ
Kirsten Dunst: «Το σενάριο του Ευθύμη Φιλίππου για το “Kinds of Kindness” είναι ό,τι πιο weird έχω διαβάσει ποτέ!»

Οθόνες / Kirsten Dunst: «Το σενάριο του Ευθύμη Φιλίππου για το “Kinds of Kindness” είναι ό,τι πιο weird έχω διαβάσει ποτέ»

Με αφορμή τον πολυσυζητημένο «Εμφύλιο Πόλεμο» του Άλεξ Γκάρλαντ, η Αμερικανίδα ηθοποιός συζητά με τον Θοδωρή Κουτσογιαννόπουλο για τους ρόλους που την απελευθερώνουν, για την ανάγκη να υπάρχουν γυναίκες ηγέτιδες στην πολιτική, για τα πιο ιδιαίτερα σενάρια που έχουν πέσει στα χέρια της, όπως αυτό της τελευταίας ταινίας του Γιώργου Λάνθιμου.
ΘΟΔΩΡΗΣ ΚΟΥΤΣΟΓΙΑΝΝΟΠΟΥΛΟΣ

σχόλια

1 σχόλια