Το Μουσικό Αφιέρωμα της Κυριακής

Το Μουσικό Αφιέρωμα της Κυριακής Facebook Twitter
1

Κυριακή 24 Αυγούστου

την εβδομάδα που μας πέρασε…

…στις 18 Αυγούστου του 1750 γεννιέται ο

Antonio Salieri  [Αντόνιο Σαλιέρι]

Legnago, 18 Αυγούστου 1750 – Βιέννη, 7 Μαΐου 1825

Ιταλός συνθέτης και αρχιμουσικός. Έμαθε να παίζει βιολί και πληκτροφόρα όργανα από τον αδερφό του Francesco και από τον συντοπίτη του οργανίστα Giuseppe Simoni. Μετά το θάνατο των γονιών του, ανάμεσα στο 1763 και 1765, υιοθετήθηκε από έναν βενετό ευγενή, κι έτσι συνέχισε τη μουσική του εκπαίδευση στη Βενετία. Εκεί ένα χρόνο αργότερα συναντά τον βιεννέζο συνθέτη Florian Gassmann, ο οποίος έμελε να του σταθεί σαν δεύτερος πατέρας. Ο Gassmann παρατήρησε το ταλέντο και τη φιλοδοξία του νεαρού Salieri και αποφάσισε να τον πάρει μαζί του επιστρέφοντας στη Βιέννη. Εκεί υπό την επίβλεψη και καθοδήγηση του Gassmann παρακολούθησε ένα εντατικότατο πρόγραμμα μουσικής εκπαίδευσης.

Ο μαθητής του Anselm Hüttenbrenner περιέγραψε τον δάσκαλό του ως «το μεγαλύτερο μουσικό διπλωμάτη», και πράγματι ο Salieri κέρδισε τη φιλία ανθρώπων που μπορούσαν να τον βοηθήσουν ουσιαστικά να χτίσει μια καριέρα. Έχοντας ήδη κερδίσει την πατρική αγάπη του Gassmann, ανέπτυξε στενές σχέσεις με τον ιταλό ποιητή και λιμπρετίστα Metastasio, με τον γερμανό συνθέτη Christoph Willibald Gluck και με τον Ιωσήφ Β΄ των Αψβούργων, αυτοκράτορα της Αγίας Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας. Κι έτσι δεν άργησαν να εμφανιστούν οι πρώτες ευκαιρίες για να συνθέσει τις πρώτες του όπερες.

Η επιτυχία του Salieri στη Βιέννη οφείλεται σε μεγάλο βαθμό στην υποστήριξη του Ιωσήφ Β', ο οποίος τον βοήθησε τόσο στην Ιταλία όσο και στη Γαλλία, επηρεάζοντας τους αδελφούς του Leopold (Μεγάλο Δούκα της Τοσκάνης) και Ferdinand (κυβερνήτη της Λομβαρδίας) καθώς και την αδελφή του Μαρία Αντουανέτα. Όταν ο Gassmann πέθανε το 1774, ο Ιωσήφ Β΄ διόρισε τον –ηλικίας μόλις 24 ετών– Salieri ως διάδοχό του στη θέση του Kammerkomponist, ενώ λίγο αργότερα ανέλαβε και τη θέση του μουσικού διευθυντή της Ιταλικής Όπερας στη Βιέννη.

Από το 1778 και 1780 ο Salieri συνέθεσε 5 όπερες για διάφορα ιταλικά θέατρα μεταξύ των οποίων και η Europa riconosciuta (Europa Recognized), οποία ανέβηκε με την ευκαιρία των εγκαινίων του θεάτρου La scala στο Milano, στις 3 Αυγούστου του 1778. Το 2004 η Europa riconosciuta ανέβηκε ξανά στη Scala εγκαινιάζοντας την επαναλειτουργία του θεάτρου μετά από εκτεταμένη ανακαίνιση.

L'Europa Riconosciuta - Act Ι

Teatro alla Scala, 2004

Το 1780 ο Ιωσήφ Β΄ του αναθέτει τη δημιουργία ενός Singspiel [λυρικό δράμα με ομιλούμενο διάλογο, τραγούδια, μικρές άριες και φωνητικά σύνολα] δια λογαριασμό του Nationaltheater's German troupe, οπότε προκύπτει η όπερα Der Rauchfangkehrer  [The Chimney Sweep, ο καπνοδοχοκαθαριστής] η οποία γνώρισε σημαντική επιτυχία μέχρι που επισκιάστηκε από την Απαγωγή από το Σεράι του Μότσαρτ [ http://www.lifo.gr/team/bitsandpieces/50452 ].

Το 1784 πραγματοποιείται η παριζιάνικη «απόβαση» του Salieri με την πρεμιέρα της όπερας Les Danaïdes. Η επιτυχία της είχε ως αποτέλεσμα την παραγγελία άλλων δύο έργων, κι έτσι πλέον ο Salieri για το υπόλοιπο της δεκαετίας μοιράζει τον χρόνο και την ενέργειά του ανάμεσα στο Παρίσι και τη Βιέννη. Το 1787 το έργο Tarare σε γαλλικό λιμπρέτο από τον Beaumarchais, ήταν ένας από τους μεγαλύτερους οπερατικούς θριάμβους του. Τόσο ώστε όταν επιστρέφει στη Βιέννη ο Ιωσήφ Β΄ του αναθέτει να ετοιμάσει μια ιταλική εκδοχή του Tarare. Έτσι προκύπτει ο Axur re d'Ormus [Axur, king of Ormus] σε ιταλικό λιμπρέτο από τον Da Ponte, το οποίο ακολουθεί το γενικό περίγραμμα του Tarare αλλά παραλείπει πολλά από την πολιτική αλληγορία του Beaumarchais. Αλλά και η μουσική ενώ προέρχεται από τον Tarare, πολύ συχνά αποκλίνει από το «πρότυπο». Η όπερα ανεβαίνει το 1788 επί τη ευκαιρία των γάμων του Αρχιδούκα Φραγκίσκου και της  πριγκίπισσας Ελισάβετ της Βυρτεμβέργης, και από τότε μέχρι το 1805 [δηλαδή για 17 χρόνια] θα ανέβει σε διάφορα βιενέζικά θέατρα άλλες 100 (!) φορές.

Antonio Salieri - Axur, re d´Ormus (complete)

Αξίζει να σημειωθεί ότι το Finale της 4ης Πράξης του Axur re d'Ormus συμπεριλήφθηκε στη μουσική επένδυση της –βιογραφικού περιεχομένου– κινηματογραφικής ταινίας Amadeus.

Finale - Axur, re d'Ormus (1788) de Antonio Salieri. Amadeus

To 1788 o Salieri λαμβάνει τη θέση του Hofkapellmeister [του αυλικού αρχιμουσικού]. Ωστόσο το 1790 ο Ιωσήφ Β΄ πεθαίνει, και τον διαδέχεται ο Λεοπόλδος Β', οπότε κυκλοφορούν φήμες ότι ο Salieri πρόκειται να απομακρυνθεί από τη θέση του ή να υποβάλλει την παραίτηση του. Η αλήθεια ωστόσο είναι ότι ζήτησε και τελικώς έλαβε την απαλλαγή του από τις καθημερινές πρόβες στην όπερα, με αντάλλαγμα να συνθέτει μια όπερα το χρόνο για τα αυλικά θέατρα. Τα καθήκοντά του στην όπερα ανατέθηκαν στο μαθητή και προστατευόμενό του Joseph Weigl.

Εν ολίγοις κατά τη δεκαετία του 1790 ο Salieri χάνει την ακλόνητη προστασία του Ιωσήφ Β΄, την ευκαιρία να συνθέσει όπερες για το Παρίσι (εξαιτίας του ξεσπάσματος της Γαλλικής επανάστασης το 1789), το λογοτεχνικό ταλέντο του Da Ponte (ο οποίος του παρείχε πολλά επιτυχημένα λιμπρέτα, όμως η απώλεια του επίσης προστάτη του Ιωσήφ Β΄ τον αναγκάζει να μετοικίσει στο Λονδίνο) και τέλος τον δημιουργικό ανταγωνισμό του W.A.Mozart.   

   

Ως Kapellmeister ο Salieri παρακολουθούσε από κοντά την επιλογή των μελών της ορχήστρας και των μονωδών, επιδίωξε την πρόσληψη διαφόρων τεχνικών υποδομής όπως για παράδειγμα του κατασκευαστή εκκλησιαστικού οργάνου, επίβλεψε την απόκτηση νέων οργάνων και φρόντισε ώστε η μουσική βιβλιοθήκη να είναι πάντα ενημερωμένη και σε πολύ καλή κατάσταση.  Επίσης από τα αρχεία της εποχής πληροφορούμαστε ότι από το 1820 έως το 1824 (οπότε και ο Salieri αποσύρεται προφανώς λόγω γήρατος) για τις τακτικές λειτουργίες τις οποίες διεύθυνε ο ίδιος, συχνά επέλεγε έργα των Johann Georg Albrechtsberger, Joseph και Michael Haydn, Georg Reutter του νεώτερου, Joseph Leopold Eybler, Leopold Hofmann και Wolfgang Amadeus Mozart(!).

O Salieri έχοντας επωφεληθεί σημαντικά από τους δασκάλους και μέντορές του, αφιέρωσε μεγάλο μέρος της ενέργειάς του στη διδασκαλία, και ιδιαίτερα στην οπερατική σύνθεση. Όμως εκτός από δάσκαλος σπουδαίων τραγουδιστών, υπήρξε και δάσκαλος σπουδαίων νέων συνθετών όπως οι Ludwig van Beethoven, Franz Schubert και Franz Liszt.  

Οι πολυάριθμες όπερες του Salieri, το «προϊόν» σκληρής και αφοσιωμένης εργασίας για περισσότερα από 30 χρόνια μοιρασμένα ανάμεσα στη Βιέννη, το Παρίσι και την Ιταλία, τον αναδεικνύουν ως συνθέτη με μεγάλη ευελιξία, εξαιρετική θεατρικότητα και αξιοσημείωτο μουσικό ταλέντο. Όμως εκτός από όπερες ο Salieri συνέθεσε επίσης περίπου 100 έργα εκκλησιαστικής μουσικής (5 λειτουργίες, ένα Ρέκβιεμ, τρία Te Deum, δύο Magnificat, ψαλμούς, ύμνους, διάφορα μοτέτα κλπ.), αλλά και ορχηστρική μουσική σε σαφώς μικρότερη κλίμακα (σερενάτες, σουίτες, εμβατήρια, ορισμένα Κοντσέρτι και μια Συμφωνία).

Το τελευταίο σημαντικό ορχηστρικό του έργο είναι ένα σετ από 26 ευφάνταστα ενορχηστρωμένες παραλλαγές επάνω στη μελωδία La Folia [μια μελωδία που χρονολογείται από τον 17ο αιώνα και μέχρι σήμερα έχει γίνει αντικείμενο μουσικής επεξεργασίας περισσότερες από 150 φορές].

Salieri - Variations on 'La Follia'

Τέλος πρέπει να υπογραμμιστεί ότι δεν υπάρχουν ισχυρές αποδείξεις για την υποτιθέμενη ανεπτυγμένη αντιπαλότητα ανάμεσα στον Salieri και τον Mozart, ενώ η θεωρία ότι ο Salieri δηλητηρίασε  τον πιο προικισμένο, αλλά σαφώς λιγότερο επιτυχημένο εκείνη την εποχή, ανταγωνιστή του [όπως εσφαλμένα αποτυπώνεται ή υπονοείται από διάφορες αφερέγγυες πηγές όπως για παράδειγμα από τον Nikolai Rimsky-Korsakov στην όπερα του Mozart and Salieri, αλλά και την σύγχρονη κινηματογραφική ταινία Amadeus] είναι εντελώς αβάσιμη.

====

…στις 21 Αυγούστου 1987

 

γίνεται στο φεστιβάλ της Gibellina στη Σικελία η πρεμιέρα του μουσικού δράματος Ορέστεια ΙΙ σε μουσική Ιάννη Ξενάκη, βασισμένο στην τριλογία του Αισχύλου. Ουσιαστικά πρόκειται για το ίδιο έργο που ο Ξενάκης συνέθεσε το 1965-66 για παιδική χορωδία, μικτή χορωδία και ενόργανο σύνολο με κάποιες προσθήκες.

Το Μουσικό Αφιέρωμα της Κυριακής Facebook Twitter
Ianis Xenakis

Η αρχική μορφή εκτελέστηκε για πρώτη φορά τον Ιούνιο του 1966 στην πολίχνη Ypsilanti του Μίσιγκαν των Ηνωμένων Πολιτειών, και αποτελούταν από τρία μέρη: Αγαμέμνων, Χοηφόροι και Ευμενίδες. Το 1987 προστίθεται ένα τέταρτο μέρος, η Κασσάνδρα (για κρουστά και βαρύτονο που παίζει ταυτόχρονα  και ψαλτήριο, αφιερωμένο στον βαρύτονο Σπύρο Σακκά και τον περκασιονίστα Sylvio Gualda), και με αυτή τη μορφή γίνεται η παρουσίαση του έργου στο φεστιβάλ της Gibellina. Αργότερα ωστόσο (το 1992) θα προστεθεί ένα ακόμα μέρος, η Θεά Αθηνά (για βαρύτονο και ενόργανο σύνολο) κι έτσι θα συμπληρωθεί οριστικά το εγχείρημα του 1965. Χαρακτηριστικό της Ορέστειας είναι ότι ενώ τα ενόργανα μέρη εμφανίζουν έναν εξαιρετικό νέο ήχο, του οποίου η επιρροή θα φανεί και στις κατοπινές συνθέσεις του Ξενάκη, σε ότι αφορά τα κείμενα δεν λαμβάνει καθόλου υπόψη του την προσωδία (αργότερα βέβαια θα δείξει ενδιαφέρον για τη φωνητική της αρχαίας ελληνικής γλώσσας και θα ενσωματώσει την προσωδία σε επόμενα έργα του). Τέλος ενώ η παράσταση της Ορέστειας είναι ολοκληρωμένη μόνο αν σ’ αυτήν συμπεριλαμβάνεται και η Κασσάνδρα, αντιθέτως η Κασσάνδρα μπορεί να παιχτεί χωριστά, σαν ανεξάρτητο έργο.       

Iannis Xenakis – Agamemnon

Iannis Xenakis – Les choephores

(1/2)  

(2/2)  

Iannis Xenakis – Les Euménides

Iannis Xenakis – Kassandra

(1/2) 

(2/2)  

Ο Ιάννης Ξενάκης (Βραΐλα, 1922 -  Παρίσι, 2001) ήταν έλληνας συνθέτης γεννημένος στη Ρουμανία. Σε ηλικία 10 ετών επιστρέφει με τους γονείς του στην Ελλάδα και δύο χρόνια αργότερα ξεκινά μαθήματα μουσικής (αρμονία και αντίστιξη) στην Αθήνα με τον Αριστοτέλη Κουντούρωφ (μαθητή του Alexander Skrjabin). Το 1940 εισάγεται στο Τμήμα Πολιτικών Μηχανικών του ΕΜΠ. Κατά τη διάρκεια του ΙΙου Παγκοσμίου Πολέμου παίρνει μέρος στην Εθνική Αντίσταση και εντάσσεται στο (παράνομο ακόμα τότε) Κ.Κ.Ε. Η συμμετοχή του στα Δεκεμβριανά του 1944 θα του στοιχίσει την απώλεια του αριστερού του ματιού και την παραμόρφωση της αριστερής πλευράς του προσώπου του, καθώς τραυματίστηκε σοβαρά από θραύσμα αγγλικής οβίδας. Το 1947 καταφέρνει να διαφύγει στη Γαλλία με πλαστό διαβατήριο καθώς εκκρεμεί εις βάρος του καταδίκη εις θάνατον.

Αξίζει να σημειωθεί ότι εξαιτίας αυτού, ο Ξενάκης θα μπορέσει να επισκεφτεί ξανά την Ελλάδα μόνο μετά από 27 χρόνια, όταν πλέον του χορηγείται αμνηστία το 1974 από τη κυβέρνηση της μεταπολίτευσης. Στο Παρίσι εργάζεται στο γραφείο του γνωστού αρχιτέκτονα Le Corbusier συνδέοντας έτσι το όνομά του με πολλά σπουδαία έργα [χαρακτηριστικότερο ίσως είναι το Περίπτερο της Philips για την διεθνή έκθεση των Βρυξελλών του 1958]. Ταυτόχρονα κάνει μαθήματα σύνθεσης διαδοχικά με τους Arthur Honegger, Darius Milhaud και Olivier Messiaen και διαθέτει όλο τον ελεύθερο χρόνο του στη μουσική δημιουργία. Έτσι όταν έρχεται η στιγμή της μεγάλης αναγνώρισής του ως αρχιτέκτονα, συμπίπτει με την καθιέρωσή του ως συνθέτη, κι από τα δύο επιλέγει το δεύτερο εγκαταλείποντας οριστικά την αρχιτεκτονική το 1959.

Ο Ξενάκης ανήκει στην πρωτοποριακή γενιά των συνθετών που έφεραν την επανάσταση στη μουσική μετά τον ΙΙο Παγκόσμιο Πόλεμο.  Παρόλο που θα μπορούσε να χαρακτηριστεί ως «αουτσάιντερ» στον ακαδημαϊκό μουσικό στίβο (καθώς η «κλασσική» μουσική του παιδεία είναι αρκετά ελλιπής), είναι ο πρώτος (από τους ελάχιστους) που κατάφερε να αντικαταστήσει επιτυχώς την παραδοσιακή μουσική σκέψη, με νέες ριζοσπαστικές ιδέες σε ότι αφορά τη σύνθεση. Είναι εξάλλου εκείνος που επινόησε τον όρο Stochastic music [Στοχαστική Μουσική] θέλοντας να περιγράψει τη μουσική σύνθεση που βασίζεται σε διάφορες διαδικασίες προερχόμενες από τα μαθηματικά, τη στατιστική και τη φυσική. Η μουσική του γλώσσα επηρέασε σημαντικά πολλούς κατοπινούς συνθέτες εντός και εκτός Ευρώπης, παραμένοντας ωστόσο μοναδική για την ασυμβίβαστη τραχύτητα και τη νοηματική της λιτότητα.

=== 

…στις 22 Αυγούστου του 1862 γεννιέται ο

Claude Debussy [Κλωντ Ντεμπυσσύ]

Το Μουσικό Αφιέρωμα της Κυριακής Facebook Twitter
Σπάνια φωτογραφία του Claude Debussy, στο πιάνο

St Germain‐en‐Laye, κοντά στο Παρίσι, 22 Αυγούστου 1862 – Παρίσι, 25 Μαρτίου 1918

Γάλλος συνθέτης και κριτικός. Τα πρώτα χρόνια της ζωής του Ντεμπυσσύ ήταν ιδιαίτερα άστατα καθώς ο πατέρας του άλλαζε συχνά εργασία και επιπλέον το 1871 φυλακίστηκε για ένα χρόνο λόγω της συμμετοχής του στην Παρισινή Κομμούνα. Έτσι ο μικρός Claude δεν έλαβε κάποια ουσιαστική μουσική παιδεία έως ότου εγγραφεί στο Conservatoire [Ωδείο] των Παρισίων το 1872.

Στο Conservatoire έκανε μαθήματα πιάνου με την Mme Mauté (η οποία ισχυριζόταν ότι υπήρξε μαθήτρια του Frédéric Chopin) και αρχικά έδωσε σπουδαία δείγματα προόδου, δημιουργώντας την εντύπωση ότι επρόκειτο να εξελιχθεί σε έναν βιρτουόζο πιανίστα. Όμως το 1880 επιλέγει τελικά την κατεύθυνση της σύνθεσης με καθηγητή τον Ernest Guiraud, και το 1884 κερδίζει το Prix de Rome με την καντάτα του L'Enfant prodigue [ο άσωτος υιός].

 

Claude Debussy - L'enfant prodigue

Jessye Norman,  José Carreras, Dietrich Fischer-Dieskau

Το βραβείο αυτό συνοδευόταν από διετή υποτροφία για τη Γαλλική Ακαδημία της Ρώμης, που στεγαζόταν στη Villa Medici. Εκεί ο Debussy είχε την ευκαιρία να συναντήσει τους Franz Liszt, Giuseppe Verdi και  Arrigo Boito αλλά και να παρακολουθήσει την όπερα Lohengrin του Wagner.

Στη συνέχεια παρακολούθησε για δύο συνεχείς χρονιές (1888 και 1889) το Φεστιβάλ του Μπαϊρόιτ. Επίσης τεράστια επιρροή είχε επάνω του το άκουσμα της παραδοσιακής μουσικής Gamelan, της Ιάβας που παρακολούθησε στην Έκθεση των Παρισίων του 1889. Ο Debussy επιπλέον επηρεάστηκε από το κίνημα των ιμπρεσιονιστών ζωγράφων, από συγγραφείς και ποιητές όπως ο Mallarmé και οι «συμβολιστές». Εντούτοις, παρ’ όλες τις επιρροές, ο ίδιος ανέπτυξε ένα πολύ προσωπικό και απολύτως ευδιάκριτο μουσικό ιδίωμα, το οποίο χρησιμοποίησε για να συνθέσει έργα κάθε είδους: ορχηστρικά, μπαλέτα, μουσική δωματίου και άφθονη μουσική για πιάνο.

[Deux arabesques, 1888-91]

Debussy - Arabesque No. 1 (Ciccolini)

Debussy - Arabesque No. 2 (Ciccolini)

Το 1893 ο Debussy ξεκινάει να δουλεύει επάνω σε μια όπερα βασισμένη στο έργο του Maeterlinck,  Pelléas et Mélisande [Πελλέας και Μελισσάνθη], ένα εγχείρημα που θα χρειαστεί σχεδόν 10 χρόνια για να το ολοκληρώσει (η πρεμιέρα έγινε στις 30 Απριλίου 1902).

Debussy "Pelléas et Mélisande", Claudio Abbado

Το 1893 εκτελείται το κουαρτέτο εγχόρδων και τον αμέσως επόμενο χρόνο το συμφωνικό ποίημα Prélude à L'Après-midi d'un Faune [πρελούδιο στο απομεσήμερο ενός Φαύνου], το οποίο προκάλεσε αναστάτωση στους κριτικούς της εποχής εξαιτίας της φαινομενικής απουσίας κάποιας συγκεκριμένης μορφής στη δομή του.

Debussy : Prélude à "L'après-midi d'un faune"

Έπειτα ακολούθησαν τα Τρία Νυκτερινά [Trois Nocturnes] τα οποία αφιέρωσε στην Rosalie (Lily) Texier, την οποία παντρεύτηκε το 1899.

Claude Debussy - Nocturnes

Όμως 5 χρόνια αργότερα εγκαταλείπει την  Rosalie Texier για χάρη της Emma Bardac, τραγουδίστριας και συζύγου ενός τραπεζίτη, την οποία τελικά παντρεύτηκε το 1908, ενώ είχαν ήδη αποκτήσει μια κόρη από το 1905 –τη χρονιά που ολοκληρώθηκε και εκτελέστηκε για πρώτη φορά το La mer, trois esquisses symphoniques pour orchestre [Θάλασσα, τρία συμφωνικά σκίτσα για ορχήστρα].

Debussy, La Mer

Claudio Abbado · Berliner Philharmoniker

Ακολούθησε το έργο για ορχήστρα Images [Εικόνες, 1905-12] και το μπαλέτο Jeux [Παιχνίδια, 1913] το οποίο ήταν ανάθεση του Sergei Diaghilev για τα Ballets Russes.

Claude Debussy - Images pour orchestre

Debussy –JEUX– Boulez

To 1910 o Debussy εμφανίζει καρκίνο και με το ξέσπασμα του Ιου Παγκοσμίου Πολέμου το 1914 είναι πλέον πολύ βαριά άρρωστος. Παρόλ’ αυτά ξεκίνησε να συνθέτει ορισμένα ακόμη έργα από τα οποία πρόλαβε να ολοκληρώσει τρεις σονάτες: τη σονάτα για τσέλο, τη σονάτα για φλάουτο, βιόλα και άρπα και τη σονάτα για βιολί.

Στις 25 Μαρτίου 1918 υποκύπτει στην επάρατο και η κηδεία του γίνεται εν μέσω βομβαρδισμών του Παρισιού από τους Γερμανούς, καθώς ο πόλεμος εξακολουθούσε να μαίνεται. Ένα χρόνο αργότερα πεθαίνει και η κόρη του σε ηλικία 14 ετών, θύμα της επιδημίας διφθερίτιδας που ξέσπασε το 1919.

Ο Debussy ανήκει στους μεγαλύτερους και σημαντικότερους συνθέτες του 20ου αιώνα, τόσο χάρη στα προσωπικά του επιτεύγματα όσο και εξαιτίας των νέων δρόμων που άνοιξε και πρόσφερε για εξερεύνηση στους κατοπινούς συνθέτες [εξ ου και ο φόρος τιμής που απέτισαν σε αυτόν επίσης σπουδαίοι συνθέτες όπως οι Pierre Boulez, Olivier Messiaen, Anton Webern, Béla Bartók, Igor Stravinsky και πολλοί άλλοι].

Η χρήση μπλοκ συγχορδιών, αρμονίας με τροπική «γεύση» και βασισμένη στην ολοτονική κλίμακα, τα λεπτεπίλεπτα ενορχηστρωτικά του χρώματα, η τεχνική της διαστρωμάτωσης των ήχων και πολλά άλλα στοιχεία, των ανακηρύσσουν ως τον πρωτοπόρο που έφερε την επανάσταση στην πιανιστική και ορχηστρική σύνθεση.

  

-Ειρήνη Χατζηθέμελη 

 

 

 

1

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

ΔΕΙΤΕ ΑΚΟΜΑ

σχόλια

1 σχόλια