Η χρυσή ωριμότητα της Μπέτυς Αρβανίτη Facebook Twitter
Σήμερα είμαι αυτή πάνω στη σκηνή, αύριο θα είμαι μια άλλη γιατί και το κοινό θα είναι άλλο... Φωτο: Πάρις Ταβιτιάν/LIFO

Η χρυσή ωριμότητα της Μπέτυς Αρβανίτη

0


Έγινε γνωστή μέσα από το παλιό ελληνικό σινεμά, στο θέατρο είναι όμως που έκανε την πιο λαμπρή καριέρα. Φέτος, η εταιρεία θεάτρου Πράξη και το Θέατρο της Οδού Κεφαλληνίας, ένα προσωπικό στοίχημα της ίδιας και του συζύγου της Βασίλη Πουλαντζά, κλείνουν τρεις δεκαετίες ζωής, στη διάρκεια των οποίων δόθηκαν εμβληματικές παραστάσεις. Έχοντας εγκαινιάσει το θέατρό της με τα Πικρά Δάκρυα της Πέτρα φον Καντ σε σκηνοθεσία Ρούλας Πατεράκη (1986), σπουδαία παράσταση την οποία είχα την τύχη να δω τότε, πρόκειται να τιμήσει την επέτειο, ανεβάζοντας το φθινόπωρο Τρωάδες με την ίδια σκηνοθέτιδα. Ως τότε θα «βασανίζεται» λίγο καιρό ακόμα ως Τειρεσίας στην Αντιγόνη του Στάθη Λιβαθινού. Αειθαλής, οξυδερκής, φιλοσοφημένη, σε κερδίζει με την ευθύτητα, την απενοχοποιημένη ειλικρίνεια, τη βαθιά αίσθηση του χιούμορ που τη χαρακτηρίζει αλλά κι εκείνο το ευγενές αίσθημα του καλλιτεχνικού ανικανοποίητου που εξακολουθεί να την κρατά ανήσυχη, δραστήρια και δημιουργική, καθιστώντας τη ένα ζωντανό παράδειγμα προς μίμηση για τους νεότερους ηθοποιούς και όχι μόνο.


— Ας ξεκινήσουμε από τον ρόλο σας ως Τειρεσία στην Αντιγόνη...

Ομολογώ ότι ήταν μια ιδιαίτερη πρόκληση για μένα αυτός ο ρόλος, γιατί πρώτον είναι άντρας, δεύτερον μάντης, τρίτον τυφλός και τέταρτον είναι και γέρος, έχει όλα αυτά... Δεν είναι μεγάλης έκτασης, αλλά έχει φοβερό κύρος και σου δίνει κίνητρο να φτιάξεις μια περσόνα!


— Τον Τειρεσία σήμερα θα τον χαρακτηρίζαμε κάτι σαν τρανσέξουαλ σαμάνο...

Α ναι, υπάρχει αυτή η ειδική φύση στον συγκεκριμένο ρόλο και γίνεται ακόμα πιο ενδιαφέρων όταν τον παίζει γυναίκα. Είχα δει παλιότερα να τον υποδύεται η Νέλλη Αγγελίδου σε μια παράσταση του Μίνωα Βολανάκη κι εντυπωσιάστηκα. Βέβαια, η δική μας παράσταση διαφέρει εντελώς... Εντυπωσιακή είναι και η δική μου μεταμόρφωση, με φαλάκρα κι ένα μακιγιάζ πάρα πολύ έντονο, ώστε να αποδίδεται το γεγονός της τυφλότητας, κανονική ζωγραφική! Κάνοντας τέτοια πράγματα στο θέατρο, αισθάνεσαι ότι διευρύνεται η γκάμα σου, ότι σου ανοίγονται περιοχές καινούργιες που δεν ξέρεις πού θα σε οδηγήσουν. Κάθε ρόλος, βέβαια, είναι κίνητρο από μόνος του, άλλοτε ανοίγει ερωτηματικά, άλλοτε τα απαντά.


— Μένοντας στον μάντη Τειρεσία, πιστεύετε στην ικανότητα να προβλέψει κανείς τα μελλούμενα; Το λέω γνωρίζοντας πως ακόμα και κόσμος κατά τα άλλα ορθολογιστής φλερτάρει με την ιδέα...

Κοίτα, πιστεύω στη διαίσθηση, αλλά όχι στην ικανότητα πρόγνωσης ή στο πεπρωμένο. Δεν δίνω καμία βάση σε μέντιουμ, ταρώ, ζώδια κι όλες αυτές τις μεταφυσικές ιστορίες, απλώς με διασκεδάζουν, μου εξάπτουν την περιέργεια.

Εθιστήκαμε στην ψευτιά, στο γκλάμουρ, στο δήθεν, στον αέρα τον κοπανιστό. Το θέμα είναι τώρα τι κάνουμε... Και παρότι αριστερών καταβολών, αμφιβάλλω πολύ αν η κυβέρνηση αυτή θα τα καταφέρει.


— Θρήσκα είστε;

Όχι, κάθε άλλο! Ούτε ψυχρή ορθολογίστρια, όμως, με λες. Σκεπτικίστρια ίσως. Βασικά πιστεύω στον άνθρωπο, στην τεράστια εσωτερική του δύναμη που μπορεί να τον οδηγήσει σε επιτεύγματα πολύ υψηλά. Σέβομαι ωστόσο κάθε πίστη, αναγνωρίζω ότι αντιπροσωπεύει ένα στήριγμα.


— Η Αντιγόνη καθαυτή θεωρείται το πιο «αντάρτικο» έργο του αρχαίου θεάτρου, σωστά;

Ακριβώς, μέχρι φεμινιστικό και αντιεξουσιαστικό θα το λέγαμε, παρότι γράφτηκε τόσο παλιά! Υπάρχει μια έντονη αντιπαράθεση ανάμεσα στην εξουσία και στην λογική, στη συνείδηση και στα πιστεύω, τον ηθικό και τον ανθρώπινο νόμο για να το πω χοντρά-χοντρά. Βέβαια ο Λιβαθινός το έχει μεταφέρει στο σήμερα όλο αυτό, του έχει δώσει και μια μουσική διάσταση. Μια άλλη ιδιαιτερότητα στη δική μας παράσταση είναι η συνύπαρξη τριών γενεών ηθοποιών, γιατί, εκτός από τους ωριμότερους, παίζουν και πολύ νέα παιδιά. Ειδικά την Αντιγόνη την υποδύεται η Αναστασία Κονίδη που είναι νεότατη, πράγμα που δεν έχει ξαναγίνει. Ο Αίμονας, η Ισμήνη, ένα τμήμα του χορού, είναι επίσης «πιτσιρίκια». Υπάρχει λοιπόν αυτή η γενιά, υπάρχει η γενιά του Λιγνάδη, των 50άρηδων ας πούμε, καθώς και η παλαιότερη, που είναι ο Μπουσδούκος, ο Καστανάς, η Σκούντζου κι εγώ.

— Είναι κι ένα έργο που δεν χάνει την επικαιρότητά του...

Ναι, γιατί πάντα θα υπάρχει η ανάγκη σε έναν νέο άνθρωπο να εκφραστεί, να επαναστατήσει απέναντι σε μια δεσποτική εξουσία. Oφείλει κιόλας να επαναστατήσει, αλίμονο αν δεν το κάνει! Αλλιώς, βλέπεις, εισπράττουν τα νέα παιδιά την πραγματικότητα που καθορίζεται από νόμους και κανόνες κι αλλιώς οι μεγαλύτεροι, οι οποίοι έχουν αποδεχτεί κάποια πράγματα. Βέβαια στο τέλος αυτής της τραγωδίας ακόμα και ο Χορός εναντιώνεται στον Κρέοντα, δηλαδή του λέει «καλά να πάθεις». Διότι είναι η εμμονική κατάχρηση της εξουσίας του που τον καταστρέφει.

Η χρυσή ωριμότητα της Μπέτυς Αρβανίτη Facebook Twitter
Ειδικά την Αντιγόνη την υποδύεται η Αναστασία Κονίδη που είναι νεότατη, πράγμα που δεν έχει ξαναγίνει. Ο Αίμονας, η Ισμήνη, ένα τμήμα του χορού, είναι επίσης «πιτσιρίκια». Υπάρχει λοιπόν αυτή η γενιά, υπάρχει η γενιά του Λιγνάδη, των 50άρηδων ας πούμε, καθώς και η παλαιότερη, που είναι ο Μπουσδούκος, ο Καστανάς, η Σκούντζου κι εγώ. Είναι κι ένα έργο που δεν χάνει την επικαιρότητά του...


— Είναι, πάντως, θαυμαστό ότι τόσους αιώνες μετά τα ερωτήματα που έθεσε η Αντιγόνη παραμένουν επίκαιρα, σαν να διατυπώθηκαν χτες.

Ασφαλώς. Μα δεν είναι τυχαίο, αυτά τα μεγάλα έργα παίζονται και ξαναπαίζονται ακριβώς επειδή δεν έχουν απαντηθεί ακόμα τα ερωτήματα που έθεσαν. Εξακολουθούν να υφίστανται με διαφορετικό τρόπο, διαφορετικό κουστούμι, αλλά η ρίζα και η βάση τους παραμένει αναπάντητη, υπάρχουν δηλαδή ανοιχτοί λογαριασμοί.


— Αν όμως παραμένουν αναπάντητα τόσους αιώνες, πού βρίσκεται η ελπίδα;

Δεν είναι πάντα η απάντηση που μετράει. Το να δημιουργούνται ερωτηματικά είναι που φέρνει ελπίδα. Δηλαδή το να ψάχνει ο άνθρωπος, να αναζητά την αλήθεια...


— Αλλά υπάρχει, λέτε, τελικά κάτι που να μπορούμε να ορίσουμε ως αλήθεια;

Ναι, πιστεύω ότι η αλήθεια είναι διακριτή αξία, υφίσταται όσο ζητιέται κι όταν πια βρεθεί, δημιουργείται μια καινούργια.


— Ακούμε συχνά να ταυτίζεται η αλήθεια με την αγάπη.

Η αγάπη, βεβαίως, είναι αξία πολύ μεγάλη. Και θέλει επίσης ψάξιμο, λέμε συχνά λέξεις που τη διαστρεβλώνουν, την κακοποιούν... Για ποια αγάπη μιλάμε έπειτα, αυτή που αφορά πρώτιστα εμένα ή εκείνη που βάζει τον άλλο πάνω από μένα;


— Μήπως, τελικά, είναι ένα εγωιστικό καταρχήν συναίσθημα;

Δεν είναι η αγάπη εγωίστρια, ο έρωτας είναι ο μεγάλος εγωιστής. Και καλά κάνει και είναι δηλαδή, γιατί έτσι παίζεται αυτό το παιχνίδι. Όχι με την κατανόηση και τη στοργή αλλά με το αίσθημα, την κόντρα, το πάθος, τη διεκδίκηση... Σε θέλω δικό μου και σε θέλω τώρα, τέρμα!


— Μιλώντας περί έρωτα κι αγάπης, δεν μπορώ να μη σκεφτώ ότι έχετε στο ενεργητικό σας τρεις γάμους... Αλήθεια, πώς πρόεκυψαν; Υπήρξατε ίσως υπερβολικά αυθόρμητη, επιπόλαιη, θέλατε να πειραματιστείτε;

Δεν θα πω όχι, αυτά τα πράγματα άλλωστε έχουν να κάνουν με τις ηλικίες. Αλλιώς ερωτεύεσαι και παντρεύεσαι στα 20, αλλιώς στα 40, αλλιώς στα 50. Εξελισσόμαστε, αποκτάμε καινούργιες επιθυμίες κι ανάγκες. Έπειτα, δύσκολα μπορείς να καλυφθείς σε όλη σου τη ζωή από έναν άνθρωπο, εξόν πια και πέτυχες το λαχείο! Ειδικά οι σχέσεις που προκύπτουν από έρωτα κάνουν έναν συγκεκριμένο κύκλο. Το πώς θα μετεξελιχθούν είναι το ζήτημα. Oι δύο πρώτοι γάμοι μου με τον Κώστα Σταμάτη και τον Φαίδωνα Γεωργίτση ήταν σχετικά σύντομοι. Τον γιο μου τον Αλέξη τον έκανα με τον Κώστα, ούσα ακόμα πολύ μικρή, στην πρώτη τάξη της σχολής, δεν ήξερα καν τι θα γίνω όταν μεγαλώσω που λένε. Δεν ήταν δυνατόν να διατηρηθεί ένας γάμος που έγινε σε τόσο μικρή ηλικία... Με τον Φαίδωνα η σχέση μου κράτησε περισσότερο, δέκα χρόνια, από τα οποία τα μισά ήμασταν παντρεμένοι. Με τον τωρινό μου σύζυγο, τον Βασίλη Πουλαντζά, συμβιώνουμε κοντά τρεις δεκαετίες.


— Πώς έγινε και στέριωσε αυτός ο γάμος;

Προφανώς επειδή και οι δύο είχαμε ήδη ζήσει τη ζωή μας, είχαμε κάνει τις αταξίες μας όλες, είχαμε ηρεμήσει και κατασταλάξει, οπότε βλέπαμε πια τα πράγματα διαφορετικά. Αυτό δεν απέκλειε καθόλου τον έρωτα, άλλωστε έτσι ξεκίνησε κι αυτή η σχέση, συνέβαλαν όμως κι άλλα δυνατά στοιχεία.


— Μαζί στήσατε την εταιρεία θεάτρου Πράξη και το Θέατρο της Οδού Κεφαλληνίας, άρα είχε κι εκείνος θεατρική κουλτούρα.

Βέβαια. Μπορεί να εργάζεται ως πολιτικός μηχανικός, αλλά λατρεύει το θέατρο, μεταφράζει κιόλας... Ωστόσο, κι αυτά να μη συνέτρεχαν, πάλι μαζί θα ήμασταν, γιατί έχουμε μια κοινή οπτική στα πράγματα, μια κοινή αισθητική θα έλεγα. Δεν είναι «απ' αλλού», που λέμε, γιατί πολλές φορές διατηρεί κανείς σχέσεις κι έρωτες με ανθρώπους που είναι «απ' αλλού», σε συνδέει μόνο το πάθος –και γιατί όχι! Έλα όμως που το πάθος δεν σε χορταίνει!

Η χρυσή ωριμότητα της Μπέτυς Αρβανίτη Facebook Twitter
Δεν είναι η αγάπη εγωίστρια, ο έρωτας είναι ο μεγάλος εγωιστής. Και καλά κάνει και είναι δηλαδή, γιατί έτσι παίζεται αυτό το παιχνίδι. Όχι με την κατανόηση και τη στοργή αλλά με το αίσθημα, την κόντρα, το πάθος, τη διεκδίκηση... Σε θέλω δικό μου και σε θέλω τώρα, τέρμα! Φωτο: Πάρις Ταβιτιάν/LIFO


— Αν δεν γίνομαι αδιάκριτος, δεν υπήρξε επιθυμία να κάνετε και μαζί ένα παιδί;

Όχι. Άλλωστε, ήμασταν ήδη και οι δύο γονείς... Ήταν κι εκείνος, βλέπεις, ξαναπαντρεμένος. Είχαμε κλείσει αυτούς τους κύκλους, πράγμα σημαντικό, γιατί αλληλοκαταλαβαινόμασταν. Εξάλλου, ούτε εγώ θέλησα δεύτερο παιδί.


— Μοναχογιός, οπότε, ο Αλέξης... Κι εσείς μια μάνα υπερπροστατευτική, όπως το συνηθίζουν οι γονείς με τα μοναχοπαίδια;

Όχι, δεν υπήρξα τέτοια μάνα, επειδή με κάποιον τρόπο μεγαλώσαμε μαζί. Ήμουν, άλλωστε, πολύ μικρή όταν τον έκανα. Το κακό είναι ότι αυτή η υπερπροστατευτικότητα μου βγαίνει τώρα. Αφού καμιά φορά μου λέει: «Μα τρελάθηκες, τι είναι αυτά που με ρωτάς, αν έφαγα ή αν έβαλα ζακέτα ολόκληρος μαντράχαλος!». Πάντως, έχουμε αναπτύξει μια σχέση πολύ ουσιαστική και χαίρομαι γι' αυτό... Αρκετά όμως με τα οικογενειακά, ας γυρίσουμε στο θέατρο!


— Βεβαίως. Για το θέατρο είχατε πει κάπου ότι υπάρχει μόνο για τη στιγμή που γίνεται. Είναι δηλαδή σαν μια φωτογραφία, σαν μια ημερήσια εφημερίδα;

Ωραία παρομοίωση! Και ναι, εννοείται ότι το θέατρο είναι κάτι που γίνεται για το εδώ και το τώρα. Κάθε παράσταση, ακόμα και του ίδιου έργου, διαφέρει. Σήμερα είμαι αυτή πάνω στη σκηνή, αύριο θα είμαι μια άλλη γιατί και το κοινό θα είναι άλλο. Το έχω ξαναπεί, κάθε κοινό έχει, κατά κανόνα, την παράσταση που του αξίζει. Γιατί κακά τα ψέματα, είναι κι αυτό ένας επιπλέον ηθοποιός, ένας επιπλέον ρόλος που επηρεάζει και την απόδοση των υπολοίπων.


— Ακόμα και όταν το κοινό στέκεται ακίνητο, αμίλητο κι απλώς παρακολουθεί;

Κι όμως! Υπάρχουν φορές, ας πούμε, που δεν έχω πάντα το ίδιο κέφι, ειδικά όταν κάνει κανείς παραστάσεις που κρατάνε χρόνια. Μπορεί τότε να σου τύχει ένα κοινό που να σε ανεβάσει τόσο πολύ, ώστε ξέρεις ότι πρέπει να δώσεις τον καλύτερο εαυτό σου. Συμβαίνει όμως και το ανάποδο, να βγαίνεις με πολύ μεγάλη διάθεση και να έχεις απέναντι ένα κοινό που να είναι εκτός, να σε ρίχνει, να σκέφτεσαι «δεν αξίζει τον κόπο». Συνήθως, βέβαια, τέτοιου είδους κοινό σε πεισμώνει και γίνεσαι πιο «επιθετικός»! Για όλους αυτούς τους λόγους το θέατρο συμβαίνει «εν τη γενέσει του», δηλαδή υπάρχει εφόσον γίνεται κι αποτυπώνεται μόνο στη μνήμη, πουθενά αλλού. Το σινεμά, ας πούμε, καταγράφεται σε φιλμ, άνετα ξαναβλέπεις μια ταινία, μπορεί μάλιστα να ανακαλύψεις κι άλλα πράγματα έτσι. Το θέατρο, άπαξ και το είδες, ό,τι εισέπραξες, εισέπραξες. Τέρμα! Ακόμα και σε βίντεο να δεις την ίδια παράσταση, δεν έχει καμία σχέση με τη ζωντανή. Αν δεν ακούς την αναπνοή σου, το τρίξιμο της καρέκλας του θεατή... Υπάρχει κάτι ερωτικό κοντολογίς. Δίνεις και παίρνεις.

Ο Λάνθιμος, ο Οικονομίδης και μερικοί άλλοι γράφουν ιστορία, έχουν διεθνείς προδιαγραφές. Στον παλιό ελληνικό κινηματογράφο, εκτός από κάποιες ταινίες πραγματικά ιδιαίτερες, όπως ο Δράκος του Κούνδουρου, δεν υπήρχε ποιότητα – μόνο μεγάλους κωμικούς είχαμε.


— Γι' αυτό αφοσιωθήκατε πιο πολύ σε αυτό και όχι τόσο στο σινεμά, παρότι από εκεί γίνατε γνωστή;

Όντως, το σινεμά σε βοηθάει να γίνεις γνωστός, αλλά εγώ πάντα έκανα θέατρο, απλώς οι πολλοί δεν το θυμούνται. Είναι φυσικό βέβαια, ένα παιδί 18 χρονών δεν θα μ' έχει δει σε μια παράσταση με τον Τριβιζά π.χ., οπότε σου λέει αυτό είναι. Τέλος πάντων, επειδή θέατρο κάνω συστηματικά εδώ και 30 χρόνια –έχουμε και επέτειο στο Κεφαλληνίας φέτος–, εκεί έχω κάνει τις προσωπικές μου επιλογές κι εκεί μπορώ να κριθώ.


— Τι θα κρατούσατε περισσότερο από αυτές τις τρεις δεκαετίες;

Καταρχάς το ίδιο το γεγονός ότι μπορέσαμε να κρατήσουμε αυτό το θέατρο τριάντα ολόκληρα χρόνια! Και φαντάσου ότι ξεκινήσαμε με μεγάλο ρίσκο, με τα Πικρά δάκρυα της Πέτρα φον Καντ του Φασμπίντερ. Πρώτη φορά ανέβαινε στην Ελλάδα, από τη Ρούλα Πατεράκη, δεν ήταν μεγάλο όνομα ακόμα τότε... Η απροσδόκητα μεγάλη επιτυχία εκείνης της παράστασης που κράτησε δυο χρόνια μας παρακίνησε να προχωρήσουμε, να ρισκάρουμε κι άλλο και ευτυχώς το κοινό μάς ακολούθησε. Αλλιώς εμένα δεν θα με ενδιέφερε απλώς να έχω ένα θέατρο να παίζω. Για ποιον λόγο, για να ικανοποιήσω μια ματαιοδοξία; Και ήρθαν πιο μετά η Φόνισσα του Παπαδιαμάντη, η Επίσκεψη της γηραιάς κυρίας, το Πριν την αποχώρηση του Μπέρνχαρντ... Ύστερα, είμαι και όλη αυτή η δουλειά που κάναμε με τον Μίνωα Βολανάκη, η Κυρία από τη θάλασσα, πολλά αξιόλογα πράγματα.


— Συνεχίζει να παίρνει επιχορήγηση το θέατρο;

Όχι βέβαια. Κανείς δεν παίρνει πια. Όσο δίνανε, μπορέσαμε να κάνουμε τη δεύτερη σκηνή, από όπου βγήκαν και πολλοί νέοι άνθρωποι, όμως αυτή, δίχως επιχορήγηση δεν συντηρείται, από μόνοι μας δύσκολο πια.


— Χρήματα από το θέατρο δεν βγάλατε;

Αστειεύεστε; Ευτυχώς όμως δεν ζούσαμε από αυτό. Λέω ευτυχώς γιατί με αυτό τον τρόπο καταφέρναμε, ό,τι περίσσευε, να ξαναμπαίνει στο θέατρο και να αξιοποιείται δημιουργικά. Αν έπρεπε να επιβιώσουμε από τη δουλειά αυτή, μπορεί να ήμασταν πολύ πιο συντηρητικοί. Ενώ έτσι κάναμε διάφορες ωραίες «τρέλες»!


— Ετοιμάζεστε, μαθαίνω, να ανεβάσετε τις Τρωάδες. Θα ξαναδουλέψετε μάλιστα με τη Ρούλα Πατεράκη...

Μαζί ξεκινήσαμε, μαζί θα γιορτάσουμε και την επέτειο! Άλλωστε και οι Τρωάδες που θα παρουσιάσουμε είναι σε δική της, επικαιροποιημένη διασκευή. Δεν σταμάτησε, βλέπετε, να συντροφεύει το είδος μας ο πόλεμος και η προσφυγιά...

Η χρυσή ωριμότητα της Μπέτυς Αρβανίτη Facebook Twitter
Η Μπέτυ Αρβανίτη ως Τειρεσίας στις πρόβες της παράστασης του Στάθη Λιβαθινού. Φωτο: Πάρις Ταβιτιάν/LIFO


— Ζούμε βέβαια κι εμείς εδώ έναν άγριο πόλεμο οικονομικό τα τελευταία χρόνια και κοντά στους πρόσφυγες πολέμου που υποδεχόμαστε έχουμε και τη δική μας προσφυγιά, την οικονομική. Πώς το βιώνετε εσείς όλο αυτό;

Όπως όλος ο κόσμος, λίγο-πολύ. Εντάξει, δεν λέω ότι πεινάω, αλλά, αλίμονο, μόνο το φαγητό είναι το πρόβλημα; Άμα το στερείσαι κι αυτό, θα μου πεις... Δυστυχώς η ελληνική κρίση αποδείχθηκε βαθύτατη, δεν είναι καν μόνο οικονομική.


— Νιώθετε καμιά φορά ενοχές του τύπου «γιατί η γενιά μου όταν ήταν στα κουμάντα δεν το πρόλαβε αυτό ή δεν το είδε έγκαιρα ή παρασύρθηκε ως μη όφειλε»;

Αν μιλάμε για γενιές, νομίζω ότι οι παλιότερες, στις οποίες και συγκαταλέγω τον εαυτό μου, όντως ευθύνονται πάρα πολύ για ό,τι συνέβη. Εθιστήκαμε στην ψευτιά, στο γκλάμουρ, στο δήθεν, στον αέρα τον κοπανιστό. Το θέμα είναι τώρα τι κάνουμε... Και παρότι αριστερών καταβολών, αμφιβάλλω πολύ αν η κυβέρνηση αυτή τα καταφέρει. Όχι πως, προς το παρόν, έχω να προτείνω κάτι καλύτερο δηλαδή...


— Κάτι που είχα διαβάσει σε μια άλλη σας συνέντευξη και με εντυπωσίασε ήταν η φράση «υπάρχουν πιο σημαντικά πράγματα από την ευτυχία». Ποια μπορεί να είναι αυτά;

Είχα ακούσει τη φράση αυτή στη Νοσταλγία του Ταρκόφσκι, τον οποίο θεωρώ μεγάλο ποιητή! Μπαίνει, λοιπόν, αν θυμάμαι καλά μια κοπέλα σε μια εκκλησία κι έρχεται ένας, σαν καλόγερος, μαυροντυμένος και της λέει «ξέρω τι ζητά». Μένει αυτή, τον ρωτάει «τι;», «ευτυχία», αποκρίνεται ο άγνωστος. «Ναι!», συμφωνεί η κοπέλα. «Υπάρχουν όμως πιο σημαντικά πράγματα από την ευτυχία...», της ανταπαντά. Και ναι, το πιστεύω αυτό με μια έννοια ποιητική. Δηλαδή, μπορεί κανείς να περάσει κάτι πολύ σκληρό και να το πληρώσει αδρά το τίμημα της ευτυχίας του, όμως αυτή η διαδρομή μπορεί να είναι σαφώς σημαντικότερη από μια ευτυχία εύκολη, χαζοχαρούμενη, «light».


— Η ευτυχία είναι, θαρρώ, στιγμές, όχι μια μόνιμη κατάσταση, παρεκτός ίσως αν ασκητεύεις σε ένα βουνό και νιώθεις πλήρης και αυτάρκης...

Ποιο βουνό, εγώ μέσα στη θάλασσα νιώθω την απόλυτη ευτυχία! Μόνο όταν κολυμπώ νιώθω γεμάτη, πλήρης και αυτάρκης, γι' αυτό και όταν αδειάζω του δίνω και καταλαβαίνει, δεν εννοώ να βγω από το νερό! Υπήρξα, άλλωστε, πρωταθλήτρια της κολύμβησης μικρότερη... Για μπάνια, βέβαια, στην Αθήνα πού χρόνος, συνήθως τα κάνω πια το καλοκαίρι, κατά προτίμηση σε κάποιο ερημικό νησί.


— Νιώσατε ποτέ πως παίζοντας έναν ρόλο βρήκατε κάποια απάντηση σε κάποια εσωτερική σας αναζήτηση;

Ασφαλώς! Υπάρχουν μεγάλες αποκαλύψεις κατά καιρούς και είναι πολύ ενδιαφέρον να σε εκπλήσσει ο ίδιος σου ο εαυτός. Γιατί όταν υπάρχει μια αποκάλυψη που προέκυψε μέσα από εσένα, ε, αυτό είναι πάρα πολύ ζωτικό.


— Ηθοποιός πώς και γίνατε;

Μακάρι να 'ξερα. Αφότου με θυμάμαι, με αυτό ασχολιόμουνα. Τα παιχνίδια που έπαιζα ήταν όλα ρόλοι μέσα από το παραμύθι και τη φαντασία. Υπήρχε κάτι που οδηγούσε προς τα εκεί από μόνο του... Πάντως, ακόμα και τώρα, για να μην περισσότερο τώρα, δεν έχω ξεπεράσει το τρακ, που λέμε.


— Μπορείτε να θυμηθείτε την πιο δύσκολη στιγμή σας στη σκηνή;

Να ήταν μόνο μία... Π.χ. παλιότερα είχα κάνει μια εγχείρηση στο μάτι, έπαιζα με γυαλιά και δεν έβλεπα πού πατάω και πού βρίσκομαι! Μια άλλη φορά, στη Μαρία Στιούαρτ, έπαιζα την Ελισάβετ κι εκφωνούσα έναν μονόλογο καθισμένη, ακίνητη και «χτισμένη» σε ένα βαρύ κουστούμι. Ξάφνου παθαίνω ένα φοβερό χάσιμο, που θα μπορούσα άνετα να το καλύψω πηγαίνοντας παρακάτω στο κείμενο. Ένιωσα όμως ότι θα κορόιδευα το κοινό και σταμάτησα. Είπα «με συγχωρείτε, δεν μπορώ να συνεχίσω» και αποχώρησα. Πρώτη φορά μου συνέβη αυτό και τελευταία, ελπίζω! Εκείνο όμως που θυμάμαι πάρα πολύ έντονα ήταν μια στιγμή κίνδυνου ταύτισης με το ρόλο. Στην Κυρία από τη θάλασσα ήταν, που σκηνοθετούσε ο Μίνωας Βολανάκης. Μόλις το συνειδητοποίησα, τρόμαξα, σηκώθηκα κι έφυγα. Ένιωσα ότι τρελαινόμουν... Μάλιστα ήταν από κάτω κι ο Μίνως, ο οποίος έπιασε αμέσως τι έγινε, αν είναι δυνατόν. Αυτό κι αν δεν θέλω να μου ξανασυμβεί!

Η χρυσή ωριμότητα της Μπέτυς Αρβανίτη Facebook Twitter
Μεγαλώνοντας, βλέπεις, ξεμένουμε σταδιακά από νιάτα, ομορφιά, δύναμη. Ε, να μην κερδίζουμε και κάτι, ρε παιδί μου; Εκείνο που νομίζω πως συμβαίνει με το πέρασμα του χρόνου σε πολλούς ανθρώπους είναι ότι γινόμαστε πιο αφαιρετικοί, άρα ουσιαστικότεροι.


— Ο Βολανάκης ήταν ο μέντοράς σας απ' ό,τι γνωρίζω.

Ναι, αισθάνομαι πραγματικά πολύ τυχερή κι ευτυχής που γνώρισα αυτό τον άνθρωπο.


— Έχουμε σήμερα θεατρανθρώπους αυτού του αναστήματος;

Τέτοιον ακριβώς όχι, δεν ξαναβρήκα. Ασφαλώς υπάρχουν σήμερα σπουδαίοι ηθοποιοί και σκηνοθέτες και θα βγουν κι άλλοι, όμως ορισμένοι άνθρωποι είναι, νομίζω, αναντικατάστατοι.


— Το ίδιο λέγεται και για ορισμένους ηθοποιούς της δικής σας γενιάς...

Συμφωνώ απολύτως. Και δεν μετράει μόνο το ταλέντο αλλά και η προσωπικότητα.


— Το νέο ελληνικό σινεμά το παρακολουθείτε;

Φυσικά, το βρίσκω άλλωστε πολύ ανεβασμένο, πολύ ελκυστικό! Ο Λάνθιμος, ο Οικονομίδης και μερικοί άλλοι γράφουν ιστορία, έχουν διεθνείς προδιαγραφές. Στον παλιό ελληνικό κινηματογράφο, εκτός από κάποιες ταινίες πραγματικά ιδιαίτερες, όπως ο Δράκος του Κούνδουρου, δεν υπήρχε ποιότητα – μόνο μεγάλους κωμικούς είχαμε.


— Όσο μεγαλώνουμε, πιστεύετε ότι γινόμαστε καλύτεροι, ανώτεροι, σοφότεροι ή μπορεί να ξεμωραινόμαστε περισσότερο κιόλας;

Χα χα, δεν ξέρω αν γινόμαστε πράγματι σοφότεροι, αλλά το οφείλουμε γιατί δεν γίνεται να χάνουμε μόνο... Μεγαλώνοντας, βλέπεις, ξεμένουμε σταδιακά από νιάτα, ομορφιά, δύναμη. Ε, να μην κερδίζουμε και κάτι, ρε παιδί μου; Εκείνο που νομίζω πως συμβαίνει με το πέρασμα του χρόνου σε πολλούς ανθρώπους είναι ότι γινόμαστε πιο αφαιρετικοί, άρα ουσιαστικότεροι.


— Πιο λιτοί και πιο ανθρώπινοι;

Δεν ξέρω, καμιά φορά γίνονται πολύ στριμμένοι αυτοί που μεγαλώνουν ή μάλλον... κακομεγαλώνουν! Είναι συνήθως άτομα με απωθημένα. Ωστόσο και το γήρας, ως διαδικασία, έχει μεγάλο ενδιαφέρον. Νομίζω ότι το έχουμε δαιμονοποιήσει.


— Με τη φθορά έχετε συμφιλιωθεί;

Ε, όχι εντελώς, ποιος μπορεί, εξάλλου; Αλλά την αποδέχομαι, τι να κάνω... Ούτε αγχώνομαι, ούτε θα τρέξω να πλακωθώ στις πλαστικές! Το να μπορούσα να παραμείνω πάντα νέα, ένας θηλυκός Ντόριαν Γκρέι ας πούμε, φοβάμαι πως θα αποδεικνυόταν στην πορεία κάπως ανατριχιαστικό και θλιβερό... Ύστερα, πώς θα παίξεις ρόλους, άμα δεν έχεις ούτε ρυτίδα;


— Υπάρχει κάτι ακόμα που σας λείπει;

Αν δεν πίστευα ότι κάτι ακόμα μου λείπει, αγαπητέ, θα στρογγυλοκαθόμουνα σπίτι ή θα πήγαινα διακοπές! Δεν θα ταλαιπωριόμουνα ούτε με την περιοδεία της Αντιγόνης και τον Τειρεσία, ούτε με το θέατρό μου. Αυτό το παραπάνω που κυνηγάω είναι εκείνο που μου λέει πως όχι, Μπέτυ, δεν τελείωσες ακόμα με το θέατρο. Βέβαια, αυτό κάποια στιγμή αναπόφευκτα θα συμβεί, όμως μέχρι τότε πιστεύω πως έχω ακόμα δρόμους να διαβώ.

ΙNFO
Μετά το πέρας των παραστάσεων της «Αντιγόνης» με το Εθνικό Θέατρο η Μπέτυ Αρβανίτη θα εμφανιστεί στις «Τρωάδες», σε σκηνοθεσία Ρούλας Πατεράκη, στο θέατρο της Οδού Κεφαλληνίας. Η πρεμιέρα αναμένεται τον Νοέμβριο.

0

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

Στην Αντιγόνη δεν υπάρχει καλός και κακός

Θέατρο / Στην Αντιγόνη δεν υπάρχει καλός και κακός

Η σύγκρουση μεταξύ εξουσίας και άγραφου νόμου που φτάνει στην κορύφωσή της με τους ήρωες να επαληθεύουν την τραγική τους υπόσταση, πιστοί μέχρι τέλους σε όσα τους επιφύλασσε η μοίρα, σε μια τρομερά επίκαιρη τραγωδία σκηνοθετημένη από τον Στάθη Λιβαθινό σε μετάφραση του Δημήτρη Μαρωνίτη.
ΦΕΣΤΙΒΑΛ ΕΠΙΔΑΥΡΟΥ 2016
Στάθης Λιβαθινός: Να είμαι ο τελευταίος διευθυντής που τοποθετείται με πολιτική απόφαση

Θέατρο / Στάθης Λιβαθινός: Να είμαι ο τελευταίος διευθυντής που τοποθετείται με πολιτική απόφαση

Ο Καλλιτεχνικός Διευθυντής του Εθνικού Θεάτρου σε μια επί της ουσίας πολιτική κουβέντα στη Lifo μιλά για τις δυσκολίες, τις αντιπαραθέσεις και το πνεύμα του Εθνικού που απευθύνεται σε όλους τους καλλιτέχνες, αλλά κυρίως στους καλύτερους
ΜΑΤΙΝΑ ΚΑΛΤΑΚΗ
Ω, χάιδεψε τ' αυτιά μου σαν γλυκό αεράκι, που φυσάει πάνω από πλαγιά σπαρμένη με βιολέτες...

Θέατρο / Ω, χάιδεψε τ' αυτιά μου σαν γλυκό αεράκι, που φυσάει πάνω από πλαγιά σπαρμένη με βιολέτες...

Ο Δημήτρης Καραντζάς ανεβάζει τη Δωδεκάτη Νύχτα του Σαίξπηρ στο Εθνικό και μιλά στο LIFO.gr για το πώς μετά τη βύθισή του στο σκοτάδι, στράφηκε στο μαγεμένο σύμπαν του μέγιστου ποιητή της ανθρωπότητας.
M. HULOT

ΔΕΙΤΕ ΑΚΟΜΑ

Αργύρης Ξάφης: «Η φράση “πάμε κι ό,τι γίνει” είναι ενδεικτική μιας νοοτροπίας που μας έχει γαμήσει σε αυτή τη χώρα σε κάθε επίπεδο»

Θέατρο / Αργύρης Ξάφης: «Να μου προτείνουν τι; Να αναλάβω το Εθνικό; Δεν με ενδιαφέρει»

Το «Πιο όμορφο σώμα που έχει βρεθεί ποτέ σε αυτό το μέρος» είναι από τις πιο επιτυχημένες παραστάσεις της σεζόν και με την ευκαιρία βρεθήκαμε με τον Αργύρη Ξάφη στο θέατρο Θησείο.
ΘΟΔΩΡΗΣ ΑΝΤΩΝΟΠΟΥΛΟΣ
Τι συμβαίνει με το Θεατρικό Μουσείο;

Θέατρο / Τι συμβαίνει με το Θεατρικό Μουσείο;

Η υπουργός Πολιτισμού, Λίνα Μενδώνη, μιλά για τις εργασίες μεταστέγασής του στην οικία Αλεξάνδρου Σούτσου, για την πολύτιμη αρχειακή συλλογή αλλά και για το τι αναμένεται να γίνει με τα καμαρίνια σπουδαίων ηθοποιών.
ΓΙΑΝΝΗΣ ΠΑΝΤΑΖΟΠΟΥΛΟΣ
Περιμένοντας τον Γκοντό του Θεόδωρου Τερζόπουλου

Θέατρο / «Περιμένοντας τον Γκοντό»: Ο Θεόδωρος Τερζόπουλος ανατρέπει όσα γνωρίζαμε για το αριστούργημα του Μπέκετ

Ένα ταξίδι, μια παράσταση, μια συνάντηση με τον σημαντικότερο εν ζωή Έλληνα σκηνοθέτη: από το Μιλάνο στην Αθήνα, από το Piccolo Teatro στη Στέγη του Ιδρύματος Ωνάση, το «Περιμένοντας τον Γκοντό» του Θεόδωρου Τερζόπουλου προσφέρει μια ριζοσπαστική ανάγνωση του έργου του Μπέκετ.
ΛΟΥΙΖΑ ΑΡΚΟΥΜΑΝΕΑ
Σαν πλοίο που ναυάγησε, σα νούφαρο που μάδησε

Κριτική Θεάτρου / Σαν πλοίο που ναυάγησε, σαν νούφαρο που μάδησε

Επιχειρώντας να αποδώσει τη «φαινομενικά ασύνδετη μορφή ενός ονείρου που υπακούει στη δική του λογική», όπως αναφέρει ο Στρίνμπεργκ στο «Ονειρόδραμα», η Γεωργία Μαυραγάνη επέλεξε να μιλήσει για το ίδιο το θέατρο.
ΛΟΥΙΖΑ ΑΡΚΟΥΜΑΝΕΑ
42' με τον Βασίλη Βηλαρά

Θέατρο / Βασίλης Βηλαράς: «Το θέατρο είναι ένα ομοφοβικό και χοντροφοβικό επάγγελμα»

Στην Πειραματική Σκηνή του Εθνικού Θεάτρου και στον «Καταποντισμό» ο ηθοποιός και σκηνοθέτης φέρνει στο φως μαρτυρίες από την γκέι Ελλάδα της Μεταπολίτευσης μέσα από επιστολές που στάλθηκαν στο περιοδικό ΑΜΦΙ, το πρώτο μέσο που άρθρωσε δημόσια λόγο στην Ελλάδα για την εμπειρία των ΛΟΑΤΚΙ+ ατόμων.
ΑΡΓΥΡΩ ΜΠΟΖΩΝΗ
Καύσωνας: Το όνειρο και ο εφιάλτης του ελληνικού καλοκαιριού σε μια παράσταση

Θέατρο / Καύσωνας: Το όνειρο και ο εφιάλτης του ελληνικού καλοκαιριού σε μια παράσταση

Βασισμένος σε διηγήματα της Βίβιαν Στεργίου, μέσα από αποσπασματικές αφηγήσεις χαρακτηριστικών συμπεριφορών ντόπιων, τουριστών και expats, ο σκηνοθέτης Γιάννης Παναγόπουλος διερευνά τη μεταβατική φάση από τα ’90s μέχρι το 2020, μιλώντας για την πραγματικότητα της γενιά του -των millennials- στην παράσταση που ανεβαίνει στη Στέγη του Ιδρύματος Ωνάση.
ΧΡΗΣΤΟΣ ΠΑΡΙΔΗΣ
«Οι γριές που μαζεύουν την τσουκνίδα», μάγισσες και μαγείρισσες της μυστικής Θεσσαλίας

Θέατρο / «Οι γριές που μαζεύουν την τσουκνίδα», οι μάγισσες και οι μαγείρισσες της μυστικής Θεσσαλίας σε μια παράσταση

Με έμπνευση από τη θεσσαλική λαογραφία και σε σύγχρονη σκηνική φόρμα, ο Κωνσταντίνος Ντέλλας σκηνοθετεί μια παράσταση για τις αόρατες γυναίκες της παράδοσης, αποκαλύπτοντας την κοινωνική απομόνωση, τον παραγκωνισμό τους, ακόμα και την απόκρυψη του γυναικείου σώματος.
ΑΡΓΥΡΩ ΜΠΟΖΩΝΗ
Ράνια Σχίζα: «Να γουστάρεις, αυτό είναι το κέρδος. Μόνο έτσι προχωράς στη ζωή»

Θέατρο / Ράνια Σχίζα: «Να γουστάρεις, αυτό είναι το κέρδος. Μόνο έτσι προχωράς στη ζωή»

Μια ηθοποιός με λεπτές ποιότητες, εξαιρετικές συνεργασίες, επιμονή και πάθος μιλά για την επιλογή της να δώσει προτεραιότητα στην οικογένειά της σε πολλές φάσεις της καριέρας της.
ΑΡΓΥΡΩ ΜΠΟΖΩΝΗ
Ένας λυκάνθρωπος πρωταγωνιστεί στη νέα, απίστευτη παράσταση του Ευριπίδη Λασκαρίδη

Θέατρο / Ένας λυκάνθρωπος πρωταγωνιστεί στη νέα, απίστευτη παράσταση του Ευριπίδη Λασκαρίδη

Ο τρόμος στο θέατρο και τον κινηματογράφο, η περίοδος γύρω από τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο και ο γερμανικός εξπρεσιονισμός, οι εικαστικές τέχνες, τα αμερικανικά μιούζικαλ και οι μεταμορφώσεις χωράνε στο «Lapis Lazuli» που ανεβαίνει στη Στέγη του Ιδρύματος Ωνάση.
M. HULOT