Ένας άνθρωπος που ποτέ δεν αναλώθηκε

Ένας άνθρωπος που ποτέ δεν αναλώθηκε Facebook Twitter
0

Ο Δημήτρης Καταλειφός ήταν ο Αθηναίος της Εβδομάδας στο προηγούμενο φύλλο μας (ο ηθοποιός αφηγήθηκε τη ζωή του στη Χριστίνα Γαλανοπούλου).
Η ΕΛΠΟ σχολίασε: «Αχ, Δημήτρη Καταλειφέ, όταν πηγαίναμε στο Αττικόν ή στο Απόλλων ψήλωνε η αισθητική μας, ανέβαινε η αυτοεκτίμησή μας ως πολιτών, χωρίς να είμαστε μεγαλοαστοί. Εκτιμούσαμε το ωραίο. Και τώρα να θυμόμαστε τα αποκαΐδια! Όταν ένας λαός δεν προάγεται ούτε μισό βήμα κάθε χρόνο αλλά καίει, έστω με την ανοχή ή την ολιγωρία –μην ξεχνάμε τη Μαρφίν–, ανθρώπους, αρχιτεκτονήματα και βιβλιοπωλεία, έχει χάσει τον μπούσουλα και δεν φταίνε οι άλλοι γι' αυτό. Μέσα στη χώρα είναι οι ένοχοι. Και λέγονται πολιτικοί. Αναγκαίοι (το μη χείρον βέλτιστον), αλλά μικροί».
«Γοητευτικός, αυθεντικός και πολύ αγαπημένος» πρόσθεσε ο/η παλιόσκυλο. «Υπέροχη φωνή, γαλάζια μάτια με μελαγχολικό βλέμμα, αξέχαστες ερμηνείες. Απόλυτα πιστός στην τέχνη του, κράτησε πάντα την αξιοπρέπειά του, δεν αναλώθηκε και δεν έβαλε ποτέ προτεραιότητα τα χρήματα. Μία από τις πολύ ωραίες συνεντεύξεις. Ευχαριστώ, Χριστίνα Γαλανοπούλου».


Για το μοναδικό ολοκληρωμένο μυθιστόρημα του Έντγκαρ Άλαν Πόε που κυκλοφορεί σε μια υπέροχα επιμελημένη έκδοση έγραψε στο περασμένο μας τεύχος ο Κυριάκος Αθανασιάδης και η Haifischnet ανέφερε: «Από τα αγαπημένα μου μυθιστορήματα! Ο Πόε και ο Βερν μού κρατούσαν συντροφιά στο γυμνάσιο (το έχω ήδη σε δύο εκδόσεις). Μια ερώτηση: ο μεταφραστής της παρούσας έκδοσης, Πολύκαρπος Πολυκάρπου, είναι ο ηθοποιός που έπαιζε τον Μενεγάκο στον "Συμβολαιογράφο" (ΕΡΤ, 1979) ή πρόκειται για συνωνυμία;».


«Ο καλύτερός μου φίλος ψήφισε ΣΥΡΙΖΑ, αλλά τον αγαπώ ακόμα» είχε τίτλο το άρθρο του @aNameToCome στην ηλεκτρονική έκδοσή μας. Συζητήθηκε πολύ και σταχυολογούμε μερικές απ' τις αντιδράσεις.
«Α, πάλι καλά που τον αγαπάς κιόλας. Φυσικά, δεν ξέρω πώς θα αντιδρούσε αυτός αν διάβαζε αυτό το κειμενάκι. Ελπίζω να το πάρει χιουμοριστικά». (ioannis_h)
«Οι επιλογές των συνανθρώπων μας έχουν αντίκτυπο πάνω μας. Όταν, σήμερα, στο τέλος του 2016, νιώθω ότι καταστρέφομαι ως ελεύθερος επαγγελματίας που έχω την ατυχία να είμαι και πιστεύω ακράδαντα ότι ο ΣΥΡΙΖΑ είναι ο βασικός υπεύθυνος που δεν μπορώ να ζήσω, ε, τότε, θεωρώ συνυπεύθυνους τους ανθρώπους που με έφεραν ως εδώ. Τους θεωρώ και καταστροφείς μου, κι ας είναι φίλοι. Γιατί προειδοποίησα για τα χάλια, το έβλεπα το παγόβουνο κάτω από την επιφάνεια της θάλασσας κι εκείνοι ήταν που έκλειναν τα μάτια. Και τώρα που βουλιάζουμε μεγαλοπρεπώς (όλοι μαζί, κι ας μη φταίμε) έχουν μεγάλη ευθύνη!». (ArisK)
«Mε τους γνωστούς και φίλους που ψήφισαν ΣΥΡΙΖΑ έκανα το εξής: έκοψα, –μαχαίρι όμως– τις πολιτικές κουβέντες. Και όταν το θέμα πήγαινε κατά κει, έλεγα ένα: "ασ' το, καλέ μου, θα γίνουμε κώλος". Και άλλαζα κουβέντα. Για κάποιους, πάντως, προβληματίστηκα τι μυαλά κουβαλάνε, και, ναι, υπήρξαν περιπτώσεις που κόπηκαν τα πολλά-πολλά, μια και, επανεξετάζοντας κάποιες σχέσεις, ήρθε η συνειδητοποίηση πως δεν επρόκειτο ακριβώς για φιλίες αλλά για κοινωνικές σχέσεις συνήθειας, όπου υπήρχε πάντα κάτι το άβολο και το αταίριαστο, αλλά δεν είχε συνειδητοποιηθεί. Έγινε ένα ξεκαθάρισμα στο τοπίο γενικώς, πάντως». (no-body)
«Απλώς, λοιπόν, χρειάζεται λίγη διπλωματία. Και για να μη χαλάτε τις καρδιές σας με τους φίλους σας και για τους παρακάτω πρακτικούς λόγους. Είναι άλλο να πεις "Τι μ@λ@κ@ς είσαι, ρε φίλε, που τους πίστεψες" και άλλο "μα, καλά, κι αυτοί τι τερατώδη ψέματα έλεγαν, ρε παιδί μου;". Και στις δύο περιπτώσεις λες το ίδιο ουσιαστικά (γιατί πρέπει να είσαι και λίγο μ@λ@κ@ς για να πιστεύεις τερατώδη ψέματα), αλλά με τελείως διαφορετικό τρόπο. Στην πρώτη περίπτωση τον βάζεις απέναντί σου, στη θέση του κατηγορούμενου (οπότε είναι λογικό να προσπαθήσει να αμυνθεί, όπως κάθε κατηγορούμενος), στη δεύτερη τον βάζεις μαζί σου, στη θέση του αδικηθέντα (αφού εξαπατήθηκε)».


Για την εκλογή του Τραμπ και την επίσκεψη του Ομπάμα έγραψε ο Νικόλας Σεβαστάκης στο άρθρο του με τίτλο «Αμερικανικά Πεπρωμένα».
Ενδιαφέρον είχε το σχόλιο του Σαλιγκαριού: «Το πρόβλημά μας στην Ελλάδα είναι ότι νομίζουμε πως το καλό υπάρχει χωρίς το κακό. Κι έτσι περιμένουμε απ' όλους και απ' όλα να είναι μόνο καλοί και ποτέ κακοί, να είναι μόνο ηθικοί και ποτέ ανήθικοι, να είναι μόνο το ένα και ποτέ το άλλο. Αυτή η νοοτροπία αφενός έχει να κάνει με την Εκκλησία αλλά και την Αριστερά, που ως ιδεολογία έχει αντιγράψει αρκετά από τον χριστιανισμό, αφετέρου και μ' εμάς ως λαό, που δεν θέλουμε να έχουμε κριτική σκέψη. Δεν θέλουμε να παιδευόμαστε με το να σκεφτόμαστε. Μας αρέσουν οι απλοϊκές εξηγήσεις. Αν βάλουμε σε αυτό και τον εγωισμό μας (που λέει ότι "είμαστε υπέροχοι"), τότε η απλοϊκή μας μετάφραση στα πάντα γίνεται αλαζονική και υπερφίαλη».

0

ΔΕΙΤΕ ΑΚΟΜΑ