Μαργαρίτα Καραπάνου: «Αισθάνομαι νικήτρια, αλλά με την πολύ βαθιά έννοια»

Μαργαρίτα Καραπάνου: «Αισθάνομαι νικήτρια, αλλά με την πολύ βαθιά έννοια» Facebook Twitter
Η Μαργαρίτα Καραπάνου στα βιβλία της εφάρμοζε κινηματογραφικές τεχνικές, μοντάροντας μέχρι και την τελευταία στιγμή κεφάλαια, φράσεις και λέξεις. Το ίδιο έκανε και στη ζωή της. Φωτο: Sophie Bassouls
0

Όταν έφυγε η Μαργαρίτα, ξεπρόβαλε σαν «οργανική ανάγκη», όπως θα έλεγε και η ίδια, η επιθυμία να γραφτεί η βιογραφία της. Όσα όμως κομμάτια από το παζλ της ζωής της κι αν είχαμε μαζέψει, δουλεύοντας τα ημερολόγιά της, πολλά είχαν χαθεί για πάντα.

Γνωριστήκαμε το 1999, τη χρονιά που εκδόθηκε το «Ναι», στα παλιά γραφεία της «Ωκεανίδας», όπου ήρθε να υπογράψουμε το συμβόλαιο του βιβλίου της. Είχε παρέα τον Lee και την Lou, δυο σκυλάκια Cavalier King Charles Spaniel (!), που μοιραζόταν με τη μητέρα της. Φορούσε ένα ολόλευκο φόρεμα Parthenis και χρυσά αθλητικά παπούτσια. Ήταν τυλιγμένη σε μια πράσινη μεταξωτή πασμίνα. Κάπνιζε ασταμάτητα, ανάβοντας το ένα Dunhill με την καύτρα του άλλου.

Η πασμίνα είχε τα πράσινα μάτια μιας τίγρης.«Πρέπει να διαβάζει κανείς την Καραπάνου όπως διαβάζουμε τον Ρεμπώ ή τον Μπλέηκ, όπως κοιτάμε την απόλυτη ομορφιά στο μάτι ενός τίγρη», είχε γράψει για την Κασσάνδρα και το λύκο ο συγγραφέας Τζέρομ Τσάριν («Le Monde», 22.11.1987). Η μαντίλα ήταν δώρο του Γάλλου εκδότη της. Το προηγούμενο καλοκαίρι τον είχε φιλοξενήσει στο σπίτι της Ύδρας.

«Είναι νοσηρά ευφυές, εντελώς αποκρουστικό, σαδιστικό χωρίς λόγο – μήπως η αφηγήτρια είναι σχιζοφρενής;», αναρωτιέται ένας διάσημος ξένος εκδότης, που απορρίπτει το χειρόγραφο της Κασσάνδρας. Ο Αμερικανός ατζέντης της Καραπάνου, Hyman R. Cohen, τότε σχολιάζει: «Τους φοβίζεις, Μαργαρίτα. Όμως και ο πρώτος που διάβασε Ντοστογιέφσκι, ανατρίχιασε από δέος».

Στα βιβλία της εφάρμοζε κινηματογραφικές τεχνικές, μοντάροντας μέχρι και την τελευταία στιγμή κεφάλαια, φράσεις και λέξεις. Το ίδιο έκανε και στη ζωή της. «Η ταινία μου πρέπει να είναι συνεχώς "σβήνω-τα-ίχνη-πίσω-μου", "σβήνω-τις-πατημασιές-μου-στην-άμμο"», σημείωνε προφητικά σε ηλικία τριάντα ενός χρόνων στο ημερολόγιό της για ένα σενάριο που δούλευε.

Μερικά βήματά της όμως διακρίνονται ακόμη στην άμμο...

Μαργαρίτα Καραπάνου: «Αισθάνομαι νικήτρια, αλλά με την πολύ βαθιά έννοια» Facebook Twitter
«Μεγάλωσα ανάμεσα στην Ελλάδα και στη Γαλλία», θα πει η Μαργαρίτα, «ανάμεσα σε δυο κουλτούρες και δυο γλώσσες».

«Σ' εμένα το γράψιμο ενώνεται απόλυτα με τη ζωή μου»

Η οικογένειά της Μαργαρίτας Καραπάνου, από την πλευρά της μητέρας της, κρατάει από τους Τρικούπηδες. Ο παλαιότερος γνωστός πρόγονός τους ήταν ο κουρσάρος Λιβέριος, απ' όπου και προήλθε τ' όνομα Λυμπεράκη. Προπάππος της ήταν ο Γεώργιος Φέξης, ο πρώτος «επαγγελματίας» εκδότης του 20ού αιώνα στην Ελλάδα, ο άνθρωπος που μας σύστησε τον Λόρδο Βύρωνα, τον Ουγκώ, τον Νίτσε, τον Ντοστογιέφσκι.

Η Μαργαρίτα Καραπάνου γεννιέται στην Αθήνα τον Ιούλιο του 1946. Την ίδια χρονιά η μητέρα της, Ρίτα Λυμπεράκη, έχοντας χωρίσει με τον δικηγόρο και ποιητή Γεώργιο Π. Καραπάνο, ταξιδεύει στο Παρίσι με την αδερφή της, τη γλύπτρια (και σύζυγο του Μόραλη) Αγλαϊα Λυμπεράκη. Στην Ελλάδα έχουν μόλις εκδοθεί τα Ψάθινα καπέλα της από τον «Γαλαξία». Εκείνην ωστόσο έχει αρχίσει να την κερδίζει σταδιακά το θέατρο – και η Γαλλία.

«Μεγάλωσα ανάμεσα στην Ελλάδα και στη Γαλλία», θα πει η Μαργαρίτα, «ανάμεσα σε δυο κουλτούρες και δυο γλώσσες». Έτσι, από το Μαράσλειο διδασκαλείο θα βρεθεί οικότροφος στο Cours de la Terrasse στο St Germain en Laye, το αγαπημένο προάστιο Γάλλων βασιλέων και καλλιτεχνών. Εκεί έζησαν οι αγαπημένοι της Σελίν, Μπατάιγ και Αρτό. Εκεί έγραψε τον Κόμη Μοντεχρίστο ο Δουμάς. «Ήταν μια κόλαση. Οι δάσκαλοι, το φαγητό, όλα!», θα πει η ίδια αργότερα.

Μαργαρίτα Καραπάνου: «Αισθάνομαι νικήτρια, αλλά με την πολύ βαθιά έννοια» Facebook Twitter
To γραφείο της Καραπάνου στην Ύδρα
Μαργαρίτα Καραπάνου: «Αισθάνομαι νικήτρια, αλλά με την πολύ βαθιά έννοια» Facebook Twitter
Παράσταστη «Μαμά - Η ζωή είναι αγρίως απίθανη» στη Στέγη του Ιδρύματος Ωνάση Φωτο: Σταύρος Πετρόπουλος

Στο College Sevigne στο Παρίσι ολοκληρώνει το 1962 τον πρώτο κύκλο της δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης (B.E.P.C.), και από το Γαλλικό Ινστιτούτο της Αθήνας θα πάρει το 1964 το Baccalaureat. Μετά το θάνατο της αγαπημένης της γιαγιάς Σαπφώς (μητέρας της Λυμπεράκη) θα επιχειρήσει να σπουδάσει φιλοσοφία στη Σορβόννη και κινηματογράφο στο περίφημο Ινστιτούτο Ανωτέρων Κινηματογραφικών Σπουδών (IDHEC), στις ίδιες αίθουσες απ' όπου περνούν και οι Αλάν Ρενέ, Λουί Μαλ, Κώστας Γαβράς, Θόδωρος Αγγελόπουλος, κ.ά.

Μερικά χρόνια αργότερα, στην Ελλάδα πια, ολοκληρώνει την πρώτη (και τελευταία) της ταινία. Την ονομάζει «Νύχτες»: «Ήταν φρικτή, δηλαδή τόσο φρικτή που την έχω κλειδώσει σ' ένα ντουλάπι κι εύχομαι να λιώσει το φιλμ, αλλά δεν λειώνει το άτιμο – την κοιτάω κάθε δυο χρόνια και είναι τέλειο!», λέει σε μια συνέντευξή της. «Ο Παντελής Βούλγαρης, που την είχε δει τότε, μου είχε πει πως ήταν η πιο καλή ταινία μικρού μήκους που είχε δει εκείνο το χρόνο – αλλά όταν είδα τις άλλες ταινίες εκείνης της χρονιάς (δεν λέω ποιας), δεν ήταν πια κομπλιμέντο...»

Στο μεταξύ όμως, από το 1967 βρίσκεται ξανά στην Αθήνα και σπουδάζει παιδαγωγικά, τη μοντεσσοριανή μέθοδο. Κι αυτή η κατοπινή «επαγγελματική» σχέση της με τα νήπια είναι που θα πυροδοτήσει το λογοτεχνικό της ντεμπούτο, με την επώδυνη γέννα ενός παράξενου, τρομερού παιδιού: της Κασσάνδρας...

Μαργαρίτα Καραπάνου: «Αισθάνομαι νικήτρια, αλλά με την πολύ βαθιά έννοια» Facebook Twitter
Το σπίτι στην Ύδρα με φόντο ένα χειρόγραφο της Μαργαρίτας Καραπάνου

«Οι μεγάλοι συγγραφείς μεταδίδουν τη μυρωδιά των λέξεων»

Η μικρή Κασσάνδρα διαβάζει τον Πουφ το αρκουδάκι, αλλά προτιμάει το Στρίψιμο της βίδας του Χένρι Τζέιμς, και το πάρτι που της άρεσε περισσότερο ήταν αυτό που πήγε με τον Πέτρο τον υπηρέτη – όπου οι άντρες ήταν ντυμένοι Κυρίες, και κάνανε παράξενα πράματα.

«Είναι νοσηρά ευφυές, εντελώς αποκρουστικό, σαδιστικό χωρίς λόγο – μήπως η αφηγήτρια είναι σχιζοφρενής;», αναρωτιέται ένας διάσημος ξένος εκδότης, που απορρίπτει το χειρόγραφο της Κασσάνδρας. Ο Αμερικανός ατζέντης της Καραπάνου, Hyman R. Cohen, τότε σχολιάζει: «Τους φοβίζεις, Μαργαρίτα. Όμως και ο πρώτος που διάβασε Ντοστογιέφσκι, ανατρίχιασε από δέος».

Στην αρχή σκέφτεται να ονομάσει το βιβλίο της Η ώρα του λύκου. Αργότερα αλλάζει γνώμη: «Κατέληξα στον τίτλο Η Κασσάνδρα και ο Λύκος», γράφει στον Hy Cohen. «Ο λύκος υπάρχει ακόμη, όπως και τ' όνομα Κασσάνδρα, που περικλείει κάποιο μυστήριο. Και τα δυο μαζί υπονοούν ένα ερωτικό, τρομαχτικό παιχνίδι, και δημιουργούν μιαν ατμόσφαιρα παιδικού παραμυθιού».

Μαργαρίτα Καραπάνου: «Αισθάνομαι νικήτρια, αλλά με την πολύ βαθιά έννοια» Facebook Twitter
Η Κασσάνδρα και ο Λύκος από ημερολόγια
Μαργαρίτα Καραπάνου: «Αισθάνομαι νικήτρια, αλλά με την πολύ βαθιά έννοια» Facebook Twitter
«Πάσχω από την αρρώστια του "μήπως;"», θα γράψει η Καραπάνου. «Και είναι η μανιοκατάθλιψη. Είναι δύο πόλοι... Άρρωστη, καλά, άρρωστη, καλά, άρρωστη...» Μια ασθένεια από την οποία κάποτε θα βγει νικήτρια – «με την πολύ βαθιά έννοια».

Η Κασσάνδρα τελικά θα κυκλοφορήσει πρώτα στη Γαλλία, τον Μάρτιο του 1976, σε μετάφραση της συγγραφέως, και στις ΗΠΑ τον επόμενο μήνα, σε μετάφραση του Νικ Γερμανάκου, του ανθρώπου που με τη βοήθεια του Κίμον Φράιερ και του Έντμουντ Κήλυ, των δυο σπουδαιότερων μεταφραστών στ' αγγλικά των μεγαλύτερων Ελλήνων ποιητών, την έχει φέρει σ' επαφή με τον Αμερικανό ατζέντη της.

Τον δρόμο όμως του βιβλίου έχουν ήδη ανοίξει δημοσιεύσεις αποσπασμάτων του σε διάσημες λογοτεχνικές επιθεωρήσεις του εξωτερικού, όπως το αμερικανικό περιοδικό Antaeus, όπου η άγνωστη ακόμη Καραπάνου βλέπει το αδημοσίευτο έργο της να φιγουράρει πλάι στα διηγήματα του Γιούκιο Μισίμα, του Πέτερ Χάντκε και της Τζόυς Κάρολ Όουτς. Και το αμερικανικό περιοδικό Publishers Weekly αμέσως επισημαίνει (Ιούνιος 1974): «Μαργαρίτα Καραπάνου. Η πρώτη δημοσίευση μιας συγγραφέως που ζει στην Αθήνα – και αξίζει την προσοχή μας».

Στην πατρίδα της η Κασσάνδρα θα σταθεί θριαμβευτικά στους πάγκους των βιβλιοπωλείων το φθινόπωρο του 1976 από τον «Ερμή». Η χούντα έχει πέσει, κι εκείνη επιστρέφει από το εξωτερικό με εντυπωσιακά διαπιστευτήρια: «Ένα βιβλίο αιχμηρό σαν αχινός, απρόβλεπτο σαν τις Φαντασίες του Beaumanoir μεταφρασμένες από τον Μπατάιγ, και που κάθε σελίδα του έχει τη σεξουαλική φόρτιση των 'εξομολογήσεων' της Άννα Ο. στον Φρόιντ», γράφει η γαλλική Le Figaro (4.6.1976), ενώ το New Yorker (2.8.1976) βρίσκει «καθηλωτικό» τον «αγνό σαδομαζοχισμό» της Κασσάνδρας.

Ο Κίμον Φράιερ μιλάει για τον «θρίαμβο» ενός «έξοχου, μεγαλειώδους βιβλίου», ενός «σπαρταριστού, ηθικού κατηγορώ του κόσμου των ενηλίκων» (World Literature Today, Άνοιξη 1977) και οι Sunday Times (23.7.1978) χαιρετίζουν αυτό το «συνταρακτικό πρώτο μυθιστόρημα, που διαθέτει την ποιητική βία ενός εξορκισμού».

Μαργαρίτα Καραπάνου: «Αισθάνομαι νικήτρια, αλλά με την πολύ βαθιά έννοια» Facebook Twitter
Θέα από το σπίτι της στην Ύδρα

Ενώ ο Αμερικανός συγγραφέας Τζον Απντάικ σε άρθρο του στους New York Times (9.9.1979) θεωρεί την Καραπάνου εφάμιλλη με τον μεγάλο Πολωνό συγγραφέα Μπρούνο Σουλτς («τον μεγαλύτερο ριζικό μετατροπέα του κόσμου σε λέξεις»), αναγνωρίζοντάς της πως κατάφερε να γράψει για την παιδική ηλικία με μια πρωτόγνωρη «λυρική ωμότητα». Και σε προσωπική επιστολή του προς την ίδια θα της αναγνωρίσει: «Μου ήρθανε στο νου ο Προυστ, ο Κοζίνσκι και ο Λιούις Κάρολ. Εσείς, όμως, έχετε βρει εδώ μιαν αλήθεια, που κανένας απ' αυτούς τους τρεις συγγραφείς δεν έπιασε».

Και η Μαργαρίτα; Τι ονειρεύεται τώρα; «Είμαι έξω από τον εκδοτικό οίκο Robert Laffont (!) ή μάλλον μέσα και... σφουγγαρίζω! Ο φόβος μου είναι τέτοιος που τόλμησα να γράψω και να εκδοθώ, που μέσα στο όνειρο υποβιβάζω τον εαυτό μου σε σφουγγαρίστρα... Γιατί;»

«Να γράψω, να γράψω, να λυτρωθώ»

«Οι άνθρωποι με είπαν τρελό», έγραφε ο Έντγκαρ Άλαν Πόε, «αλλά ακόμη δεν έχει δοθεί απάντηση στο ερώτημα αν η τρέλα δεν είναι η ανώτερη μορφή ευφυίας».


Μαζί με το χειρόγραφο του «Ναι», το συνταρακτικό μυθιστόρημα που έγραψε νοσηλευόμενη σε ψυχιατρική κλινική, η Μαργαρίτα Καραπάνου δίνει στην εκδότρια της «Ωκεανίδας» και το άρθρο της Kay Redfield Jamison, καθηγήτριας στην Ιατρική σχολή του πανεπιστημίου Τζον Χόπκινς, με τίτλο «Μανιοκατάθλιψη και δημιουργικότητα», υπογραμμισμένο σε καίρια σημεία.

Ουίλιαμ Μπλέικ, Βιρτζίνια Γουλφ, Άλφρεντ Λορντ Τένισον, Σύλβια Πλαθ, Αν Σέξτον, Βαν Γκογκ, Τσαρλς Μίνγκους... Δεν είχε τελειωμό ο κατάλογος των ονομάτων στο κείμενο της ψυχιάτρου, που εξέταζε τη σχέση των ψυχικών νοσημάτων με την καλλιτεχνική έκφραση, παρατηρώντας πως κάποτε η δημιουργικότητα, όπως στην περίπτωση του Ρόμπερτ Σούμαν, αγγίζει το ζενίθ της σε καταστάσεις μανίας.

Μαργαρίτα Καραπάνου: «Αισθάνομαι νικήτρια, αλλά με την πολύ βαθιά έννοια» Facebook Twitter
Χειρόγραφο "Να γράψω, να γράψω, να λυτρωθώ" από ημερολόγια.

«Πάσχω από την αρρώστια του "μήπως;"», θα γράψει η Καραπάνου. «Και είναι η μανιοκατάθλιψη. Είναι δύο πόλοι... Άρρωστη, καλά, άρρωστη, καλά, άρρωστη...» Μια ασθένεια από την οποία κάποτε θα βγει νικήτρια – «με την πολύ βαθιά έννοια».

Ανάμεσα στα δεκατέσσερα μέλη της επιτροπής του γαλλικού Βραβείου Καλύτερου Ξένου Μυθιστορήματος, που της απένειμε ομόφωνα το 1988 το βραβείο για τον Υπνοβάτη, ήταν και ο Maurice Nadeau (ιδρυτής του λογοτεχνικού περιοδικού La Quinzaine Litteraire), ο Georges Belmont (διευθυντής της θρυλικής λογοτεχνικής σειράς Pavillons του γαλλικού εκδοτικού οίκου Robert Laffont, ο πρώτος που κατάφερε έπειτα από αλλεπάλληλες δίκες να εκδώσει και να επιβάλει τον Χένρι Μίλερ στη Γαλλία), ο εκδότης Ivan Nabokov (ανιψιός του Βλαντιμίρ Ναμπόκοφ), αλλά και συγγραφείς όπως η Viviane Forrester, ο Robert Sabatier, και ο Michel Tournier. Το ίδιο βραβείο είχε πάρει και ο Τσίρκας το 1972 για τις Ακυβέρνητες Πολιτείες, αλλά και ο Γκαμπριέλ Γκαρσία Μάρκες, που την αμέσως επόμενη χρονιά τιμήθηκε με το Νόμπελ Λογοτεχνίας.

Και η Μαργαρίτα; «Η αρρώστια είναι ένας αναίτιος φόνος. Διότι η αρρώστια προκαλεί πόνο. Κι είναι αναίτιος».

«Κουβαλάω πάντα σαν κατάρα την ίδια δίψα για αγάπη»

«Μπορούμε να ξεπεράσουμε τους γονείς μας μέσα από την αγάπη μας γι' αυτούς», θα πει. «Την αγάπη που μάς έδωσαν, να την μεταθέσουμε αλλού, σε άλλους ανθρώπους, σε έργα. Αλλιώς, χωρίς αγάπη, η ζωή δεν έχει νόημα».

Η Μαργκερίτ Γιουρσενάρ κατάφερε ν' ανασυνθέσει λογοτεχνικά τη ζωή ενός ανθρώπου από τα βιβλία του. Αλλά πώς μπορεί κανείς να ανασυνθέσει τη ζωή μιας συγγραφέως που δηλώνει ότι «η λογοτεχνία είναι μέσα στο πετσί μου. Δεν είναι κάτι που έχω μάθει. Είναι κάτι που είμαι»; Μιας έφηβης που μεγαλώνει μοναχικά στη σκιά της Σιμόν ντε Μποβουάρ, του Σαρτρ, του Ιονέσκο, του Καμύ και του Πικάσο; Ενός χαρισματικού κοριτσιού που στα δεκατρία του διαβάζει Ζιντ, Ουάιλντ, Ζολά, Μπατάιγ και ντε Σαντ;

Ίσως ξεκινώντας από το τέλος της διαδρομής. Από το βιβλίο που είχε δίπλα της, στο κομοδίνο, στο διαμέρισμά της στη Δεξαμενή: Το Αναζητώντας το χαμένο χρόνο.

*Από το πρόγραμμα της παράστασης «Μαμά - Η ζωή είναι αγρίως απίθανη» της Άντζελας Μπρούσκου στη Στέγη Γραμμάτων & Τεχνών (2011).

Βιβλίο
0

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

ΔΕΙΤΕ ΑΚΟΜΑ

Κωστής Γκιμοσούλης: «Δυο μήνες στην αποθήκη»

Το πίσω ράφι / «Δυο μήνες στην αποθήκη»: Οι ατέλειωτες νύχτες στο νοσοκομείο που άλλαξαν έναν συγγραφέα

Ο Κωστής Γκιμοσούλης έφυγε πρόωρα από τη ζωή. Με τους όρους της ιατρικής, ο εκπρόσωπος της «γενιάς του '80» είχε χτυπηθεί από μηνιγγίτιδα. Με τους δικούς του όρους, όμως, εκείνο που τον καθήλωσε και πήγε να τον τρελάνει ήταν ο διχασμός του ανάμεσα σε δύο αγάπες.
ΣΤΑΥΡΟΥΛΑ ΠΑΠΑΣΠΥΡΟΥ
Έτσι μας πέταξαν μέσα στην Ιστορία

Βιβλίο / Το φιλόδοξο λογοτεχνικό ντεμπούτο του Κώστα Καλτσά είναι μια οικογενειακή σάγκα με απρόβλεπτες διαδρομές

«Νικήτρια Σκόνη»: Μια αξιοδιάβαστη αφήγηση της μεγάλης Ιστορίας του 20ού και του 21ου αιώνα στην Ελλάδα, από τα Δεκεμβριανά του 1944 έως το 2015.
ΝΙΚΟΣ ΜΠΑΚΟΥΝΑΚΗΣ
Γκρέγκορ φον Ρετσόρι: Αποχαιρετώντας μια Ευρώπη που χάνεται

Βιβλίο / Γκρέγκορ φον Ρετσόρι: Αποχαιρετώντας μια Ευρώπη που χάνεται

Ένας από τους τελευταίους κοσμοπολίτες καλλιτέχνες και συγγραφείς αυτοβιογραφείται στο αριστουργηματικό, σύμφωνα με κριτικούς και συγγραφείς όπως ο Τζον Μπάνβιλ, βιβλίο του «Τα περσινά χιόνια», θέτοντας ερωτήματα για τον παλιό, σχεδόν μυθικό κόσμο της Ευρώπης που έχει χαθεί για πάντα.
ΤΙΝΑ ΜΑΝΔΗΛΑΡΑ
CARRIE

Βιβλίο / H Carrie στα 50: Το φοβερό λογοτεχνικό ντεμπούτο του Στίβεν Κινγκ που παραλίγο να καταλήξει στα σκουπίδια

Πάνω από 60 μυθιστορήματα που έχουν πουλήσει περισσότερα από 350 εκατομμύρια αντίτυπα μετράει σήμερα ο «βασιλιάς του τρόμου», όλα όμως ξεκίνησαν πριν από μισό αιώνα με την πρώτη περίοδο μιας ντροπαλής και περιθωριοποιημένης μαθήτριας γυμνασίου.
THE LIFO TEAM
Οι «Αρχάριοι» του Ρέιμοντ Κάρβερ, ήρωες τσακισμένοι από το κυνήγι του αμερικανικού ονείρου

Το πίσω ράφι / Οι «Αρχάριοι» του Ρέιμοντ Κάρβερ, ήρωες τσακισμένοι από το κυνήγι του αμερικανικού ονείρου

Γεννημένος στο Όρεγκον τα χρόνια που ακολούθησαν την οικονομική κρίση του '29, γιος μιας σερβιτόρας κι ενός εργάτη σε εργοστάσιο ξυλείας, ο κορυφαίος εκπρόσωπος του «βρόμικου ρεαλισμού» βίωσε στο πετσί του την αθλιότητα, τις δυσκολίες και την αποξένωση που αποτύπωσε στο έργο του.
ΣΤΑΥΡΟΥΛΑ ΠΑΠΑΣΠΥΡΟΥ
Μιχάλης Μακρόπουλος: «Ζούμε σε μια εποχή βαθιάς μοναξιάς, μέσα σε μια θάλασσα διαδικτυακών “φίλων”».

Βιβλίο / Μιχάλης Μακρόπουλος: «Ζούμε στη βαθιά μοναξιά των διαδικτυακών μας “φίλων”»

Ο συγγραφέας και μεταφραστής μιλά για τη δύναμη της λογοτεχνίας, για τα βιβλία που διαβάζει και απέχουν απ’ όσα σήμερα «συζητιούνται», για τη ζωή στην επαρχία αλλά και για το πόσο τον ενοχλεί η «αυτοπροσωπολατρία στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης».
ΓΙΑΝΝΗΣ ΠΑΝΤΑΖΟΠΟΥΛΟΣ
To «παράνομο» σεξ στην Αθήνα του Μεσοπολέμου σε μια νέα μελέτη

Βιβλίο / To «παράνομο» σεξ στην Αθήνα του Μεσοπολέμου σε μια νέα μελέτη

Κόντρα στα κυρίαρχα ήθη, ο Μεσοπόλεμος υπήρξε διεθνώς μια εποχή σεξουαλικής ελευθεριότητας. Μια πρωτότυπη έκδοση από τους Τάσο Θεοφίλου και Εύα Γανίδου εστιάζει στις επιδόσεις των Αθηναίων στο «παράνομο» σεξ, μέσα από δημοσιεύματα εφημερίδων της εποχής, με τα ευρήματα να είναι εντυπωσιακά, ενίοτε και σπαρταριστά.
ΘΟΔΩΡΗΣ ΑΝΤΩΝΟΠΟΥΛΟΣ
Εύα Στεφανή: «Με συγκινεί ακόμα ο «Πεισίστρατος» του Γιώργου Χειμωνά»

The Book Lovers / Εύα Στεφανή: «Βρίσκω θεραπευτικά τα μυθιστορήματα της Άγκαθα Κρίστι»

Ο Νίκος Μπακουνάκης συζητάει με την Εύα Στεφανή, σκηνοθέτιδα και καθηγήτρια Κινηματογράφου στο Πανεπιστήμιο Αθηνών, για τη διαδρομή της από την Δάφνη ντι Μοριέ στον Ε.Χ. Γονατά κι από τον Τσβάιχ στον Γιώργο Χειμωνά.
ΝΙΚΟΣ ΜΠΑΚΟΥΝΑΚΗΣ
Το συναρπαστικό ντεμπούτο της Ρένας Λούνα είναι καλή λογοτεχνία

Βιβλίο / Το συναρπαστικό ντεμπούτο της Ρένας Λούνα είναι καλή λογοτεχνία

Οι «Αλεπούδες του Περ-Λασαίζ» είναι ένα μυθιστόρημα άριστα δομημένο, με πυκνό λόγο και πλήθος πραγματολογικών στοιχείων, που αναπλάθει τη γαλλική επαρχία των ’50s μέσα από μια απελπισμένη ερωτική ιστορία με φεμινιστική χροιά. 
M. HULOT
Η σημασία του Le Corbusier σήμερα

Βιβλίο / Η σημασία του Le Corbusier σήμερα

Ο σπουδαίος αρχιτέκτονας και στοχαστής, που έβαλε ποίηση στο σκυρόδερμα και συνέδεσε τα οράματα ενός σύγχρονου «Blade Runner» με τον Παρθενώνα, μοιάζει σήμερα να έχει μεγαλύτερο αντίκτυπο και σημασία όσο ποτέ. Η «Συζήτηση με τους φοιτητές της αρχιτεκτονικής» από εκδόσεις ΠΕΚ αποδεικνύει γιατί.
ΤΙΝΑ ΜΑΝΔΗΛΑΡΑ
Οι δεσποινίδες της Αβινιόν ήταν από το Τσανάκ Καλέ

Βιβλίο / Οι δεσποινίδες της Αβινιόν ήταν από το Τσανάκ Καλέ

Τα κεραμικά των Δαρδανελλίων, ο συσχετισμός τους με την ταυτότητα, με το συναίσθημα. Ένα γοητευτικό βιβλίο δείχνει πώς τα «λαϊκά», «αγροτικά» κεραμικά συνδέονται με το κίνημα Arts & Crafts, με τον ιαπωνισμό, με τις διακοσμητικές τέχνες και το ντιζάιν στο τέλος του 19ου αιώνα και στις αρχές του 20ού.
ΝΙΚΟΣ ΜΠΑΚΟΥΝΑΚΗΣ
Τζούντιθ Μπάτλερ: Μιλώντας για το «φάντασμα του φύλου» χωρίς φόβο και πάθος

Βιβλίο / Τζούντιθ Μπάτλερ: Μιλώντας για το «φάντασμα του φύλου» χωρίς φόβο και πάθος

Mία από τις σημαντικότερες θεωρητικούς της εποχής μας, που έχει δεχθεί επιθέσεις και έχει λογοκριθεί για τις απόψεις της μόλις κυκλοφόρησε το τελευταίο της βιβλίο με τίτλο «Ποιος φοβάται το φύλο;» το οποίο αναμένεται να συζητηθεί, ενώ πολλοί αναρωτιούνται αν η ίδια έγινε mainstream.
EΠΙΜΕΛΕΙΑ: ΑΡΓΥΡΩ ΜΠΟΖΩΝΗ