Στα πέριξ της πλατείας Βικτωρίας

Στα πέριξ της πλατείας Βικτωρίας Facebook Twitter
Η γειτονιά ολόκληρη μύριζε κάρι και μπαχάρια μπλεγμένα με βαριά αρώματα... Φωτ.: Σπύρος Στάβερης/ LIFO
5

Στις 6 Δεκεμβρίου 2008, την ημέρα που δολοφονήθηκε ο Γρηγορόπουλος, εγώ έβαζα τα πράγματά μου στο διαμέρισμα της πλατείας Βικτωρίας, επί της οδού Ελπίδος. Αργότερα έμαθα ότι όλως τυχαίως ένα ποίημα της Κατερίνας Γώγου, αφιερωμένο στην Όλια Λαζαρίδου, είχε γραφτεί γι' αυτό ακριβώς το σπίτι που είχα νοικιάσει. Σε εκείνη τη γειτονιά έμεινα μέχρι το καλοκαίρι του 2010, λίγο καιρό δηλαδή πριν ένας άτυχος άνθρωπος χάσει τη ζωή του από μετανάστες της περιοχής και η Χρυσή Αυγή σηκώσει κεφάλι.

Ίσαμε τότε, παρά τα κάποια προβλήματα, Έλληνες και ξένοι έμοιαζαν να συμβιώνουν ήρεμα. Κι ας μου 'λεγε η διαχειρίστρια της πολυκατοικίας για το πώς κάποτε στην πλατεία Βικτωρίας έπιναν τον καφέ τους σκηνοθέτες και συγγραφείς, ενώ σήμερα μόνο... σκούρους βλέπεις.

Κάτω από τη Βικτώρια, επί της Αριστοτέλους, υπήρχε ένα μικρό Ίντερνετ-καφέ, στο οποίο πήγαινα, όποτε ξέμενα από φράγκα και μου έκοβαν το τηλέφωνο. Για την ακρίβεια, καθόμουν με τις ώρες, έγραφα τα κείμενά μου, τελείωνα τις δουλειές μου και μετά χάζευα τους μετανάστες.

Γυναίκες με πολύχρωμα ρούχα, μπούργκες και κελεμπίες, άντρες με σαρίκια και καφτάνια, που δεξιοτεχνικά χειρίζονταν τις κάμερες των κομπιούτερ, επικοινωνώντας με τους δικούς τους σε κάποιον διαφορετικό χωροχρόνο.

Παραδόξως, σε εκείνο το καφέ αισθανόμουν ξένος στον τόπο μου, αλλά με όση θετική σημασία μπορεί να περιέχει αυτό. Θεωρούσα πως βρισκόμουν πρόσκαιρα σε μακρινή εξωτική χώρα, ανταποκριτής του «National Geographic» ας πούμε, μόνιμα γοητευμένος από το διαφορετικό και παρατηρητής παντοτινός της ανθρώπινης παρουσίας δίπλα μου.

Θυμάμαι μιαν άλλη φορά, που παρατηρούσα από το μπαλκόνι μου ένα κορίτσι κι ένα αγόρι από το Πακιστάν να δίνουν μυστικό ερωτικό ραντεβού πίσω από μια οικοδομή. Λίγο μετά εμφανίστηκε πιθανώς ο πατέρας του κοριτσιού με άγριες διαθέσεις και το ζευγάρι σκόρπισε εδώ κι εκεί. Τζάμπα... Bollywood, με άλλα λόγια.

Από το ίδιο μπαλκόνι έβλεπα καθημερινά επίσης μια οικογένεια μουσουλμάνων να στρώνουν το χαλί της προσευχής τους και να πέφτουν όλοι στα γόνατα με εντυπωσιακή, για μένα τον άθεο, ευλάβεια.

Στα πέριξ της πλατείας Βικτωρίας Facebook Twitter
Φωτ.: Σπύρος Στάβερης/ LIFO

Πάλι επί της Αριστοτέλους μικρομάγαζα μεταναστών άνοιγαν σαν μανιτάρια. Η γειτονιά ολόκληρη μύριζε κάρι και μπαχάρια μπλεγμένα με βαριά αρώματα. Τα τιμούσα συχνά τα μαγαζάκια αυτά, ψώνιζα χύμα μπαχαρικά σε διάφορα σακουλάκια και πολλές φορές τα χάριζα σε φίλους μου, λες και μόλις είχα επιστρέψει από ταξίδι στο Μπαγκλαντές ή στην Ινδία με μικροδωράκια.

Πολλά βράδια που έμπαινα στον πεζόδρομο της Ελπίδος για να γυρίσω στο σπίτι σταματούσα στο ρωσικό μπαρ και την προσοχή μου αποσπούσαν τα τεκταινόμενα εντός του. Νωρίς έπαιζε ν' άκουγες κάναν Tom Waits από κάποιο ξεχαρβαλωμένο πιάνο ή ραδιόφωνο. Τις νύχτες, όμως, γινόταν τέτοιο αλισβερίσι, που θύμιζε ταινία του Κουστουρίτσα: τύπισσες βαμμένες και ντυμένες στην τρίχα να φαίνονται από τις τραβηγμένες κουρτίνες του παραθύρου που διασκέδαζαν σε κακόγουστα αλά 80s σαλόνια. Πόσα σαββατόβραδα δεν είχε έρθει η αστυνομία να επιβάλει την τάξη λόγω καβγάδων που οδηγούσαν ενίοτε σε μαχαιρώματα; Και Κυριακή πρωί, βγαίνοντας για ζεστό καπουτσίνο από το παρακείμενο Everest, να αντικρίζεις παντού αίματα και σπασμένα μπουκάλια.

Το μοναδικό στοιχείο ελληνικότητας που μπορούσα να διακρίνω στην περιοχή ήταν οι φίλοι μου, που με επισκέπτονταν για καλοκαιρινά τσιμπούσια στη βεράντα. Τότε ακόμη υπήρχε χρήμα για καθημερινές μαζώξεις φίλων μετά φαγητού και αλκοόλ.

Πριν από μερικούς μήνες έτυχε να ξαναβρεθώ στην πλατεία Βικτωρίας. Χειμώνας ήτανε, μέρα μουντή και σκοτεινιασμένη. Μπήκα σε ψιλικατζίδικο Πακιστανού για τσιγάρα. Δεν θα ξεχάσω το βλέμμα του, όλο πανικό και τρόμο, όταν με είδε να μπουκάρω στον χώρο του με σχεδόν ξυρισμένο το κεφάλι μου. Άπλωσα το χέρι σαν να του 'λεγα: «Μη φοβάσαι, πελάτης είμαι». Αυτό το βλέμμα δεν θα το ξεχάσω ποτέ μου.

Πώς άλλαξε η Αθήνα; Πώς καταντήσαμε; Προς τι τέτοιο μίσος και αλληλοσπαραγμός; Δεν τη θέλω τέτοιαν Αθήνα, τη σιχαίνομαι. Επειδή όμως αγαπώ μιαν άλλη Αθήνα, έτσι όπως εγώ την έζησα στο κέντρο της, σ' αυτήν πάντοτε θα ανατρέχω.

Διάφορα
5

ΔΕΙΤΕ ΑΚΟΜΑ

Όχι άλλο κάρβουνο: Αφήστε το αναρχικό άστρο να λάμπει στην πλατεία Εξαρχείων και καλές γιορτές

Δ. Πολιτάκης / Όχι άλλο κάρβουνο: Αφήστε το αναρχικό άστρο να λάμπει στην πλατεία Εξαρχείων και καλές γιορτές

Μπορεί να έχει άμεση ανάγκη κάποιου είδους ανάπλασης η Πλατεία Εξαρχείων, το τελευταίο που χρειάζεται όμως είναι ένα μίζερο χριστουγεννιάτικο δέντρο με το ζόρι.
ΔΗΜΗΤΡΗΣ ΠΟΛΙΤΑΚΗΣ
Δεκαετία του 2010: Δέκα χρόνια που στην Ελλάδα ισοδυναμούν με αιώνες

Β. Βαμβακάς / Δεκαετία του 2010: Δέκα χρόνια που στην Ελλάδα ισοδυναμούν με αιώνες

Οποιοσδήποτε απολογισμός της είναι καταδικασμένος στη μερικότητα, αφού έχουν συμβεί άπειρα γεγονότα που στιγμάτισαν τις ζωές όλων μας ‒ δύσκολο να μπουν σε μια αντικειμενική σειρά.
ΤΟΥ ΒΑΣΙΛΗ ΒΑΜΒΑΚΑ
Τα χρόνια των μετακινήσεων και η κουβέντα για το brain drain που δεν μου αρέσει καθόλου

Β. Στεργίου / Τα χρόνια των μετακινήσεων και η κουβέντα για το brain drain που δεν μου αρέσει καθόλου

Αντί να βλέπουμε τη χώρα σαν άδεια πισίνα όπου πρέπει να γυρίσουν τα ξενιτεμένα της μυαλά για να γεμίσει, ας αλλάξουμε τα κολλημένα μυαλά σ' αυτόν εδώ και σε άλλους τόπους.
ΤΗΣ ΒΙΒΙΑΝ ΣΤΕΡΓΙΟΥ

σχόλια

5 σχόλια
Δεν κατεκρινε πουθενα κανεναν ο ανθρωπος, που την ειδατε την κριση; επειδη ανεφερε 2-3 εικονες, εκανε κριση; δεν νομιζω. το μονο που εχω να πω ειναι... Σιγα, πηγες για 1.5 χρονο. Ρωτα καποιον που γεννηθηκε εκει, τα γνωρισε ολα πρωι-απογευμα στην πλατεια βαθης σχολειο, βιλα αμαλιας, κτλ κτλ. Η βικτωρια ειναι σαν μια χρονια. Εχει περασει και τις τεσσερις εποχες απο χειμωνα σε φθινωπορο
ωραια αφηγηση,θα μπορουσε να ειναι και η δικια μου.και με τα ιδιες συγχυσεις και λαθη.καποια στιγμη ας διακρινουμε οτι ο σεβασμος στον αλλον πρεπει να ειναι αμφιδρομος.να σεβομαστε τον ξενο και ο ξενος τον αυτοχθονα.να μην κατακρινουμε τα ηθη του εφοσον αυτα δεν αντιβαινουν σε πανανθρωπινες αξιες.να παψουμε,π.χ.,να βλεπουμε την μπουρκα ως τοπικη ενδυμασια,δεν ειναι.εαν οι κανονες κοινωνικης συμβιωσης ,που θετει η δημοκρατια,δεν τηρουνται απο ολους ,συντομα φτανουμε να μην αντεχουμε ο ενας τον αλλον .και μετα το μισος δεν απεχει πολυ
Το άρθρο είναι η αποθέωση της υπερβολής. Απορώ πώς ο αρθρογράφος λέει ότι έμενε στην Βικτώρια όταν παρουσιάζει την περιοχή λες και είναι κανένα προάστιο της Καλκούτας. Ούτε και θα μ' ένοιαζε αν ήταν αλλά καλώς ή κακώς έτσι είναι το κέντρο της Αθήνας σήμερα, και η Βικτώρια είναι μια μεσαία προς κακή περιοχή η οποία, παρ' ότι έχει ξεπέσει, έχει και ελληνικότητα και όλων των ειδών τις καταγωγές. Δυστυχώς ο πρώην κάτοικος της περιοχής βιάστηκε να υιοθετήσει την νοοτροπία των κατοίκων των προπόδων της Πεντέλης και της Πάρνηθας και να χαρακτηρίζει γκέτο ολόκληρες περιοχές, ασχέτως αν ο καθένας μπορεί να τις επισκεφθεί τελείως φυσιολογικά, απλά και μόνο λόγω του ότι έχει πολλούς μετανάστες.Το άρθρο του είναι σαν περιγραφή λευκού αποικιοκράτη σε ημερολόγιο μόλις αυτός έδεσε σε καμιά ακτή της Παπούας: «πολύχρωμες μπούρκες», «άντρες με καφτάνια». Δεν έχει ξαναδεί στη ζωή του τέτοια; Μου θυμίζει την 90χρονη γιαγιά μου που δεν βγαίνει πια ποτέ απ' το σπίτι της και όταν θέλει να κάνει κανα κοινωνικό σχολιασμό λέει «Αχ πώς έγινε έτσι η Ελλαδίτσα μας».