10o Φεστιβάλ Cult Κινηματογράφου.
Φεβ22
 

10o Φεστιβάλ Cult Κινηματογράφου.

Gagarin 205, 16-19/02/2012

Η θρυλική πια ρήση του Γιάννη Ζουμπουλάκη, σύμφωνα με την οποία το Cult Φεστιβάλ που διοργανώνει εδώ και δέκα χρόνια ο Νικόλας Τριανταφυλλίδης στοGagarin 205 είναι το «παχύ έντερο του ελληνικού κινηματογράφου», μολονότι κινείται στα όρια της κριτικής μοχθηρίας, δεν στερείται και σπέρματος αληθείας. Απομένει φυσικά στον καθένα μας χωριστά να ξεκαθαρίσει αν διατηρεί τρυφερή σχέση με το παχύ έντερό του, αν τον ταλαιπωρεί ή αν φροντίζει σαν τη γάτα να σκεπάζει άρον άρον τα σκατά του στην άμμο. Υπό αυτό το πρίσμα, πάντοτε θα υπάρχουν άνθρωποι που θα απεχθάνονται το cult και θα θεωρούν περιττή πολυτέλεια να το διαχωρίσουν από το trash, την ίδια στιγμή που άλλοι -όχι αναγκαστικά διεστραμμένοι- πάντοτε θα το νοσταλγούν και θα το αποζητούν. Μια και ολοφάνερα ανήκω στους δεύτερους, δεν θα παραστήσω ντε και καλά τον αντικειμενικό, αλλά θα προσπαθήσω να εξηγήσω τι έλκει εμένα σ’ αυτό το πανηγύρι.

Πρώτα απ’ όλα, αυτό ακριβώς. Είναι πανηγύρι. Σε μια πόλη και σε μια χώρα που δεν έχουν και πολλούς λόγους πλέον να πανηγυρίσουν, στήνεται κάθε χρόνο μια εύθυμη γιορτή, κατάλληλη για κάθε καλλιτεχνικό ουρανίσκο, είτε ευφραίνεται με χοντρή πλάκα είτε με πιο λεπτές γεύσεις. Είναι και ζήτημα ηλικίας. Οι νεότεροι ρέπουν στην καζούρα, καθώς δυσκολεύονται να συμφιλιωθούν με το μέγεθος της αθωότητας των περασμένων δεκαετιών, ενώ όσοι έχουν καβατζάρει τα πενήντα, όπως εγώ, μπορεί με τις ίδιες ακριβώς μπαλαφάρες ακόμη και να δακρύσουν. Δεν δακρύζουν για τις μπαλαφάρες. Δακρύζουν για όλες εκείνες τις αναμνήσεις -εξωραϊσμένες, ούτε κουβέντα- που οι μπαλαφάρες ανακινούν. Δεν υπάρχει πιο ύπουλος πυροκροτητής της συγκίνησης από μια άγαρμπη κωμωδία. Αν πρόκειται, μάλιστα, για δράμα με κωμικά ερήμην του αποτελέσματα, γίνεται στην αίθουσα ο κακός χαμός.

Εδώ φέτος θα βραβευτεί ο Έλληνας Τσακ Νόρις, ο Κρις Σφέτα, και η αειθαλής «μούρη» του Κώστα Τσάκωνα. Εδώ ο πρωτοπόρος Όμηρος Ευστρατιάδης θα μας θυμίσει το πρώτο και μάλλον τελευταίο πολιτικοποιημένο σοφτ πορνό, με τα κρατητήρια της ΕΣΑ όπως δεν (θα θέλατε να) τα είχατε δει ποτέ. Εδώ η Τζένη Χειλουδάκη, εμφανισιακά σχεδόν αγνώριστη, θα ερμηνεύσει τον... εαυτό της στον Στραγγαλιστή της Συγγρού, αδιάφορη για τη δημόσια εικόνα που θα πλασάρει στο μέλλον. Στο ίδιο έπος, ο μακαρίτης ο Σουγκλάκος θα ντυθεί τραβεστί και θα βγάλει επιδεικτικά τη γλώσσα στον μάτσο μύθο του. Εδώ ο Στιβ Ντούζος, στο Μπάτσοι πουλούν την ηρωίνη Νο 2, θα δώσει την πιο αναληθή κλοτσοπατινάδα από γενέσεως κινηματογράφου και θα θέσει σοβαρή υποψηφιότητα για το τρόπαιο της Καλύτερης Χειρότερης Ταινίας Όλων των Φεστιβάλ. Το τρόπαιο όμως θα κερδίσει ο Εντ Γουντ της Ελλάδας, ο Δημήτρης Βογιατζής, με το Χόμπυ μου ο βιασμός. Έχω κι εγώ τα όριά μου. Αυτή η κινηματογραφική εμπειρία ξεπερνάει μακράν τις περιγραφικές μου ικανότητες.

Το cult, όμως, δεν είναι μονάχα καζούρα. Είναι κι εξαιρετικές ταινίες, δυσεύρετες πλέον σήμερα, όπως ο Κήπος του Θεού του Τάκη Σπυριδάκη, το Μαύρο Γάλα του Νικόλα Τριανταφυλλίδη (ποιος σκηνοθέτης θα διανοηθεί ξανά να συμπεριλάβει στο ίδιο casting ως πρωταγωνιστές τον Μιχαήλ Μαρμαρινό και τον Ιεροκλή Μιχαηλίδη;) ή το σπαρταριστό Ας περιμένουν οι γυναίκες του Σταύρου Τσιώλη, διαρκής υπενθύμιση της χτεσινής Ελλάδας που άφησε σ’ εμάς να πληρώσουμε τον λογαριασμό. Τα παραδείγματα δεν μπορούν παρά να είναι ενδεικτικά και κορφολογημένα από ένα τετραήμερο άγριας χαράς, που ο εμπνευστής του δήλωσε ότι φέτος θα είναι και το τελευταίο, για να εισπράξει αμέτρητα αναθέματα ευθύς κατόπιν. Ξέχνα το, Νικόλα. Μονάχα πάνω από τα πτώματά μας.


Πέτρος Τατσόπουλος

 
 
 
 
I WAS THERE