Eύη Λαμπροπούλου

Eύη Λαμπροπούλου Facebook Twitter
Φωτο: Σπύρος Σταβέρης
1

Μεγάλωσα στην Καβάλα, δίπλα στη θάλασσα, μέχρι τα 17. Ακόμα εκεί είναι το πατρικό μου, ευτυχώς. Η Καβάλα είναι νησί: έχει χιλιόμετρα παραλιών. Θυμάμαι μπάνια, ποδήλατα, βάρβαρα παιχνίδια στην άμμο. Σαββατοκύριακα για ψώνια και θεάματα στη Θεσσαλονίκη: Χάρρυ Κλυνν λάιβ.

Ήμουν ένα ατρόμητο αγόρι, υπερκοινωνικό πιτσιρίκι που ταλαιπωρούσε τους άλλους. Κάποτε, σε οικογενειακό ταξίδι, έκλεισε η φωνή μου εντελώς και ανακουφίστηκαν όλοι. Η μαμά μου λέει ότι 3,5 χρόνων άρχισα να τους διαβάζω παραμύθια. Όταν δεν διάβαζα, έβαζα φωτιές, χωνόμουνα σε τρύπες με φίδια, σκαρφάλωνα. Πέμπτη δημοτικού διάβαζα ό,τι έβρισκα: Βαβέλ, Αστερίξ και Μαρκήσιο ντε Σαντ που έκρυβα κάτω από το στρώμα με τρόμο. Το δάνεισα σε συμμαθήτριά μου και έκανε εμετό.

Ήθελα να γίνω, έτσι αορίστως, φτωχιά καλλιτέχνης σε κρύα σοφίτα του Παρισιού και να τρώω χόρτα από το παραδιπλανό δάσος, όπως στο Χωρίς Οικογένεια (και τα κατάφερα!). Μισούσα να γράφω εκθέσεις, μου φάνηκε παράξενο όταν άρχισα να γραφώ, στα εικοσιτόσα, όλο ανασφάλεια - δεν το έλεγα πουθενά. Το πρώτο πράγμα που έγραψα ήταν ένα διήγημα για λογοτεχνικό διαγωνισμό της Θεσ/νίκης, όπου βραβεύτηκε. Ήταν κοινότοπο. Στη βράβευση διάβαζε γνωστός ηθοποιός με βαθιά φωνή. Δεν ήξερα πού να κρυφτώ.

Έφτασα στην Αθηνά δεκαεφτά χρόνων και σε λίγους μήνες έφυγα τρέχοντας: έμενα στην Τήνου, σε μικροσκοπικό εσωτερικό διαμέρισμα, βαμμένο επιθετικά ροζ. Τα βράδια περπατούσα στην Πατησίων μόνη. Άκουγα ραδιόφωνο. Δεν κατάφερα να εγκλιματιστώ στη Νομική και στην πόλη: έτρεξα στη Θεσσαλονίκη, κοντά στη μαμά μου. Ήμουν κι εκεί απέραντα κομπλεξική. Χτυπούσαν το θυροτηλέφωνο και δεν άνοιγα, δεν ήθελα να αναγκαστώ να δω φίλους. Ξυπνούσα απόγευμα. Έτρωγα μακαρόνια και σεφταλιές. Δεν πατούσα στη σχολή. Στο Μάντσεστερ έμοιασα περισσότερο με τον έμφυτα ανοιχτό εαυτό μου. Είχα αργή εξέλιξη από αυτή την άποψη. Ωραία ζωή. Μετά άρχισα τις σπουδές.

Το Χάπι Λου γράφτηκε βράδυ. Όχι σε ένα βράδυ. Τα υπόλοιπα οποτεδήποτε. Έχω γράψει και πρωινά σε suicide night. Suicide night είναι όταν γράφω 24ωρα σερί, χωρίς ύπνο. Μετά το σώμα μου με μισεί, αλλά η υπόλοιπη είμαι χαρούμενη.

Ξεκινάω να γράφω από μια ατμόσφαιρα, μια διάθεση. Συνήθως από ένα αεροδρόμιο. Στο Σχεδόν Σούπερ είχα στο μυαλό μου τον χάι-τεκ κόσμο των συμβούλων επιχειρήσεων: σκληροί μπίζνεσμεν, σεξ, ζωή ιλουστρασιόν - τι υπάρχει από κάτω; Στο Χάπι Λου με κινητοποίησε μια ερωτική απογοήτευση και διάθεση εύρεσης χαράς: μια κοπέλα έψαχνε την ευτυχία. Με απασχολεί και το πώς μπορεί κανείς να ζήσει εναντίον της βλακείας.

Ναι, είμαι στην παράταση της εφηβείας. Και στην παράταση μεγαλώνει κανείς, αλλά είναι πιο δύσκολο - από το να ακολουθείς έναν δρόμο που ξέρεις πού οδηγεί, από το να καβατζώνεσαι με παιδιά και πεθερικά. Δηλαδή, ποτέ μεγαλώνεις επισήμως, όταν κανείς παιδί; Δεν έχω κάνει, άρα δεν έχω μεγαλώσει; Κι αν οι ήρωές μου ζουν παρατεταμένη εφηβεία, η εφηβεία είναι, αν θυμάστε, πολύ δύσκολη περίοδος. Αυτοκτονική, μοναχική, διερευνητική. Άρα, οι ήρωές μου βασικά προσπαθούν να ακούσουν τον εαυτό τους. Ο πρώην μου περίμενε χρόνια να «μεγαλώσω». Όμως μεγάλωνα με τον δικό μου, προσωπικό τρόπο. Έχω και πέντε-έξι άσπρες τρίχες που το αποδεικνύουν. Μεγαλώνει κανείς όταν αναλαμβάνει τον εαυτό του ο ίδιος.

Στις πόλεις μού αρέσουν τα μετρό, τα αεροδρόμια, τα καφέ, τα μαγαζιά, τα παγκάκια Δεν καταλαβαίνω αυτούς που γραφούν απομονωμένοι στο βουνό. Γράφω σε χαρτοπετσέτες στα μπαρ και πάνω στα εισιτήρια συναυλιών κατά τη διάρκειά τους. Στα χωριά δεν ξέρω τι να κάνω. Μπορεί κάποιοι να βιάζουν τις κόρες τους στον αχυρώνα, αλλά δεν θα το μάθω. Εκεί δεν έχει βιτρίνες, εκθέσεις. Αν είναι παραθαλάσσια, ξέρω τι να κάνω: βουτάω και μετά σκουπίζομαι με τη ζακέτα μου. Οι πόλεις, όμως, μου προκαλούν γράψιμο όπως η σκόνη μου προκαλεί φτάρνισμα και οι μπίρες συχνοουρία.

Μένω στην Ομόνοια γιατί φιλοξενούμαι από έναν άντρα - σε ένα βιομηχανικό λοφτ με χημική μυρωδιά και σκέτο στυλ. Από κάτω, το Μπανγκλαντές: «ένα ευρώ, ένα ευρώ!». Μένω στο σπίτι κάποιου που έχει συνηθίσει εκεί και δεν τον πειράζει κανείς. Δεν συνέβη το ίδιο και με μένα: εμένα με πειράζουν. Μένω στον σκουπιδοτενεκέ της πόλης, στο μοσχομυριστό γκέτο της Σαπφούς-Σοφοκλέους, η μόνη Ελληνίδα της γειτονιάς, η μόνη ανόητη που γυρνάει τα βράδια στις δύο διασχίζοντας πουτάνες, πρεζάκια, φτωχοκλέφτες γυναικείων τσαντών.

Μ' αρέσει ο τριτοκοσμικός μητροπολιτισμός της Αθήνας. Δεν είναι π.χ. κυριλέ και οργανωμένη όπως το Λονδίνο: είναι ακατάστατη, αναπτυσσόμενη, με ιδανικές καιρικές συνθήκες. Του Ψυρρή, με τους τεχνίτες και τους ρουχάδες έχει βρεφονηπιακά στοιχεία Βαρκελώνης. Ήθελα να μείνω σε ένα ρετιρέ στην Τάκη ώστε κάθε μεσημέρι, βγαίνοντας απ' το σπίτι, να εκβάλλω σε ένα πέρασμα ανθρώπων. Όχι σε αποστειρωμένο προαστιακό δρόμο με δέντρα.

Τα διάφορα φαινόμενα τα βλέπεις εδώ - η νυχτερινή ζωή, οι εξεγέρσεις, η κρίση, πράγματα που στην επαρχία τα περνάς ελαφρά, στην Αθήνα σε πιάνουν από το μπράτσο. Ζεις περισσότερο - αν και, με όλα αυτά τα μικροσωματίδια, όχι σε βάθος χρόνου.

Στο κέντρο μού αρέσουν τα παλιά μπαρ. Το «παντού με τα πόδια». Η γειτονιά μου που πάλλεται από όνειρα, αγωνίες, λαγνεία μεταναστών, αιωρήσεις πρεζονιών. Είναι ασύστολη, ασύστολα ζωντανή. Έχω συνηθίσει και αυτό το εκρηκτικό μείγμα νικοτίνης, ούρων και σαπισμένων λαχανικών.

Φοβάμαι περισσότερο τις αρρώστιες. Το να είσαι αναγάπητος. Άσε που λένε οι ψυχολόγοι «αγάπα τον εαυτό σου». Πρέπει να σ' αγαπάει και κανένας άλλος. Ωραία, είσαι μόνος με τον εαυτό σου στον καναπέ και τον αγαπάς: μπορείς να του χαϊδέψεις τα μαλλιά, να του πετάξεις μια εξυπνάδα να τον κάνεις να γελάσει;

Θα ήθελα να έχω γράψει το Paris Τrance, του Geoff Dyer. Το Prozac Nation της Wurtzel - αλλά είναι μεμουάρ, άρα θα έπρεπε να έχω ζήσει στην κόλαση για να το γράψω. Να μου λείπει λοιπόν. Έχω δική μου κόλαση να περιγράψω. (Όλο και) λιγότερη, ελπίζω.

Οι Αθηναίοι
1

ΔΕΙΤΕ ΑΚΟΜΑ

Γιώργος Αρβανίτης: «Έλεγα "είμαι καλύτερος" και δεν με πήρε η φτώχεια από κάτω»

Οι Αθηναίοι / Γιώργος Αρβανίτης: «Πείσμωνα για να γίνω ο καλύτερος και δεν με πήρε η φτώχεια από κάτω»

Από μια νιότη γεμάτη αντιξοότητες, ο τροχός για εκείνον γύρισε, η ζωή του στράφηκε στο φως και έγινε βιβλίο. Η Ευρώπη τον ανακάλυψε από τις ταινίες του Αγγελόπουλου, στις ιστορίες του πρωταγωνιστούν ο Φίνος, ο Μαστρογιάνι και ο Κουροσάβα. Ο πολυβραβευμένος διευθυντής φωτογραφίας που ήταν «πάντα την κατάλληλη στιγμή στο κατάλληλο μέρος» είναι ο Αθηναίος της εβδομάδας.
ΧΡΗΣΤΟΣ ΠΑΡΙΔΗΣ
Κρίστη Στασινοπούλου: «Έχω φάει τη νύχτα με το κουτάλι, προτιμώ πια να κάθομαι σπίτι»

Οι Αθηναίοι / Κρίστη Στασινοπούλου: «Έχω φάει τη νύχτα με το κουτάλι, προτιμώ πια να κάθομαι σπίτι»

Όλοι τη ρωτούν για τον Παύλο Σιδηρόπουλο όμως έχει ζήσει περισσότερα δίπλα στην Αλίκη Βουγιουκλάκη. Έχει εκπροσωπήσει την Ελλάδα στην Eurovision, αισθάνεται περήφανη που μεγαλώνοντας κατέληξε να κάνει μόνο πράγματα που της αρέσουν. Έχει γυρίσει τον κόσμο με τον Στάθη Καλυβιώτη και τη μουσική τους, μόλις κυκλοφόρησε ένα βιβλίο για τα ταξίδια τους που μετράνε πια 25 χρόνια.
ΘΟΔΩΡΗΣ ΑΝΤΩΝΟΠΟΥΛΟΣ
Ριάνα Κούνου

Οι Αθηναίοι / Ριάννα Κούνου: «Τους βλέπεις όλους να φοράνε μαύρα γιατί φοβούνται να ξεχωρίσουν»

Η σχεδιάστρια πίσω από το πολυτελές και ανερχόμενο brand Rianna+Nina, που έμαθε κάποτε στην Αθήνα τι πάει να πει «designer vintage», έχει μια περιπετειώδη ζωή να αφηγηθεί. Και όσο της αρέσει να είναι ανώνυμη στο Βερολίνο όπου ζει, τόσο απολαμβάνει το να κάθεται στην Ηροδότου στο Κολωνάκι και να τους χαιρετάει όλους.
ΖΩΗ ΠΑΡΑΣΙΔΗ
Σωκράτης Σωκράτους

Εικαστικά / Σωκράτης Σωκράτους: «Δεν έχω αίσθηση του φόβου, δεν καταλαβαίνω Χριστό άμα είναι να κάνω κάτι»

Μετακόμισε στην Αθήνα των '90s και δεν θέλησε να μείνει πουθενά αλλού, έβαλε τα κλάματα την πρώτη φορά που είδε από κοντά έργο του Τσαρούχη. Έχει σκηνογραφήσει πολύ για το ντόπιο θέατρο του οποίου δεν ήταν φαν κάποτε, έχει εκπροσωπήσει την Κύπρο στη Μπιενάλε της Βενετίας. Βρίσκεται στη μόνιμη συλλογή του Πομπιντού, συμφώνησε να συνεργαστεί με την Hermès για έναν χρόνο και το έκανε για δεκαπέντε. Κι είναι ο Αθηναίος της εβδομάδας.
M. HULOT
Από το Μπανγκλαντές ως τη Μόρια και την Αθήνα: Η απίστευτη ιστορία της τρανς πρόσφυγα Oliveya Myrah

Οι Αθηναίοι / Μπανγκλαντές / Μόρια / Αθήνα: Η απίστευτη ιστορία της τρανς πρόσφυγα Ovileya Myrah

«Για πολύ καιρό ο κόσμος μόνο έπαιρνε από μένα. Τώρα προσπαθώ κι εγώ να κερδίσω πράγματα, να νιώσω ότι έχω μια θέση»: Η διερμηνέας και ακτιβίστρια ανθρωπίνων δικαιωμάτων στους Γιατρούς Χωρίς Σύνορα και σερβιτόρα στο Shamone είναι η Αθηναία της εβδομάδας. (Προσοχή: Το κείμενο περιλαμβάνει περιγραφές σεξουαλικής κακοποίησης και αυτοτραυματισμού.)
ΑΛΕΞΑΝΔΡΟΣ ΔΙΑΚΟΣΑΒΒΑΣ
Μανώλης Παπουτσάκης

Οι Αθηναίοι / Μανώλης Παπουτσάκης: «Νομίζεις ότι το χαίρεται ο εστιάτορας που αγοράζει και πουλάει ακριβά;»

Χαρούπι και Δέκα Τραπέζια στη Θεσσαλονίκη, Pharaoh στην Αθήνα. Ένας σεφ με μεγάλες επιτυχίες στο παλμαρέ του μιλά για το τώρα της γαστρονομίας, εξηγεί γιατί η ελληνική κουζίνα σήμερα δεν έχει σχέση με αυτό που ήταν κάποτε και ανοίγει το θέμα που συζητάνε οι foodies: Το sitting στα εστιατόρια.
M. HULOT
Κ.atou: «Kάποιοι χαλάνε λεφτά για να βγουν έξω ένα βράδυ, μην τους το χαλάς»

Οι Αθηναίοι / Κ.atou: «Kάποιοι ξοδεύουν λεφτά για να βγουν έξω ένα βράδυ, μην τους το χαλάς»

Η DJ που έχει δει στο Ντιτρόιτ να ακούνε το set της δυο κουνέλια έμαθε πρόσφατα τι πάει να πει «τέκνο με κ», ενώ η πόλη που πιστεύει ότι έχει την καλύτερη ηλεκτρονική σκηνή τώρα δεν είναι το Βερολίνο. Έχοντας ταξιδέψει σε τόσα μέρη, είναι χαρούμενη που ζει στην Αθήνα, αλλά δεν μπορεί να μείνει στο κέντρο της.
ΖΩΗ ΠΑΡΑΣΙΔΗ
Cara Hoffman, συγγραφέας, δημοσιογράφος

Οι Αθηναίοι / Cara Hoffman: Από κράχτης σε ξενοδοχείο του Σταθμού Λαρίσης, συγγραφέας best-seller

Γεννήθηκε στη Νέα Υόρκη, ζει στα Εξάρχεια. Εγκατέλειψε το σχολείο για να γυρίσει τον κόσμο και στα δεκαεννέα έφτασε στον σιδηροδρομικό σταθμό της Αθήνας απένταρη, πιστεύοντας ότι θα πιάσει δουλειά σε ελαιώνες. Αυτή η πόλη την έκανε «καπάτσα», «της πιάτσας», της έμαθε πώς να γράψει ένα μυθιστόρημα, τους «Κράχτες» που κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Gutenberg.
M. HULOT
Πηνελόπη Γερασίμου

Οι Αθηναίοι / Πηνελόπη Γερασίμου: «Βαρεθήκαμε στα υπόγεια, η διασκέδαση πρέπει να στραφεί προς το φως»

Η μουσική είναι απόλυτα συνδεδεμένη με τη δουλειά της, τα τελευταία χρόνια καταγράφει με τον φακό της μερικά από τα πιο σημαντικά events της Aθήνας. Η φωτογράφος που γνωρίζει καλά πώς κινείται η νύχτα της πόλης ξέρει πως πια παίζουν και πάρτι στα οποία δεν «χωράει», γιατί εκείνοι που τα διοργανώνουν δεν θέλουν να τα μάθει.
ΖΩΗ ΠΑΡΑΣΙΔΗ
Αντώνης Βαβαγιάννης: Ο κομίστας πίσω από τα «Κουραφέλκυθρα», που δεν είναι καν λέξη

Οι Αθηναίοι / Κουραφέλκυθρος: «Αν δεν σε μισήσουν οι φασίστες, τι κάνεις σε αυτήν τη ζωή;»

Ο Αντώνης Βαβαγιάννης, ο κομίστας πίσω από τα «Κουραφέλκυθρα», που κάποτε τα είχαν απορρίψει όλα τα έντυπα ενώ τώρα έγιναν ταινία στο Cinobo, λαμβάνει για τα πολιτικά του σκίτσα μηνύματα σύμφωνα με τα οποία κάθε εβδομάδα τα παίρνει από άλλο κόμμα.
ΖΩΗ ΠΑΡΑΣΙΔΗ

σχόλια

1 σχόλια
Κοπελιά, δεν χρειάζεται να προσπαθείς τόσο πολύ να φανείς κουλ και εναλλακτική. Ναι, μένεις σε βιομηχανικό λοφτ στην "επικίνδυνη" περιοχή της πόλης (μπρρ!!), ζεις τη νύχτα, κοιμάσαι το πρωί, πηγαίνεις σε εκθέσεις μπλα μπλα. Wow! Πολύ προχωρημένα όλα αυτά, πρώτη φορά τα ακούω, εντυπωσιάστηκα! Α, και βέβαια να μην ξεχάσω: "είναι πιο δύσκολο από το να ακολουθείς έναν δρόμο που ξέρεις πού οδηγεί, από το να καβατζώνεσαι με παιδιά και πεθερικά". Σωστά, γιατί τα παιδιά είναι ρομπότ και κάθε οικογένεια (γκέι, στρέιτ, μονογονεική...) είναι κόπια της άλλης και μια καλή καβάντζα για να αράξεις και να αφήσεις τη ζωή σου στον αυτόματο πιλότο. (Αλήθεια; Πού οδηγεί αυτός ο δρόμος; Για διαφώτισέ μας κι εμάς που δεν ξέρουμε). Γιατί να αφιερώνουμε χρόνο και ενέργεια για κάποιον άλλο όταν μπορούμε να ασχολούμαστε 24/7 με τον εαυτό μας! Αυτό που έχει σημασία, και που πρέπει να αναφέρεται οπωσδήποτε σε μια συνέντευξη, είναι να μένεις σε λοφτ (τι κι αν οι άνθρωποι από κάτω ζουν σαν τα σκυλιά και πεθαίνουν απ' την πείνα ή με μια σύριγγα στο μπράτσο), προτεραιότητα είναι να είσαι χιπ και τρέντι, κι αν η δυστυχία των άλλων προσφέρει το κατάλληλο φόντο, ακόμα καλύτερα. Εξάλλου αυτό το σκηνικό είναι φαίνεται πιο ανώδυνο, πιο "κινηματογραφικό" από εκείνο των χωριών στα οποία "μπορεί κάποιοι να βιάζουν τις κόρες τους στον αχυρώνα". Αυτό είναι πολύ συγκεκριμένο, πολύ σοβαρό, δεν παίζουμε μ' αυτά, δεν μας παίρνει να μπαίνουμε σε τέτοια χωράφια. Αθήνα, ανωνυμία, παρατεταμένη εφηβεία, και τα μυαλά στα κάγκελα. Στην τελική, την πλάκα μας κάνουμε. Μην το παρασοβαρέψουμε κιόλας, ε;