Βernard-Henri Lévy

Βernard-Henri Lévy Facebook Twitter
0
Παρασκευή, πάρτι στον Νέο Κόσμο, 2:00 π.μ

Το σπίτι που γίνεται το πάρτι είναι ένα από αυτά τα μικρά σπιτάκια που βρίσκει κανείς διάσπαρτα στην Αθήνα - μικρά, δίπατα σπίτια με βεράντες, χαμένα μέσα σε ένα δάσος πολυκατοικιών. Πάντα αναρωτιόμουν πώς είναι να ζεις σε ένα τέτοιο μικρό σπιτάκι, να βγαίνεις στην αυλή σου και να σε κοιτάζουν άπειρα μάτια από τις γύρω πολυκατοικίες. Μικρή ονειρευόμουν ότι σε αυτά τα σπίτια δεν υπήρχε αυλή στ' αλήθεια, αλλά ότι άνοιγε κανείς μια πόρτα και βρισκόταν μπροστά σε έναν τεχνικολόρ κήπο που απλωνόταν για στρέμματα ολόκληρα. Στο σαλόνι σχεδόν δεν μπορώ να κουνηθώ. Έχω σφηνώσει στο χολ και πίνω χυμό αχλάδι (είναι το μόνο πράγμα που 'χει μείνει, μαζί με μια νταμιτζάνα ρακή) και βλέπω κόσμο που δεν περίμενα να δω με τίποτα - παλιές μου συμμαθήτριες που με ρωτάνε συνωμοτικά ποιος κάνει το πάρτι και χαχανίζουν πίσω από τις καρέκλες. Από μέσα ακούμε P.J. Ηarvey και techno, ενώ η τουαλέτα έχει φρακάρει. «Kάποιος έριξε ένα κουταλάκι στη λεκάνη κατά λάθος», μου λέει μια κοπέλα που δεν ξέρω καν.

Στο πάρτι, 4:00π.μ.

Πίσω από την κουζίνα έχει έναν διάδρομο και μια μικρή κόκκινη σκαλίτσα. Προσπερνάω 2-3 σχοινιά για το άπλωμα των ρούχων -κάποτε εδώ θα ήταν το πλυσταριό- και φτάνω στο υπόγειο. Ανοίγω την πόρτα με μεγάλες προσδοκίες, χτυπάω κιόλας, μη διακόψω τίποτα κακό και παράνομο (κατά βάθος, εύχομαι να διακόψω κάτι κακό και παράνομο για να το αποδοκιμάσω και έτσι να αισθανθώ καλύτερα για το γεγονός ότι εγώ δεν έχω κάνει κάτι τίποτα κακό και παράνομο). Έξι ζευγάρια μάτια με κοιτούν έκπληκτα - είναι όλοι καθισμένοι σε μια κουρελού στο πάτωμα μπροστά σ' ένα ξύλινο τραπέζι, χρησιμοποιούν κουτάκια μπίρας για τασάκια. Ανάμεσά τους είναι και δυο άντρες γύρω στα 40. «Μα, το θέμα με τον Χάνεκε δεν είναι αυτό που νομίζεις» λέει ο ένας. «Μωρέ, είναι πολλοί σκηνοθέτες που επιλέγουν ένα μ...ι που δεν χρειάζεται να μιλάει, λέει μια ατάκα σε όλη την ταινία και αυτό φτάνει. Είναι μια σπουδή στο πρόσωπο», προσθέτει ο άλλος που έχει μαλλιά καπελάκι, από αυτά που θυμίζουν φωλίτσα πελεκάνου, και φοράει σουέτ παλτό. Θέλω να αποδράσω, αλλά τώρα κάθισα κι έκλεισα και την πόρτα. Μετά από ένα ακατάσχετο λογύδριο για τον Bernard-Henri Lévy, ο κύριος με τα μαλλιά- φωλίτσα πελεκάνου προσθέτει, «ναι, είναι που έχω σπουδάσει στη Γαλλία και καταλαβαίνεις τώρα πώς είναι αυτά» και κοιτάει ένα κοριτσάκι απέναντί μου με το πιο χαριτωμένο του χαμόγελο. «Είμαστε ξέρεις...», δηλώνει και κάνει μια δήθεν αφηρημένη χειρονομία, ενώ ένα ξανθό τσουλούφι του πέφτει στο μέτωπο. Στο μυαλό του έχει σχεδόν καταφέρει να πείσει το κοριτσάκι να κυλιστεί μαζί του στα παλτά της γκαρνταρόμπας. Δεν ξέρω τι ακριβώς είναι αυτό που με εκνευρίζει με τους περισσότερους γαλλομαθείς που ξέρω: η διανοουμενίστικη πάρλα τους με κάνει να θέλω να πέσω από τον 6ο όροφο. Είμαι παιδί της αγγλοσαξωνικής κουλτούρας, χρειάζομαι ευθύτητα, σαρκασμό και trash.

Κυριακή 9/1, Καλλιθέα

Περπατάω από το Πάντειο στο σπίτι μου. Διασχίζω την υπόγεια διάβαση - τα φώτα σχεδόν με τυφλώνουν, κοιτάω τα γκράφιτι. Η λεωφόρος Συγγρού είναι άδεια και καταθλιπτική. Περπατάω κάτω από τα πορτοκαλί φώτα για αρκετή ώρα, δεν υπάρχει κανείς εδώ ούτε για πλάκα, είναι λες και περπατάω σε πεζοδρόμιο στην Εθνική Οδό. Μόνο από το Ιntercontinental βγαίνουν κάτι ενθουσιώδεις τουρίστες - σκέφτομαι ότι πρέπει να 'ναι οι μόνοι χαρούμενοι άνθρωποι σε αυτή την πόλη σήμερα που τελειώνουν για τα καλά οι διακοπές και όλοι θυμίζουμε παραγεμισμένα λούτρινα ζωάκια. (Νομίζω ότι αν μου ζουλήξει κανείς τ' αυτιά θα βγει κρασί). Στο επόμενο τετράγωνο, σε έναν σκοτεινό, τσιμεντένιο παράδρομο, αντικρίζω το εξής θέαμα: ένας τύπος προσπαθεί να φορτώσει 2 πόνι σε μια καρότσα. Είναι όλα πολύ ήσυχα.

0

ΔΕΙΤΕ ΑΚΟΜΑ