Ο φίλος μου, η μητέρα του και ο καρκίνος

Ο φίλος μου, η μητέρα του και ο καρκίνος Facebook Twitter
1
Ο φίλος μου, η μητέρα του και ο καρκίνος Facebook Twitter

Ήταν η πρώτη φορά που τον είχα ακούσει έτσι. Να τραυλίζει μπροστά στο ακουστικό. Όχι ότι ήταν ποτέ από εκείνους τους ευάλωτους που άπαξ και σκάσει μια στραβή τους παίρνουν τα ζουμιά, όχι. Τι κι αν είχε κακοτυχίες στην ζωή του, στραπάτσες και χαστούκια μπόλικα. Ήτανε όμως πάντα οι στραπάτσες αυτές σαν ανεκπλήρωτη εξομολόγηση, ή μάλλον σαν ανείπωτο δεδομένο. Ήξερες ότι υπάρχουν κάπου καταχωνιασμένες μέσα του, αλλά δεν έκανες ποτέ λόγο για αυτές.


Ε λοιπόν ήτανε η πρώτη φορά που μια μάστιγα, από τις χειρότερες και συνάμα κοινότερες στην δεξαμενή των μαστίγων που μας απειλούν, έπαιρνε σάρκα και οστά από τα ίδια τα λόγια του φίλου μου. Η μάνα του λέει. Καρκίνος. Καρκίνος στο κεφάλι. Σαν σήματα μορς ένα πράγμα, έτσι θυμάμαι την πρώτη αυτή ενσάρκωση της τραγικότητας, σήματα διακεκομμένα από παύσεις πίσω από ένα ακουστικό. Όσοι από εσάς έχετε βιώσει κάτι ανάλογο ξέρετε την συνέχεια. Το ρημάδι ο καρκίνος σου δίνει χρόνο, κάποιο έστω περιθώριο- σε αντίθεση με τον ακαριαίο θάνατο που σε βυθίζει στην ξαφνική απώλεια- σου σβήνει όμως το όποιο ίχνος χαμόγελου παρατείνοντας μια σπαστική, ψυχοφθόρο αναμονή.


Αυτή την αναμονή την έζησα δίπλα του ως παθητικός δέκτης. Είδα τις αϋπνίες που, δίχως ένα φιλικό πρόσωπο δίπλα, πάνε κι έρχονται, είδα την ανάγκη για βόλτες και καθαρό αέρα, είδα πολλές ικεσίες, από εκείνες που η ψυχολογική ανάγκη στις επιβάλει ως έσχατη λύση, μαγνητικές καλές και άσχημες, λόγια ιατρικά ελπιδοφόρα και απαισιόδοξα, τις χημειοθεραπείες να της στερούν ένα βλέμμα στο νέο σπίτι του παιδιού της και άλλα πολλά. Και μετά από όλα αυτά ένα πράγμα ξέρω με βεβαιότητα. Όσο κι αν προσπαθήσεις να μπεις στα παπούτσια του, όσο κι αν συμπάσχεις ενώ συμπαραστέκεσαι, δεν βιώνεις καμία άλλη απώλεια πέρα από αυτή του φίλου σου. Δεν πονάς για αυτό που πονάει, πονάς γιατί πονάει και τον βλέπεις με τα ίδια σου τα μάτια να σκουριάζει.


«Πιστεύεις στα θαύματα;» με ρωτάει. Και τι να του πω εγώ που μήτε θαύμα έχω δει με τα ίδια μου τα μάτια μήτε αναστάσεις. «Πιστεύω ότι το χαμόγελο της, τώρα, μπορεί να κινήσει βουνά και θάλασσες» του λέω. Μπορεί να ήταν τύχη, μπορεί κάποιο από αυτά τα δύο, όμως η εγχείρηση-σε δημόσιο παρακαλώ πολύ- έδωσε ένα σούτι στον καρκίνο κάτσε καλά, τον ξερίζωσε συθέμελα και τον πέταξε στο καλάθι των αχρήστων όπου, εκεί ακόμη, καλά κείτεται. Και λίγους μήνες μετά η μητέρα του φίλου μου άστραψε, μαζί κι αυτός.


Και αυτή η Νιτσεϊκή ρήση με αυτό που δε σε σκοτώνει και σε κάνει πιο δυνατό, αυτή που είχα αρχίσει να αμφιβάλω για το β' σκέλος της σε βαθμό που η επιθυμία μου να πετάξω στις τελευταίες λέξεις τον μακιαβελισμό του δεδομένου της ζωής πολλών δυστυχούντων, και να τις διαστρεβλώσω, ε αυτή η ρήση έγινε ξάφνου μπρος στα μάτια μου αλήθεια. Πες με αφελή, πες με ευκολόπιστο. Δεν φταίει ούτε η αφέλεια μου ούτε καμία προσηλυτιστική αδυναμία μου, φταίει ο τσαμπουκάς στο βλέμμα του.


Γιατί ακόμη κι αν μερικές φορές οι τριβές της καθημερινότητας και οι νεανικές συναισθηματικές μικρότητες τον αποσπούν από τον στόχο του, μπορώ ακόμη να δω το διαβολεμένο εκείνο πείσμα να τρεμοπαίζει στα μάτια του, διαβολεμένο ναι, γιατί άπαξ και στο έμπηξε μέσα σου η τραγικότητα της ζωής δεν το σηκώνει κανένας Αρμαγεδώνας και καμιά μελλοντική πικρία. Φώλιασε σαν διαόλι μέσα σου και με εωσφορική δύναμη σε προτάσσει να κάνεις πράξη το γαμημένο εκείνο μάθημα. Εκείνο που είσαι καταδικασμένος ως είδος να αγνοείς. Το να ζεις την κάθε μέρα, γιατί είσαι τυχερός που ζεις.

1

ΔΕΙΤΕ ΑΚΟΜΑ

σχόλια

1 σχόλια
Σκέψου αν έχεις ταρακουνηθεί εσύ έτσι τι γίνεται μέσα του... Να είσαι κοντά του πάντα. Θέλει κόσμο η ιστορία αυτή. Βοήθαει ο κόσμος. Κ να του πεις να αγκαλιάζει τη μάνα του. Να την αγκαλιάζει κ να της λέει ποσό πολύ την αγαπάει. Μακάρι να μη ξαναγυρίσει ποτέ ο καρκίνος! Ο φίλος σου είναι τυχερός που σε έχει.