— Πες μου τρία πράγματα που σε κάνουν να γελάς.

Η στιγμή που σπάει ο κρόκος του τηγανητού αυγού (χαμόγελο ευτυχίας).

 

Το ανέκδοτο με το κοριτσάκι που στέκεται στον δρόμο μπροστά από μια τρύπα και λέει «δύο, δύο, δύο, δύο», περνάει ένας ανυποψίαστος κύριος και το ρωτάει «τι μετράς κοριτσάκι;», εκείνο του απαντάει «κοιτάξτε μέσα στην τρύπα» και, όπως αυτός κάνει να κοιτάξει, το κοριτσάκι τον σπρώχνει, τον ρίχνει μέσα, και συνεχίζει: «Τρία, τρία, τρία, τρία» (ορυμαγδός γέλιου).

 

Η σειρά «Jam» του Chris Morris (κλαυσίγελος).

 

— Όταν δεν ασχολείσαι με τη μουσική τι κάνεις;

Γράφω μικρές ιστορίες που συνήθως περιλαμβάνουν ένα ή και παραπάνω ποντικάκια.

 

 

 

— Τι θυμάσαι από το πρώτο σου set; Τι έπαιζες και πώς ήταν γενικά;

Ήταν στο σπιτικό πάρτι μιας φίλης και ήμουν γύρω στα 19. Δεν είχα ιδέα ούτε από μιξάρισμα, ούτε από ροή, ούτε τίποτα.

 

Μεγάλο ρόλο στην αποτυχία του set έπαιξε το ότι κοίταζα υπεραγχωμένος τις αντιδράσεις των παιδιών που χόρευαν για σημάδια της αποτελεσματικότητας των κομματιών κι έτσι άλλαζα κατεύθυνση ανά δύο τραγούδια.

 

Η μουσική ήταν κυρίως τα χιτάκια των σπιτικών πάρτι του κύκλου μας τότε: M.I.A., The Knife, Le Tigre, darkwave, postpunk κ.ο.κ.

 

 

 

— Ένα καινούργιο κομμάτι που άκουσες και ξετρελάθηκες;

Το «Mirrored Gate» του Air Max 97 και όλο το EP «Yellow equals one» του Γιώργου Αξιώτη, δηλαδή του Turbo Teeth.

 

Και τα δύο κατασκευάζουν ένα τόσο συγκεκριμένο, πλαστικό, παιχνιδιάρικο και μοναδικό ηχητικό σύμπαν, που το να βρίσκεσαι μέσα του μοιάζει ταυτόχρονα με παιδότοπο και εφιάλτη.

 

— Ένα παλιό κομμάτι που άκουσες και αναρωτήθηκες πώς και δεν το είχες ανακαλύψει τόσο καιρό;

Η «Φωκίωνος Νέγρη» του Γιάννη Βογιατζή, του 1965, για την πιο ωραία και κοφτερή και απροσδόκητη γειτονιά της Αθήνας.

 

— Εκτός από μουσική, τι άλλο παίζει στα ακουστικά σου; (κάποιο podcast, ebook, ραδιοφωνική εκπομπή κ.λπ.);

Τίποτε άλλο, δεν μπορώ να συγκεντρωθώ σε ebook ή podcast. Ούτε ραδιόφωνο ακούω, εκτός από τις φορές που μπαίνω στο αμάξι του Χ., που, παρότι πάνκης, παίζει μονίμως Τρίτο Πρόγραμμα.

 

Νομίζω πως θα μπορούσα να εθιστώ στα θεατρικά του σταθμού, η αποστασιοποιημένη φωνή της αφήγησης λειτουργεί σαν άμεσο ηρεμιστικό.

 

 

 

— Σου δίνουν σημειώματα όταν παίζεις; Υπάρχει κάποιο που θυμάσαι;

Όλη την ώρα. Μπορώ να θυμηθώ ένα σωρό «κουφά» σημειώματα που έχουν λάβει και φίλες/φίλοι DJs κατά καιρούς.

 

Μερικά από τα πιο χαρακτηριστικά που μου έχουν δώσει έγραφαν: «Μπράβο, παίζεις πολ... λή ώρα», «Σε παρακαλώ, μην κοιτάξεις πίσω σου», «Αν ήσουν κορίτσι, θα σε παντρευόμουν», «Του γρήγορου η μάνα δεν έκλαψε ποτέ» ‒ αυτά είναι μόνο μερικά.

 

— Τι έχεις στο μυαλό σου για τη βραδιά στο Boiler;
Το Reflex είναι ένα event που είχαμε κάνει τρεις φορές στο Boiler πριν από κάποιο καιρό με τους αδερφικούς DJs Karmic Debtmann (ήμισυ των Fat Fatal) και Future Perfect. Το αφήσαμε για λίγο καιρό, μέχρι που αποφασίσαμε να το ξαναπιάσουμε.

 

Και τότε και τώρα ο σκοπός μας είναι μάλλον να ακουστούν είδη που είτε δεν παίζονται είτε αναδύονται τελευταία στην Αθήνα, όπως grime, juke, ghetto house και όλο το φάσμα της post club σκηνής – μουσικές που έχουν το ένα πόδι στην ωμή σωματικότητα και ένταση και το άλλο στον πειραματισμό, στη ρυθμική πολυπλοκότητα και στην αίσθηση του απρόβλεπτου.

 

Οπότε, θα ’λεγα ότι είναι η ιδανική βραδιά για όποιο θέλει να χορέψει με την ψυχή του και ταυτόχρονα να αγχωθεί και λίγο.

— Περίγραψέ μου μια εικόνα που χαρακτηρίζει την Αθήνα για σένα.

Νομίζω ότι κύριο χαρακτηριστικό της Αθήνας είναι η αδυναμία να τη χωρέσεις σε μια εικόνα.

 

Ένα sequence σκηνών, όμως, που με γέμισε αγάπη πρόσφατα ήταν όταν διέσχισα το Πεδίον του Άρεως ένα απόγευμα, και στην είσοδο ήταν δύο τύποι και μια τύπισσα που χόρευαν νταγκλαρισμένα σε αργή κίνηση ένα τσιφτετέλι που ακουγόταν στη διαπασών, παραμορφωμένο, από ένα κασετοφωνάκι, κάπου μέσα στο Πεδίο ήταν ένας θηριώδης τύπος με τραγιάσκα που πολύ συγκεντρωμένος έριχνε με σφεντόνα σε μπουκάλια που είχε στήσει σε ένα παγκάκι, και βγαίνοντας ήταν μια κοπέλα με μαντίλα που είχε αράξει κάτω απ’τον ήλιο στη βάση ενός αγάλματος, είχε βγάλει τα παπούτσια της κι έκανε μασάζ στα πέλματά της.

 

 

 

— Πώς ήταν το παιδικό σου δωμάτιο;

Μετρίου μεγέθους, μακρόστενο, όχι πολύ φωτεινό, γεμάτο με πολλά πολλά κόμικς «ΚΟΜΙΞ» και παιχνίδια παντού στο πάτωμα. Αντανακλαστικά θα ’λεγα ότι ήταν και μελαγχολικό, αλλά όσο μεγαλώνω είμαι ολοένα και λιγότερο σίγουρος γι’ αυτό.

 

— Ποιο είναι το καλύτερο φαγητό για αργά το βράδυ;

Τα αυγά, όπως και για οποιαδήποτε άλλη ώρα της μέρας.

 

— Τι ακούς για να ξυπνήσεις;

Τελευταία ξυπνάω εμμονικά με το Book of Sound των Hypnotic Brass Ensemble. Πριν απ’ αυτό, πέρασα μια μάλλον σκοτεινή, απαράδεκτη περίοδο που ξυπνούσα σχεδόν αποκλειστικά με ΦΒΣ, η οποία ευτυχώς έχει αρχίσει να περνάει. Νομίζω.

 

Info: 04/05, Boiler, Βλαχάβα 7, 22:30

Οδηγός Διασκέδαση