Ανάμεσα σε στυλάτο κλείσιμο ματιού στην περιπέτεια με ληστείες και σε ελαφριά παρωδία της δικής του «Συμμορίας των 11», το «Logan Lucky» είναι μια σφιχτή, συγκροτημένη βουτιά του Στίβεν Σόντερμπεργκ σε νερά που γνωρίζει καλά και έχει κολυμπήσει καλύτερα στο παρελθόν. Χάρη στον Άνταμ Ντράιβερ, μια «τζαρμουσική» ιδέα χιούμορ πλανάται στην ιστορία των γκαντέμηδων αδελφών που αποζητούν τη βοήθεια του φυλακισμένου Τζο Μπανγκ (ο Ντάνιελ Κρεγκ, όπου φύγει φύγει από την εικόνα του Τζέιμς Μποντ) και των δύο αδελφών του για να γδύσουν το παχυλό θησαυροφυλάκιο από τις εισπράξεις των αγώνων αυτοκινήτων στη Σάρλοτ. Με συγκαλυμμένα μοχθηρή διάθεση σάτιρας απέναντι στην άξεστη κουλτούρα των rednecks στη Δυτική Βιρτζίνια, ο Αμερικανός σκηνοθέτης βρίσκει την ανθρωπιά μέσω του κλασικού κάντρι τραγουδιού του Τζον Ντένβερ «Take me home, country roads» και στήνει ένα πλάνο που εκτελεί σωστά, σαν μια επαρχιώτικη παραλλαγή της κοσμοπολίτικης παρέας του «Ocean's 11». Με τη δουλειά που κάνει με τον ψευδώνυμο εαυτό του, τον Πίτερ Άντριους στη φωτογραφία, που δεν είναι άλλος από τον...ίδιο, ο Σόντερμπεργκ συνεχίζει να παίρνει μια τεχνικά υπερφροντισμένη απόσταση από τα θέματα που πραγματεύεται και δεν είμαι σίγουρος τι ακριβώς έχει πλέον στον νου του, ειδικά όταν δεν εξαρτάται από ένα καινούργιο, πρωτότυπο θέμα. Μου μοιάζει με τον Μάικλ Φελπς που αποφασίζει να ξαναπέσει στους αγώνες, παρά τα τόσα χρυσά μετάλλια και τις νίκες του.