Βασισμένο σε ένα απίθανο αληθινό περιστατικό, όπου ένα ιστορικό γεγονός (το Ολοκαύτωμα) έπρεπε να αποδειχτεί με νομικούς και όχι ιστορικούς όρους, το φιλμ του βετεράνου Μικ Τζάκσον (κάποτε σκηνοθέτη του Σωματοφύλακα με τη Γουίτνεϊ Χιούστον) μπορεί να περιγραφεί με λίγα λόγια από το ξέσπασμα ενός μέλους της νομικής ομάδας υπεράσπισης στα μέσα της ταινίας, ο οποίος αποδέχεται προφανώς τα όσα έγιναν, αλλά δεν θέλει να ακούει άλλο γι' αυτά. Και είναι αλήθεια πως μέσα στα χρόνια το αμερικανικό σινεμά έχει κατηγορηθεί για υπερεκμετάλλευση του Ολοκαυτώματος ως δραματικού συστατικού, όμως το πρόβλημα της ταινίας δεν είναι αυτό. Η οξυδέρκεια και το όραμα ενός σκηνοθέτη μπορεί να κάνει καθετί που έχει ξαναπροβληθεί να μοιάζει με καινούργιο κι αυτά τα στοιχεία δυστυχώς λείπουν από εδώ. Ο Τζάκσον βολεύεται με τις εντάσεις που μπορεί να δώσει μια τέτοια δίκη και αφήνει τους ηθοποιούς να κάνουν το σόου τους, με καλύτερο όλων τον σπουδαίο Βρετανό Τίμοθι Σπαλ, που αποδίδει άνετα και χωρίς υπερβολές τον ρόλο ενός δημαγωγού.