Στο ιδιότυπο σύμπαν του Κρεγκ Ζάλερ, του δημιουργού του φιλμ Τσεκούρι από Κόκαλο, ο κώδικας τιμής αντιπαρατίθεται στην εγκληματική έλλειψη των βασικών κανόνων της ηθικής – ο κανιβαλισμός σε φονικό face off με τον πολιτισμό. Ο Τζον Λε Καρέ, συγγραφέας του Our kind of traitor (2010), που μεταφέρεται στον κινηματογράφο με τυπικές διαδικασίες, παραθέτει μια ρήση του αντιφρονούντος Πολωνού φιλόσοφου του 20ού αιώνα, Λέζεκ Κολακόφσκι, κατά την οποία το Κακό δεν προκύπτει από το περιβάλλον ή την ανατροφή αλλά είναι εγγενές, απόλυτο, καθαρά μαύρο, όπως και η μανιχαϊστική αντίληψη περί ηθικής του διάσημου ραψωδού της ψυχροπολεμικής κατασκοπίας και του αντίκτυπού της στην κοινωνία του χρήματος. Πρώτα ήταν οι κομμουνιστές, μονοκόμματοι και αγροίκοι, και τώρα οι εχθροί εμφανίζονται με το προσωπείο της φαυλότητας των ασυνείδητων ολιγαρχών, τα ματωμένα λάφυρα των οποίων ξεπλένει ο Ντίμα (Στέλαν Σκάρσγκαρντ), ένας φωνακλάς, larger than life οικογενειάρχης, που ωστόσο επιλέγει να εμπιστευθεί έναν άγνωστο και άσχετο με οποιαδήποτε βρομοδουλειά Βρετανό πολίτη, κατά τη διάρκεια των διακοπών του με τη γυναίκα του στο Μαρόκο. Θέλοντας να προστατεύσει τα παιδιά και τη σύζυγό του από το επικείμενο ξεκαθάρισμα που διαβλέπει, όπως συνέβη και σε άλλους στο πρόσφατο παρελθόν, ζητάει επιτακτικά από τον Πέρι (ο Μαγκρέγκορ, με την προφανή αφέλεια που φέρει το επώνυμό του στην ταινία, Makepeace) να παραδώσει ένα στικάκι με καυτά ονόματα επιφανών πολιτικών που εμπλέκονται σε παράνομους λογαριασμούς της ρωσικής μαφίας στις μυστικές υπηρεσίες της Μεγάλης Βρετανίας. Ξαφνικά, ένας ανυποψίαστος καθηγητής ποιητικής, με προβλήματα απιστίας (και εμπιστοσύνης) και το απαραίτητο, αν και λανθάνον, τσιπ περιπέτειας, συμμετέχει σε μια ιεραποστολική αποστολή, διασκεδάζοντας τη ρουτίνα και τον μειωμένο ρόλο του σε αυτήν τη ζωή. Ο Λε Καρέ δεν αφήνει τα πράγματα στην ησυχία τους, φιλτράροντας την αφήγηση με συνεχείς στροφές στην πλοκή. Βλέποντας πως έχει στα χέρια της ένα σενάριο με στέρεη δομή, αλλά χωρίς σοβαρές ανατροπές, η σκηνοθέτις Σουζάν Γουάιτ, που έχει προϋπηρεσία κυρίως στην αγγλική τηλεόραση, μπερδεύει τη ροή με visual περιττολογίες, στραβά πλάνα και αχρείαστους ιριδισμούς σε νηφάλιες και μεθυσμένες σκηνές αδιακρίτως, τη στιγμή που δεν υπάρχει κανένας λόγος για έξτρα εντυπωσιασμούς, υποψία εξπρεσιονισμού και ενίσχυση της εικόνας με νόημα. Μετά τις πρώτες, εν βρασμώ, λόγω επικαιρότητας, μεταφορές της εξειδικευμένης λογοτεχνίας του Λε Καρέ στο σινεμά, το Και ο κλήρος έπεσε στον Σμάιλι παραμένει η κορυφαία σύγκλιση του λόγου με την απόδοση στον κινηματογράφο, κυρίως γιατί ο σκηνοθέτης Άλφρεντσον έφτιαξε ατμόσφαιρα και επέτεινε το μυστήριο, χωρίς καμία απόπειρα να στρέψει την προσοχή στη δική του κάμερα με κόλπα. Από την απλά παρακολουθήσιμη εμπειρία του Ένας προδότης ανάμεσα μας, ο Σουηδός της παρέας, ο Στέλαν Σκάρσγκαρντ, δίνει ενέργεια ως αντίδοτο στην κοιμισμένη ερμηνεία του Μαγκρέγκορ και αντίδωρο στο κήρυγμα περί μοντέρνας, αλλά ήδη γνωστής από δεκάδες μαρτυρίες γεωπολιτικής διαφθοράς, με επίκεντρο την αγγλόφωνη Δύση.