Το Foxtrot είναι ένας χορός που σε όλες τις παραλλαγές του διατηρεί το εξής χαρακτηριστικό: καταλήγει στο ίδιο σημείο από το οποίο ξεκίνησε. Η σκηνοθεσία του Σάμιουελ Μαόζ, προσεκτική, στυλιζαρισμένη, εμφατική στο συναίσθημα όσο και στη φόρμα, ακολουθεί τα βήματα σε μια μεθοδική κινηματογραφική κατασκευή που ανάγει το προσωπικό δράμα σε μια αντιπολεμική κραυγή.

 

Η ταινία που τιμήθηκε με το δεύτερο βραβείο στο προηγούμενο Φεστιβάλ Βενετίας και φλέρταρε με την πεντάδα των Όσκαρ κυριολεκτικά μπουκάρει στο κομψό, αψεγάδιαστο διαμέρισμα ενός αρχιτέκτονα και της συζύγου του με τραγικά μαντάτα που δεν χρειάζεται καν να ειπωθούν.

 

Το Foxtrot επιχειρεί να αποδομήσει μια αδιέξοδη νοοτροπία και το κάνει με σύνθετη ματιά στο πρόβλημα.

Ο γιος υπηρετεί στον στρατό και η μητέρα του, με το που αντικρίζει στρατιώτες με σοβαρό ύφος, καταλαβαίνει τα χειρότερα. Η διαχείριση της κακής είδησης, η απαραίτητη τυπική διαδικασία της κηδείας αλλά και η επικίνδυνη ισορροπία ανάμεσα στην ψυχραιμία του άνδρα και τον πόνο του πατέρα πέφτουν στους ώμους του Μίκαελ Φέλντμαν, ο οποίος δείχνει τη δυσανεξία του προς τους εκπροσώπους του Στρατού όταν καταφέρνει, με μεγάλο ζόρι, να ξεπεράσει το αρχικό σοκ.

 

Ο Μαόζ επιμένει στο χτύπημα, στην ξαφνική βία που εισβάλλει στον κόσμο της οικογένειας και στην υπόνοια πως κανείς δεν έχει το δικαίωμα να βάζει την προσωπική του τραγωδία πάνω από το καθήκον και την πατρίδα.

 

Όλα ανατρέπονται, ωστόσο, και το δεύτερο μεγάλο σκηνικό του φιλμ απομακρύνεται από την τακτοποιημένη αστική άνεση για να μεταφερθεί σε έναν μακρινό σταθμό, στην άκρη του πουθενά, όπου ο γιος επιτηρεί τα σύνορα μαζί με άλλους 20χρονους φαντάρους που βαριούνται και περιμένουν εποχούμενους περαστικούς για να τους ελέγξουν και να εφαρμόσουν τις αυστηρές οδηγίες ‒ σε μια ευκαιρία να δείξουν πως κάτι ψευτοσυναρπαστικό διακόπτει την ανιαρή, άσκοπη καθημερινότητά τους.

 

Έχει γίνει λάθος: η είδηση δεν αφορά τους Φέλντμαν και τα στάδια του πένθους παραχωρούν τη θέση τους σε μια παρέλαση αντικρουόμενων συναισθημάτων, θυμού και αμφισβήτησης. Το σφάλμα αυτό, ανθρώπινο ως έναν βαθμό, παράλογο όσο και ο στρατός, δεν είναι το μόνο, και δυστυχώς όχι το σοβαρότερο.

 

Το Foxtrot προκάλεσε τη μήνιν της υπουργού Πολιτισμού του Ισραήλ για τον τρόπο που χειρίζεται και δικαιολογεί τη συγκάλυψη των υπευθύνων ως προς την άδικη δολοφονία τεσσάρων Αράβων.

 

Η Μίρι Ρέγκεφ διαμαρτυρήθηκε διότι το σύστημα χρηματοδότησης πριμοδοτεί ταινίες που ενδέχεται να χρησιμοποιηθούν ως μέσο αντι-εβραϊκής προπαγάνδας «στα χέρια του εχθρού». (Για την ιστορία, η ταινία υποβλήθηκε επισήμως για τα ξενόγλωσσα Όσκαρ με αυτόματη διαδικασία, ως νικήτρια στη μεγάλη κατηγορία στα βραβεία Ophir).

 

Το Foxtrot προκάλεσε τη μήνιν της υπουργού Πολιτισμού του Ισραήλ για τον τρόπο που χειρίζεται και δικαιολογεί τη συγκάλυψη των υπευθύνων ως προς την άδικη δολοφονία τεσσάρων Αράβων

Χωρίς καν να έχει μπει στον κόπο να δει την ταινία, η κυρία Ρέγκεφ διαιώνισε αυτό ακριβώς που κατακεραυνώνει ο Μαόζ στην ταινία του, δηλαδή τη διατήρηση ενός τραύματος που περνάει από τη μία γενιά στην άλλη με ένα πολιτικό σύστημα που εξαρτάται και καθορίζεται από τον φοβικό μιλιταρισμό και ξύνει τις πληγές του Ολοκαυτώματος, όταν μάλιστα τα ακανθώδη και συνεχιζόμενα θέματα του Ισραήλ με τους γείτονές του μοιάζουν οξυμένα και δυσεπίλυτα.

 

Αλίμονο, το Foxtrot επιχειρεί να αποδομήσει μια αδιέξοδη νοοτροπία και το κάνει με σύνθετη ματιά στο πρόβλημα. Χρησιμοποιώντας συχνά πλονζέ πλάνα σαν μια θεϊκή δύναμη, ουδέτερη και ατάραχη να επιβλέπει τα καμώματα και τα πάθη των ανθρώπων, ο Μαόζ διευθετεί σκηνοθετικά τη δύναμη της μοίρας, το τυχαίο ως κινητήρια δύναμη που κοροϊδεύει αθόρυβα την ψευδαίσθηση της επιλογής.

 

Η συγκεκριμένη λήψη είναι καθαρά ειρωνική, συμπληρωματική της δραματουργικής τραγικής ειρωνείας, αφού κανένα πλάνο δεν ευοδώνεται και καμία υπόσχεση, από την πιο ανώδυνη ως την πιο σοβαρή, δεν τηρείται.

 

Ο Ισραηλινός δημιουργός του Lebanon δημιουργεί προϋποθέσεις ανάσας και ελπίδας όσο φτάνουμε στο τέλος, αλλά το φινάλε του τα γκρεμίζει όλα, τείνοντας, νομίζω αδικαιολόγητα, σύμφωνα με τη διαδρομή του δράματος που χτίζει, προς έναν ισοπεδωτικό μηδενισμό.