Αντίθετα από τον Ταρτούφο, την κωμωδία του Μολιέρου με την οποία έχει συγκριθεί ο Πιστός, η ταινία του Σιρίλ Σερεμπρενίκοφ, που έκανε πρεμιέρα στο Φεστιβάλ Καννών, είναι ένα καραμπινάτο δράμα, μια δριμεία παραβολή που παίρνει τις θέσεις της πολύ σοβαρά. Ο ήρωάς της, ένας μαθητής λυκείου που εξελίσσεται σε άτεγκτο ζηλωτή, μπορεί να έχει κάποια ταρτουφικά στοιχεία, όπως η υποκρισία που χρησιμοποιεί για να χειραγωγήσει τη μητέρα του, τους συμμαθητές και τους καθηγητές του, αλλά στρέφεται ολομέτωπα κατά της σύγχρονης ρωσικής κοινωνίας, παραθέτοντας εδάφια της Αγίας Γραφής με οπερετικό στόμφο και στεντόρεια επιχειρηματολογία. Διασκευάζοντας το έργο του Μάριους φον Μάγιερμπουργκ, ο Σερεμπρενίκοφ χρησιμοποιεί με τη σειρά του τον Βενιαμίν, τον οργισμένο έφηβο, ως εξαμβλωματικό ορόσημο της υβριδικής κατεύθυνσης που έχει πάρει η Ρωσία τις τελευταίες δεκαετίες. Έχοντας απέναντί του από τη μια τη συμβιβασμένη υποκρισία του κληρικού καθηγητή του και από την άλλη την ανοιχτόμυαλη κοσμοθεωρία (εξελικτική θεωρία των ειδών) της βιολόγου του, ο νεαρός κραδαίνει τη Βίβλο του στα πρόσωπα των σαστισμένων και πλανεμένων, ως γέννημα-θρέμμα μιας ολέθριας σύγχυσης που δεν αφομοιώθηκε ποτέ. Μέσω του Βενιαμίν, ο σκηνοθέτης εξαπολύει ένα είδος κοινωνικής σάτιρας χωρίς χιούμορ και ανάσες που δεν πιάνει τα επίπεδα της κινηματογραφικής μεγαλοπρέπειας του Σβιάγκιντσεφ στον Λεβιάθαν και, προδίδοντας τη θεατρική του πηγή, υπερβάλλει εξακολουθητικά. Η εξαίσια μουσική του Ίλια Ντεμούτσκι, που βραβεύτηκε πρόσφατα από την Ευρωπαϊκή Ακαδημία, τον υποστηρίζει τονικά, αλλά ο Μαθητής σκορπίζει τις τοξικές του απειλές άνισα και τεχνητά.