Πέφτουμε πάντα έξω με τους ανθρώπους, είτε τους ξέρουμε καλά είτε τους συναντάμε για πρώτη φορά. Αυτό σημαίνει ότι είμαστε ζωντανοί. Και κάνουμε λάθος. Έτσι πιστεύει ο Φίλιπ Ροθ. Κι έχει απόλυτο δίκιο. Το Αμερικανικό Ειδύλλιο, ένα από τα σπουδαιότερα μυθιστορήματά του, δεν μιλά μόνο για τη σχέση ενός πατέρα με τη μονάκριβη κόρη του που επαναστάτησε στα '60s, στράφηκε εναντίον εκείνου, της μητέρας της και ολόκληρης της κοινωνίας που έβραζε, συμμετέχοντας ενεργά σε ριζοσπαστικές δράσεις, αλλά και για την ανημπόρια της παλιάς Αμερικής να κοιτάξει το πρόσωπό της στον καθρέφτη, λίγο πριν από το εκρηκτικό αναποδογύρισμα των αξιών.

 


Οι δύο γυναίκες της ταινίας αριστεύουν, με την Ντακότα Φάνινγκ να περνάει από το επιθετικό στάδιο στον στωικό συμβιβασμό του δεύτερου μέρους και την Τζένιφερ Κόνελι σε συνταρακτική μεταμόρφωση, ειδικά στον προσωπικό απολογισμό μετά την ψυχική κατάρρευση

 

Η μικρή Μέρι (από το Merry, που σημαίνει ευτυχία, και όχι το κλασικό Mary) τραυλίζει βαριά και όταν η ψυχαναλύτρια που επισκέπτεται ο Σουέντ Λιβόβ, ένας όμορφος, πρώην αστέρας του μπέιζμπολ και εργατικός γιoς ενός αυτοδημιούργητου εμπόρου και κατασκευαστή δερμάτων, και η εκθαμβωτική, πρώην βασίλισσα της ομορφιάς σύζυγός του, που τώρα εκτρέφει αγελάδες στο κουκλίστικο αγρόκτημά τους στο Νιούαρκ, τους λέει πως η κόρη τους χρησιμοποιεί το κεκέδισμα ως στρατηγική για να αποσπάσει την προσοχή του πατέρα και να ανταγωνιστεί το κάλλος της μάνας της, η επισήμανσή της πέφτει στο κενό: το ζευγάρι, ευχαριστημένο στη σχέση και στη ζωή του, προβάλλει το συνταίριασμά του πάνω στην τελειότητα που ποθούν από το κοριτσάκι τους, έχοντας ήδη γεφυρώσει τη λευκή αμερικανική καθαρότητα εκείνης με την εβραϊκή καταγωγή εκείνου. Η Μέρι γρήγορα θα εξελιχθεί σε ένα ξένο σώμα, ένα οργισμένο πλάσμα που αντιδρά στα πάντα με έντονη πολιτική σκέψη, ένα προϊόν των καιρών της, που θα αντιγυρίσει βίαια την προοδευτική απάθεια των γονιών της. Παραβλέποντας όλα τα σημάδια, ο Σουίντ θα βρεθεί να τρέχει πίσω από ένα φάντασμα του παρελθόντος, την ίδια στιγμή που η γυναίκα του θα επιστρέψει με άτσαλες κινήσεις και αναδρομική πικρία στην ομορφιά που κάποτε είχε και τη νιότη που αισθάνεται πως της έκλεψαν – μια απόδραση από τον στείρο συναισθηματισμό του συζύγου.

 

Οι δύο γυναίκες της ταινίας αριστεύουν, με την Ντακότα Φάνινγκ να περνάει από το επιθετικό στάδιο στον στωικό συμβιβασμό του δεύτερου μέρους και την Τζένιφερ Κόνελι σε συνταρακτική μεταμόρφωση, ειδικά στον προσωπικό απολογισμό μετά την ψυχική κατάρρευση. Η άγκυρα του έργου είναι ο Σουέντ, ένας ήρωας που μοιάζει WASP, αλλά κρύβει μια ευάλωτη καρδιά πίσω από την αίσθηση του καθήκοντος. Δυστυχώς, ο Γιούαν Μαγκρέγκορ, που αντικατέστησε την τελευταία στιγμή τον Φίλιπ Νόις στη σκηνοθεσία (το Αμερικανικό Ειδύλλιο είναι το ντεμπούτο του πίσω από την κάμερα), εξακολουθεί να είναι ανεπαρκής, συνήθως επίπεδος, γενικά ευχάριστος και οριακά ανεκτός, καθότι χαριτωμένος ηθοποιός, ίσως ένας από τους τυχερότερους στο επάγγελμα, με τις καλές του στιγμές βασικά χορογραφημένες από ικανότατους δημιουργούς, και εκπέμπει ελάχιστες αποχρώσεις σε έναν χαρακτήρα που δεν του μοιάζει εμφανισιακά και δεν υπηρετείται στα δύσκολα περάσματα – ειρωνικό, αλλά ο Μαγκρέγκορ, ως λύση στο παρά πέντε, κάνει λάθος κάστινγκ στον εαυτό του! Ως σκηνοθέτης λειτουργεί καλύτερα όταν αφήνει τους ηθοποιούς του να δείξουν αναπόσπαστοι τι σημαίνει ο λόγος τους, και πολύ χειρότερα όταν καλείται να ενορχηστρώσει πολύπλοκες σκηνές, όπως οι ταραχές, ή να εμβαθύνει στην αμερικανική κοινωνία. Όσο περνάει η ώρα και αθροίζονται καταστάσεις, είναι φανερό πως η ταινία ξεφεύγει από τα κυβικά του. Έστω κι έτσι, το Αμερικανικό Ειδύλλιο παραμένει μια σπουδαία ιστορία που δεν καταστρέφεται εύκολα. Η δύναμη των νοημάτων της ξεπερνά την ολιγωρία του χειρισμού. Μπορεί η ανάρια ταινία να μην κατάφερε την ώσμωση με την πυκνότητα του λόγου του Ροθ, αλλά το απόσταγμά της συναντήθηκε με τη βασική προβληματική των ιδεών και τη συγκινητική ιστορία ενός σκληρού απογαλακτισμού, κυριολεκτικά και συμβολικά.