Ο Ντέιβιντ είναι νοσηλευτής που φροντίζει ασθενείς στο τελικό στάδιο της νόσου τους. Αποδοτικός και αφοσιωμένος στο επάγγελμά του, αναπτύσσει ισχυρούς δεσμούς με κάθε ασθενή. Εκτός χώρου εργασίας, όμως, μοιάζει αρκετά εσωστρεφής, δείχνοντας πως χρειάζεται και αυτός τους ασθενείς του, όσο τον χρειάζονται και αυτοί.www.lifo.gr

 

Κι εκεί που νομίζαμε πως ο Αλεχάντρο Ινιάριτου έχει οικειοποιηθεί τον πόνο και ο Μίκαελ Χάνεκε έχει το μονοπώλιο των άχαρων θυμάτων μιας σαδιστικής νομοτέλειας, έρχεται ο Μεξικανός Μίτσελ Φράνκο, τον οποίο γνωρίζουμε από το πολύ ενδιαφέρον After Lucia, να προσθέσει τη δική του εκδοχή σε ένα θέμα δύσκολο και άβολο. Χωρίς πρόδηλα κίνητρα, ο Τιμ Ροθ, στην πληρέστερη ερμηνεία του εδώ και πολύ καιρό, υποδύεται τον Ντέιβιντ, έναν νοσηλευτή που περιποιείται ασθενείς στο τελικό στάδιο της νόσου από την οποία έχουν προσβληθεί. Είναι ο άνθρωπος που πλησιάζει περισσότερο τους βασανισμένους στο κατώφλι του θανάτου, με μια διαδικαστική σχολαστικότητα που φαίνεται ως το σωστότερο αντίδοτο στον συναισθηματικό πανικό που επιφέρει το επικείμενο τέλος στους συγγενείς των μελλοθάνατων. Υπό αυτήν την έννοια, ο Ντέιβιντ αναλαμβάνει έναν ενδιάμεσο ρόλο, χωρίς σαφή εχέγγυα ή προδιαγεγραμμένες κινήσεις, με μια ψυχρότητα που συμβαδίζει με τη σκηνοθετική ματιά του Φράνκο. Μέσα σε 93 λεπτά και σχεδόν ισάριθμα πλάνα, το αργό ξετύλιγμα μιας εν μέρει δανεικής ζωής, ενός ζωντανού λευκού χαρτιού που φροντίζει με ταλέντο τους άλλους, αλλά αφήνει τον εαυτό του έρημο και απροστάτευτο, προδιαθέτει για ένα ταιριαστά αθόρυβο φινάλε, αλλά ο Φράνκο έχει διαφορετική άποψη, τελειώνοντας το Χρονικό μιας αθωότητας με ένα σοκαριστικό μπαμ που αφήνει, ηθελημένα πιστεύω, πολλά ερωτήματα αναπάντητα. Παραδόξως, αυτή η ταινία σκηνοθεσίας βραβεύθηκε για το σενάριό της στο περσινό Φεστιβάλ Καννών, μάλλον συμβιβαστικά.