Ο Apocalypse, ο πρώτος και ισχυρότερος μεταλλαγμένος από το σύμπαν των X-Men, έχει συγκεντρώσει τις δυνάμεις πολλών άλλων μεταλλαγμένων, καταλήγοντας αθάνατος και ανίκητος. Ξυπνώντας έπειτα από χιλιάδες χρόνια, απογοητεύεται από τον κόσμο που βρίσκει και σχηματίζει μια ομάδα παντοδύναμων μεταλλαγμένων για να «καθαρίσει» την ανθρωπότητα και να δημιουργήσει έναν νέο κόσμο, στον οποίο θα κυριαρχεί. Ο καθηγητής X και η ομάδα του θα προσπαθήσουν να σώσουν την ανθρωπότητα από την απόλυτη καταστροφή.

 

Το πολύ ιδιαίτερο σύμπαν των Χ-Men, αν και σειρά ταινιών της Marvel, μοιάζει να βρίσκεται ως τύπος ταινίας κάπου ανάμεσα στην αβάσταχτη ελαφρότητα των Avengers και το σκοτεινό, βαρυσήμαντο σύμπαν της DC. Οι μεταλλαγμένοι σύντροφοι του καθηγητή X δεν καταστρέφουν τα πάντα γύρω τους, λέγοντας παράλληλα εξυπνακίστικα αστεία, ούτε τσακώνονται για το ποιος από αυτούς θα γίνει ο μεγαλύτερος σωτήρας του πλανήτη μας. Ζουν παράλληλα με τους υπόλοιπους, απορροφούν στοιχεία του πολιτισμού μας (δεν είναι τυχαίο πως αυτή η τριάδα ταινιών τους συμβαίνει σε συγκεκριμένες χρονικές περιόδους και όχι σε ένα ασαφές παρόν), πάνω απ' όλα, όμως, προσπαθούν να γίνουν αποδεκτοί. Δεν αντιμετωπίζονται με δέος αλλά ως μεταλλαγμένοι, δηλαδή διαφορετικοί, και δέχονται, κάποιες φορές και κυριολεκτικά, τα πυρά των ανθρώπων.

 

Στις καινούριες τους περιπέτειες, σκηνοθετημένες για δεύτερη φορά σε αυτή την τριλογία και τέταρτη συνολικά από τον Μπράιαν Σίνγκερ, έρχονται αντιμέτωποι με έναν πρόγονό τους, τον Apocalypse, για την ύπαρξη του οποίου μαθαίνουμε στην αρχική σκηνή, που εκφράζει αρκετά παραστατικά και τις αρχές που τον διέπουν. Είναι φονταμενταλιστής και όταν ξυπνά, το 1983, ο κόσμος που βλέπει δεν θυμίζει σε τίποτα τις γονυκλισίες, τις ιαχές και τις ιεροτελεστίες που αποτελούσαν μέρος της λατρείας προς το πρόσωπό του. Αντιθέτως, βλέπει αυτό που αποκαλεί με αηδία «σύστημα» και βασίζεται στην πρόοδο της επιστήμης και στην ανάπτυξη των μηχανών, ειδικά όταν αυτές χρησιμοποιούνται ως μέσο οπλισμού. Η παρουσία του θα απομακρύνει ένα μικρό κομμάτι των X-Men από τις νουθεσίες του καθηγητή τους, αυτό των πιο απογοητευμένων από την ανθρώπινη συμπεριφορά, που βρίσκει ευκαιρία για εκδίκηση. Ανάμεσά τους, ο Μαγκνέτο του Μάικλ Φασμπέντερ, που κυριευμένος από οργή από τις πράξεις του ανθρώπινου γένους, πρωτοστατεί στην καταστροφή του, την ώρα που επισκέπτεται ένα από τα πιο θλιβερά μέρη του πλανήτη μας, το στρατόπεδο του Άουσβιτς. Αυτή η κόντρα ανάμεσα στις δύο αντιμαχόμενες μεριές είναι περισσότερο μια σύγκρουση κοσμοθεωριών, της πίστης ότι άνθρωποι και μεταλλαγμένοι μπορούν να ζήσουν αρμονικά και να αλληλοβοηθηθούν και της μηδενιστικής άποψης πως η ανθρωπότητα βρίσκεται σε πολύ βαθιά σήψη και για να σωθεί χρειάζεται την τιμωρία από μια θεϊκή φιγούρα, τον Apocalypse στην προκειμένη, που μιλά επιβλητικά ως Θεός, αλλά είναι και αρκετά πολυλογάς για Θεός.

 

Όλα αυτά ακούγονται, και είναι, πολύ ενδιαφέροντα, αλλά αποτελούν κυρίως κληροδότημα των χαρακτήρων του κόμικ στην ταινία. Ο Σίνγκερ δεν καταφέρνει να δώσει το κατάλληλο εκτόπισμα που θα ανέβαζε την ταινία σε πολύ υψηλά επίπεδα και τη χωρίζει σε δύο μεγάλα μέρη, σε μια παρατεταμένη εισαγωγή που θα φέρει τους περισσότερους μεταλλαγμένους ξανά μαζί και σε ένα ακόμη πιο παρατεταμένο φινάλε που βασίζεται σε πομπώδεις μελοδραματισμούς και στη βοήθεια του από μηχανής θεού, φτιάχνοντας μια επετηρίδα όπου κάθε ήρωας των X-Men παίρνει μια μικρή στιγμή δόξας πάνω σε ένα κρίσιμο, για την αφήγηση, σημείο. Σε αντίθεση με το πιο συγκροτημένο Days of Future Past, αυτή η μετάβαση από το πιο διαλεκτικό πρώτο μέρος στο φουριόζικο και δακρύβρεχτο δεύτερο είναι δείγμα μιας εντυπωσιακής μεν, άνισης δε δημιουργίας.