Μια μικρή ταινία από τη Νέα Ζηλανδία, βασισμένη στη ζωή του Τζένεσις Ποτίνι, ενός ιδιοφυούς σκακιστή που έπασχε από διπολική διαταραχή, κλέβει την παράσταση από τις ταινίες της εβδομάδας. Το «Μαύρο Άλογο» («The Dark Horse») εξιστορεί την προσπάθεια του Ποτίνι να εμπνεύσει μια ομάδα περιθωριακών παιδιών σε έναν μικρό σύλλογο να κατέβουν σε αγώνες σκάκι στο Όκλαντ, με έμφαση στη σχέση του ήρωα με τον μονίμως τσαντισμένο ανιψιό του, ονόματι Μάνα, ο οποίος πασχίζει να ξεφύγει από την προδιαγεγραμμένη πορεία που έχει σχεδιάσει γι' αυτόν ο ακόμη πιο τσαντισμένος, άρρωστος πατέρας του. Η διαφορά της ταινίας με τη γνωστή αθλητική δομή της πανωλεθρίας και του θριάμβου από τα outsiders σε ένα εχθρικό γήπεδο είναι πως η μοίρα του εφήβου δεν βρίσκεται προς την κατεύθυνση μιας ευγενούς παιδείας αλλά σε συμμορίτικες ομάδες που θα τον βοηθήσουν, όπως υποστηρίζει ο πατέρας του, να αντιμετωπίσει τη σκληρή ζωή με την ανάλογη αγριάδα, καθώς επίσης και το γεγονός πως ο πρωταγωνιστής, χωρίς να είναι ακριβώς ο παρανοϊκός Μπόμπι Φίσερ, παλεύει ανάμεσα στην παθητική ηττοπάθεια και το πάθος που του προκαλεί αυτό το μαγικό παιχνίδι – ένα μικρό, διατεταγμένο βασίλειο που βάζει το σκόρπιο μυαλό σε κανόνες και επιτρέπει στους κοινούς θνητούς να διεκδικήσουν μερίδιο στη δόξα, δίχως σωματική ρώμη ή τη συνδρομή της τύχης. Ο σκηνοθέτης Τζέιμς Νάπιερ Ρόμπερτσον χρησιμοποιεί τη σκακιέρα και τους παίχτες της σαν μια αλληγορία της κοινωνίας των καταφρονεμένων και ο πρωταγωνιστής Κλιφ Κέρτις δεν παίζει καθόλου αναμενόμενα: ο όγκος και το παρουσιαστικό του κοντράρουν την απελπισία και τη μελαγχολία του, δηλαδή η θέση αντιστρέφει τη φύση του σε μια συνεχή πάλη. Μια κινηματογραφική ερμηνεία, ως ελεγχόμενο φυσικό φαινόμενο.