Από το ξεκίνημά της η ταινία, με τον μεταφραστή που απαντά στην ερώτηση της διάσημης δημοσιογράφου Οριάνα Φαλάτσι, προειδοποιεί πως ο Βαλέσα είναι ένας άνθρωπος γεμάτος αντιφάσεις κι εκπλήξεις. Μετά τις θερμές ταινίες του για την Αλληλεγγύη, τον Άνθρωπο από Μάρμαρο και τον βραβευμένο με Χρυσό Φοίνικα το 1981 Άνθρωπο από Σίδερο, όπου φωτογραφιζόταν ευκρινώς ο Λεχ Βαλέσα, ο αντιφρονών Πολωνός σκηνοθέτης Αντρέι Βάιντα φιλοτεχνεί με ψυχραιμία και δυναμισμό το πορτρέτο του ηγέτη του αντικαθεστωτικού κινήματος, καλύπτοντας την περίοδο της ελπίδας, όταν επί 10 και πλέον χρόνια δυναμίτιζε και τελικά ανέτρεψε τον κομμουνισμό στην Πολωνία, βάζοντας γερές βάσεις για την πτώση του Τείχους. Η βιογραφία σταματάει πριν από την προεδρία και την αμφισβήτηση, αφήνοντας τις μεταγενέστερες ακραία αντιδραστικές θέσεις του Βαλέσα στην ησυχία τους – υλικό για μια άλλη ταινία, χωρίς ελπίδα αυτήν τη φορά. Ο άνθρωπος πίσω από τον ηγέτη παρουσιάζεται ως ένας ρωμαλέος, αυταρχικός κι επίμονος μαχητής, ένας καθολικός οικογενειάρχης που εφάρμοσε τον ιδεαλισμό του με πρακτικές μεθόδους αντιμετώπισης ενός βαθιά ριζωμένου, δικτατορικού και βίαια κατασταλτικού κράτους. Ο Βάιντα δίνει στον Βαλέσα ανθρωπιά: με τη βοήθεια της τύχης, της γυναίκας του και της εξυπνάδας του ο χαρισματικός πρώην ηλεκτρολόγος γοήτευσε τη Δύση χωρίς να ξεφύγει από τον σκοπό του αλλά και τα σύνορα της πατρίδας του. Προφανώς ταυτιζόμενος μαζί του, ο Βάιντα δεν έκανε τη χάρη στον Βαλέσα να τον αγιογραφήσει και διατηρώντας την εικόνα της δεκαετίας του '70 και το σφρίγος στο μοντάζ, έκανε μια άκρως παρακολουθήσιμη ταινία στα 87 του χρόνια, με έμφαση στις λεπτομέρειες και χιούμορ – ειδικά στη σκηνή που η γυναίκα του επιστρέφει με το Νόμπελ και στον σωματικό έλεγχο καλύπτει το τιμητικό μετάλλιο από ντροπή και σεβασμό σε αυτό που εκπροσωπούσε.