O Ντίνο Μπουτζάτι είναι ένας από τους πιο γνωστούς λογοτέχνες της μεταπολεμικής Ιταλίας. Δημοσιογράφος της «Corriere della Sera» από τα 22 του μέχρι το (πρόωρο) τέλος της ζωής του, διακρίθηκε ως συγγραφέας διηγημάτων, μυθιστορημάτων, παιδικών βιβλίων, θεατρικών έργων αλλά και λιμπρέτων όπερας, τα οποία χαρακτηρίζονται από τον μαγικό ρεαλισμό και την κοινωνική απομόνωση των χαρακτήρων του. Το διασημότερο μυθιστόρημά του (το οποίο κυκλοφορεί και στα ελληνικά) είναι η Έρημος των Ταρτάρων, το οποίο συγκρίνουν με τον Μύθο του Σίσυφου του Καμύ, αν και έχει στοιχεία τόσο καφκικά όσο και καβαφικά.


Έχοντας συμμετάσχει στις πολεμικές εκστρατείες της χώρας του κατά τον Β' Παγκόσμιο Πόλεμο στην Αφρική, πίστευε ότι «η φαντασία θα πρέπει να είναι όσο γίνεται πιο κοντά στη δημοσιογραφία. Αυτό δεν σημαίνει ότι πρέπει να "ευτελίζεις" το γράψιμο αλλά ότι μάλλον η επίδραση μιας φανταστικής ιστορίας εξαρτάται από το αν έχει γραφτεί με πιο απλούς και αποτελεσματικούς όρους».


Η γνωστή στο ελληνικό θέατρο Ελβετή ηθοποιός και σκηνοθέτις Λίλο Μπάουρ, παλιά συνεργάτις της ομάδας Complicité αλλά και του Πίτερ Μπρουκ στο Παρίσι, εμπνεύστηκε από ένα σύγχρονο παραμύθι του σπουδαίου Ιταλού μυθιστοριογράφου και δημιούργησε την παράσταση Το κορίτσι που πέφτει, πέφτει, πέφτει που θα παρουσιαστεί στο Rex - Σκηνή Κοτοπούλη, στο πλαίσιο του Φεστιβάλ Αθηνών & Επιδαύρου 2017.

 

Καθώς η Μάρτα πέφτει, πέφτει, πέφτει από τον ουρανοξύστη, γίνεται μάρτυρας όσων συμβαίνουν στα διαμερίσματα και στα γραφεία του κτιρίου, αλλά δεν σταματάει, βιάζεται να φτάσει στον δρόμο, να γίνει ένα με τους γοητευτικούς και λαμπερούς ανθρώπους της νύχτας.

 

Η παράσταση, η οποία προέκυψε από μια σύνθεση εμβόλιμων κειμένων στο κεντρικό διήγημα που ενέπνευσε την Μπάουρ, μιλάει για τη νιότη και τη δύναμη της φαντασίας. Ένα ποιητικό αλλά και αστείο μικροσύμπαν όπου το νεαρό κορίτσι που πέφτει από έναν ουρανοξύστη ανακαλύπτει τη ζωή και τον φόβο του θανάτου που καραδοκεί σε κάθε μας βήμα και επιλογή.


Η παράσταση έχει έντονη σωματική κίνηση, εναλλαγές ρόλων και ονειρική διάθεση, δίνοντας το ερέθισμα για ενατένιση της πραγματικότητας και της καθημερινότητας σε σχέση με το σύνολο της δράσης και των βιωμάτων του σύγχρονου ανθρώπου.


Η δεκαεννιάχρονη Μάρτα στέκεται στην κορυφή ενός ουρανοξύστη, θαυμάζει την κοσμοσυρροή της πόλης κάτω από τα πόδια της και μέσα στο φως της νύχτας φαντάζει πανέμορφη. Ονειρεύεται συναντήσεις με ωραίους και σπουδαίους ανθρώπους, λαμπερά γλέντια, πόθους, και τα πνευμόνια της φουσκώνουν από έναν αέρα γεμάτο υποσχέσεις. Γέρνει πάνω στο κιγκλίδωμα και αφήνεται στο κενό. Δραπετεύει από τους νόμους του χρόνου και της βαρύτητας και μας οδηγεί σ' ένα ταξίδι μέσα στη ζωή.


Η ομάδα ηθοποιών, για την οποία η ίδια η σκηνοθέτις είναι υπερήφανη και στην οποία αναγνωρίζει μόνο σπουδαία ταλέντα, αποτελείται από τον παλιό της γνώριμο από τους Complicité Κώστα Φιλίππογλου (μάλιστα είχε παίξει και η ίδια κύριο ρόλο στη συμμετοχή του στη σημαντική βρετανική ομάδα), τον Γιώργο Συμεωνίδη, τη Μαρία Καλλιμάνη (η πρώτη που πρότεινε στην Μπάουρ να έρθει στην Ελλάδα να διδάξει), την Εριφύλη Στεφανίδου, την Καλλιρρόη Μυριαγκού, τον Τάσο Δημητρόπουλο, την Εύα Οικονόμου-Βαμβακά, τον Θάνο Λέκκα, τη Χριστίνα Χειλά-Φαμέλη και την εξαιρετική Αναστασία-Ραφαέλα Κονίδη που ενσαρκώνει τη Μάρτα.

 

Ένα κορίτσι πέφτει, πέφτει, πέφτει
Η Λίλο Μπάουρ με την εξαιρετική Αναστασία-Ραφαέλα Κονίδη που ενσαρκώνει τη Μάρτα. Φωτο: Μαριλένα Σταφυλίδου


Η Λίλο Μπάουρ, μικροκαμωμένη και εύθραυστη καθώς είναι, θυμίζει τη Μάρτα, την ηρωίδα της παράστασή της, με την οποία θα έλεγες ότι ταυτίζεται σχεδόν. Πρωτοδιάβασε το διήγημα του Μπουτζάτι 20 χρόνια πριν και η ιδέα να το μεταφέρει εξολοκλήρου στη σκηνή τής ήρθε όταν αποφάσισε να το προτείνει στο Φεστιβάλ Αθηνών. Καθώς η Μάρτα πέφτει, πέφτει, πέφτει από τον ουρανοξύστη, γίνεται μάρτυρας όσων συμβαίνουν στα διαμερίσματα και στα γραφεία του κτιρίου, αλλά δεν σταματάει, βιάζεται να φτάσει στον δρόμο, να γίνει ένα με τους γοητευτικούς και λαμπερούς ανθρώπους της νύχτας. Η σκηνοθέτις εξηγεί πώς εμπνεύστηκε το έργο της:
«Στη συλλογή διηγημάτων Κ του Μπουτζάτι (απ' όπου και το κεντρικό διήγημα της παράστασης) υπάρχει η ιστορία μιας γυναίκας η οποία είναι τόσο όμορφη, που ο άντρας της δεν την αφήνει να βγει από το σπίτι. Ξαφνικά, μαύρα σημάδια κάνουν την εμφάνισή τους στην πλάτη της και ξεπετάγονται δύο φτερά. Μια νύχτα, χάρη σε αυτά, καταφέρνει να πετάξει μακριά και να αποδράσει. Έχει να κάνει με το ξεκίνημα, τη σεξουαλικότητα, τον θάνατο. Ο Μπουτζάτι υπήρξε ανταποκριτής στον πόλεμο και αποδεχόταν τον θάνατο. Μερικά διηγήματά του θυμίζουν πολύ ρεπορτάζ. Σε ένα του διήγημα εμφανίζεται ένα τεράστιο χέρι από τον ουρανό σαν εκείνο του Μικελάντζελο, ενώ έχει γράψει και για τους πρώτους αστροναύτες. Σε μια άλλη ιστορία βάζει νέους ανθρώπους να κυνηγούν μεγαλύτερους –πάνω από τα 40–, λέγοντάς τους ότι τους παίρνουν το ψωμί και ότι πρέπει να κάνουν πέρα για χάρη της νέας γενιάς. Είναι μια πολύ όμορφη ιστορία με τίτλο Ορχιδέες για τους ηλικιωμένους και με ενδιέφερε να υπάρχει και αυτό μέσα στο σύνολο των ιστοριών που η Μάρτα παρακολουθεί. Βλέπεις, η ίδια είναι γεμάτη ελπίδα και θεωρεί την πτώση της μια περιπέτεια, ονειρεύεται τον μεγάλο έρωτα, είναι ματαιόδοξη και θαυμάζει τις γυναίκες με τα βαρύτιμα κοσμήματα, τις λιμουζίνες και τους ισχυρούς άντρες. Όταν την καλούν σε ένα πάρτι (ένα πάρτι που συναντάει καθώς πέφτει), λέει ότι βιάζεται, ότι την περιμένουν, ότι δεν μπορεί να σταματήσει. Ένα αγόρι την ερωτεύεται και της λέει "σταμάτα, έχεις όλη τη ζωή μπροστά σου να τρέχεις". Αλλά γίνεται μάρτυρας και αλλόκοτων ιστοριών, όπως στην περίπτωση ενός γραφείου όπου ένας άντρας πλησιάζει με σεξουαλική διάθεση μια νέα, όμορφη γυναίκα, ενώ σε μια άλλη σκηνή βλέπει έναν πλασιέ που έχει μπει σε ένα σπίτι να βιάζει τη γυναίκα που του άνοιξε την πόρτα. Ξαφνικά συνειδητοποιεί ότι είναι μόνη και αναρωτιέται αν ήταν σωστή η απόφασή της να πέσει. Καταλαβαίνει ότι πλησιάζει το σκοτάδι ("έκανα το σωστό;"), αλλά η βαρύτητα την τραβάει όλο και πιο κάτω. Μέχρι που βλέπει ένα άλλο κορίτσι να πέφτει και λέει "δηλαδή, δεν είμαι η πρώτη που θα φτάσει στο μεγάλο πάρτι;". Παρατηρεί το φουστάνι της, που ήταν πανέμορφο όταν ξεκίνησε να πέφτει, και τώρα το βρίσκει άσχημο και φτωχικό».


Επίσης, βάζει επιστήμονες να μιλάνε σε τηλεοπτική εκπομπή για την «πτώση» τόσο ως φυσικό γεγονός όσο και ως μεταφυσική έννοια και να αναφέρονται στον μύθο του Ίκαρου και του Δαίδαλου, κατά τον οποίο ο Ίκαρος στόχευε τόσο ψηλά, που τελικά χάθηκε στο κενό.


Ίσως η πιο «σκοτεινή» ιστορία είναι εκείνη στην οποία μια ηλικιωμένη γυναίκα βλέπει μια παλιά φωτογραφία όπου όλοι όσοι απεικονίζονται έχουν πεθάνει και τους μιλάει, σαν να μιλάει στις αναμνήσεις μιας ζωής. Τότε η Μάρτα καταλαβαίνει ότι βιάστηκε να πέσει, ότι η επιλογή της δεν ήταν σωστή. Σε μια σκηνή που θυμίζει την Αλίκη στη Χώρα των Θαυμάτων ένα κοριτσάκι χώνεται στο κρεβάτι του και είναι σαν να μπαίνει μέσα σε ένα τούνελ. Εκεί βλέπει τη Μάρτα να περνάει από μπροστά της σαν κομήτης και αυτή είναι η μοναδική σκηνή όπου κάποιος άλλος παίρνει τη θέση της Μάρτα και συνεπώς τη θέση του παρατηρητή. Οι ιστορίες διαδέχονται η μία την άλλη και ο συγγραφέας υπογραμμίζει τη μοναξιά αλλά και το θαύμα της ζωής, το ότι δεν είμαστε μόνοι σε αυτό τον κόσμο, κι ας υπάρχουν εκατομμύρια αστέρια στον ουρανό.

 

 

 

Info:

Λiλο Μπάουρ

«Το κορίτσι που πέφτει, πέφτει, πέφτει»

Εμπνευσμένο από διηγήματα του Ντίνο Μπουτζάτι

Εθνικό Θέατρο - Rex / Σκηνή Κοτοπούλη

4-6 Ιουλίου

21:00

ΑΓΟΡΑ ΕΙΣΙΤΗΡΙΩΝ

 

Το άρθρο δημοσιεύθηκε στην έντυπη LiFO

Οδηγός Θεάτρου