Η περιπετειώδης ζωή του Γκαμπριέλ Γκαρσία Μάρκες

Η περιπετειώδης ζωή του Γκαμπριέλ Γκαρσία Μάρκες Facebook Twitter
Ποτέ δεν λάτρεψε το ποτό, ούτε ποτέ υπήρξε κυκλοθυμικός στη συμπεριφορά του, αν και φαίνεται ότι συχνά, αλλά διακριτικά, διατηρούσε κάποιες ερωτικές σχέσεις.
0

Tην Κυριακή 6 Μαρτίου 1927, στις εννέα το πρωί, κατά τη διάρκεια μιας απρόσμενης νεροποντής, γεννήθηκε ένα αγοράκι, ο Γκαμπριέλ Χοσέ Γκαρσία Μάρκες.

Η Λουίσα μού είπε ότι ο πατέρας της είχε φύγει από νωρίς για την εκκλησία, όταν τα πράγματα πήγαιναν «πολύ άσχημα», αλλά μόλις γύρισε στο σπίτι τα πάντα είχαν τελειώσει.

Το παιδί γεννήθηκε με τον ομφάλιο λώρο τυλιγμένο γύρω από τον λαιμό του –αργότερα θα απέδιδε την κλειστοφοβία του σε αυτή την πρώιμη ατυχία– και ζύγιζε, έτσι ειπώθηκε, δυόμισι κιλά.

Έτσι ξεκινά η βιογραφία του Γκαμπριέλ Γκαρσία Μάρκες, ενός από τους πιο δημοφιλείς συγγραφείς του 20ού αιώνα.

Ο συγγραφέας Τζέραλντ Μάρτιν αφηγείται την συναρπαστική του πορεία, δημιουργώντας μια βιογραφία τολμηρή και αποκαλυπτική όπως η δημοσιογραφία του Μάρκες, πολυεπίπεδη και γεμάτη πάθος όπως η γραφή του.

Δύο ήταν τα βασικά προβλήματά του: η λογοκρισία και η αναζήτηση του κατάλληλου θέματος.

Η συγκεκριμένη βιογραφία του Γκαμπριέλ Γκαρσία Μάρκες, σε μετάφραση Άδωνι Σαμσών, κυκλοφόρησε από την Μικρή Άρκτο το 2013.

«Η πιο ζωντανή μου ανάμνηση δεν είναι τόσο οι άνθρωποι, αλλά το σπίτι στην Αρακατάκα όπου έζησα με τους παππούδες μου. Είναι ένα όνειρο που επαναλαμβάνεται ξανά και ξανά μέχρι και σήμερα.

 

Επιπλέον, δεν περνάει μέρα στη ζωή μου που να μην ξυπνήσω με την αίσθηση, πραγματική ή φανταστική, ότι έχω ονειρευτεί πως βρίσκομαι μέσα σε αυτό το τεράστιο παλιό σπίτι.

 

Όχι ότι έχω γυρίσει εκεί, αλλά ότι είμαι εκεί, όχι σε κάποια συγκεκριμένη ηλικία ή για κάποιο ιδιαίτερο λόγο· σαν να μην έφυγα ποτέ. Ακόμη και τώρα, στα όνειρά μου εξακολουθεί να υπάρχει η αίσθηση ενός νυχτερινού προαισθήματος που κυριάρχησε σε όλη την παιδική μου ηλικία.

 

Ήταν μια ανεξέλεγκτη δυσθυμία που με κυρίευε νωρίς κάθε βράδυ και με ροκάνιζε στον ύπνο μου, μέχρι που έβλεπα τον ήλιο να χαράζει μέσα από τις χαραμάδες της πόρτας».

Η περιπετειώδης ζωή του Γκαμπριέλ Γκαρσία Μάρκες Facebook Twitter
Γκαμπριέλ Γκαρσία Μάρκες και Πάμπλο Νερούδα, 1972. (GARA-Αρχείο)

Μια μποέμικη παρέα 1950-53

Ο Γκαρσία Μάρκες ήταν ο νεότερος σε ολόκληρη την ομάδα, ο πιο αφελής και ο πιο άπειρος· σύμφωνα με τον Ιμπάρα Μερλάνο, ο Γκαρσία Μάρκες όχι μόνο δεν έβριζε, αλλά δεν ήθελε ούτε οι υπόλοιποι να βρίζουν.

Ποτέ δεν λάτρεψε το ποτό, ούτε ποτέ υπήρξε κυκλοθυμικός στη συμπεριφορά του, αν και φαίνεται ότι συχνά, αλλά διακριτικά, διατηρούσε κάποιες ερωτικές σχέσεις.

Ο Χερμάν Βάργας διατύπωσε την εξής παρατήρηση: «Ήταν ντροπαλός και ήσυχος, σαν εμένα και τον Αλφόνσο· αυτό ήταν κατανοητό, γιατί ήταν ο πιο επαρχιώτης από όλους μας. Επίσης, ήταν ο πιο πειθαρχημένος».

 

Εξακολουθούσε να είναι ο μοναδικός μέσα στην παρέα χωρίς χρήματα, ανέστιος, χωρίς σύζυγο ή φιλενάδα. Έμοιαζε με αιώνιο φοιτητή ή μποέμ καλλιτέχνη.

 

Δεν είχε αρκετά χρήματα για να πληρώνει κανονικό ενοίκιο. Κατέληξε να μένει επί περίπου έναν χρόνο σε οίκο ανοχής, ο οποίος έφερε το όνομα «Residencias New York». Στον επάνω όροφο ήταν τα δωμάτια των ιεροδούλων, τα οποία διηύθυνε με αυστηρότητα η μαντάμ Καταλίνα λα Γκράντε.

 

Ο Γκαρσία Μάρκες ενοικίασε ένα από τα δωμάτια στον τελευταίο όροφο του κτιρίου προς ενάμισι πέσο τη βραδιά. Το δωμάτιο, που έμοιαζε περισσότερο με κλουβί, ήταν δεν ήταν τρία τετραγωνικά μέτρα.

 

Μια πόρνη ονόματι Μαρία Ενκαρνασιόν σιδέρωνε τα δύο παντελόνια και τα τρία πουκάμισά του μία φορά την εβδομάδα.

 

Ενίοτε δεν είχε χρήματα για να πληρώσει το ενοίκιο και αντ' αυτού έδινε στον θυρωρό Δάμασο Ροδρίγες το αντίγραφο από το τελευταίο του χειρόγραφο.

 

Έζησε σε αυτές τις συνθήκες, μέσα στη βουή από τον δρόμο και τους εκκωφαντικούς θορύβους, τις επιχειρηματικές συζητήσεις και τα μαλλιοτραβήγματα από το πορνείο, για σχεδόν έναν χρόνο.

Η χαρά της ζωής, η χαρά της γραφής και η λογοκρισία

Τα άρθρα του εκείνης της εποχής αποπνέουν όχι μόνο τη χαρά της ζωής, αλλά και τη χαρά της γραφής. Οι πρώτες εβδομάδες του 1950 υπήρξαν γι' αυτόν οι πιο ευχάριστες· τουλάχιστον όσον αφορά τη δημοσιογραφική του καριέρα.

Δύο ήταν τα βασικά προβλήματά του: η λογοκρισία και η αναζήτηση του κατάλληλου θέματος. Και τα δύο αυτά σχολιάζει με χιουμοριστικό τρόπο σε ένα άρθρο του με τίτλο «Το προσκύνημα της καμηλοπάρδαλης»:

Η καμηλοπάρδαλη είναι ένα ζώο ευάλωτο στην παραμικρή δημοσιογραφική κίνηση. Από τη στιγμή που συλλαμβάνεται η πρώτη λέξη αυτής της καθημερινής στήλης· εδώ στην Underwood [...] μέχρι τις έξι το πρωί της επόμενης ημέρας η καμηλοπάρδαλη γίνεται ένα θλιμμένο ανυπεράσπιστο ζώο που μπορεί να σπάσει το πόδι της στρίβοντας σε κάποια γωνία.

Κατ' αρχάς, πρέπει να ληφθεί υπόψη ότι αυτή η δουλειά, να γράφεις δεκατέσσερα εκατοστά ανοησίας κάθε μέρα, δεν είναι εύκολη, όσο ιδιόρρυθμα ανόητος κι αν είναι ο συγγραφέας.

Έπειτα, υπάρχει το θέμα των δύο λογοκριτών. Ο πρώτος, ο οποίος βρίσκεται εδώ μέσα, δίπλα μου, κάθεται ντροπαλά κοντά στον ανεμιστήρα, διατεθειμένος να μην αφήσει την καμηλοπάρδαλη να έχει οποιοδήποτε χρώμα εκτός από εκείνο που φυσικά δημοσίως επιτρέπεται.

Έπειτα, υπάρχει ο δεύτερος λογοκριτής για τον οποίο δεν μπορεί να ειπωθεί τίποτα χωρίς τον κίνδυνο ο μακρύς λαιμός της καμηλοπάρδαλης να μειωθεί στο ελάχιστο δυνατό.

Τέλος, το ανυπεράσπιστο θηλαστικό φθάνει στον σκοτεινό θάλαμο του λινοτύπη, όπου αυτοί οι πολυσυκοφαντημένοι συνάδελφοι εργάζονται κοπιωδώς νυχθημερόν μετατρέποντας σε μολύβι ό,τι έχει γραφτεί επάνω σε ελαφριά και μηδαμινά φύλλα χαρτιού.

Ο Μάρκες και ο κινηματογράφος

Από την αρχή ήταν εχθρικά διακείμενος προς αυτό που θεωρούσε ρηχές εμπορικές και επιφανειακές αξίες του συστήματος του Χόλιγουντ –εξαιρούσε τον Όρσον Ουέλς και τον Τσάρλι Τσάπλιν – ενώ υπερασπιζόταν σθεναρά τον ευρωπαϊκό κινηματογράφο, του οποίου την παραγωγή και τις ηθικές αξίες επιζητούσε για την ανάπτυξη ενός εθνικού κινηματογράφου στην Κολομβία. Αυτό θα εξελισσόταν σε κάτι σαν εμμονή τα χρόνια που ακολούθησαν.

Έδειχνε τρομερό ενδιαφέρον για τα τεχνικά ζητήματα –το σενάριο, τους διαλόγους, τη σκηνοθεσία, τη φωτογραφία, τον ήχο, τη μουσική, το μοντάζ, την ηθοποιία– κάτι που ίσως του άνοιξε την πόρτα σε αυτό που θα αποκαλούσε αργότερα «ξυλουργική της λογοτεχνίας του»: τα τρικ του επαγγέλματος, τα οποία ποτέ δεν ήταν εντελώς πρόθυμος να αποκαλύψει, τουλάχιστον όχι όσον αφορά το μυθιστόρημα.

Επέμενε ότι τα σενάρια πρέπει να γράφονται με λιτότητα, συνέπεια και συνοχή· και ότι τα κοντινά και τα μακρινά πλάνα είναι εξίσου σημαντικά.

Από την αρχή τον απασχολούσε η έννοια της καλογραμμένης ιστορίας, μια εμμονή η οποία θα τον χαρακτηρίζει για το υπόλοιπο της καριέρας του και που εξηγεί τον σεβασμό του για το Χίλιες και Μία Νύχτες, τον Δράκουλα, τον Κόμη Μοντεχρίστο και Το Νησί του Θησαυρού: όλα έξοχα και δημοφιλή έργα της λογοτεχνίας.

Αυτό ακριβώς αναζητούσε και στο σινεμά. Η αντικειμενική πραγματικότητα –πίστευε– πρέπει να κυριαρχεί, αλλά ο εσωτερικός κόσμος, ακόμη και ο φανταστικός κόσμος, δεν πρέπει να παραμελείται.

Σημείωνε ότι τα ξεχωριστά χαρακτηριστικά της ταινίας του Βιτόριο ντε Σίκα Ο Κλέφτης των Ποδηλάτων ήταν «η ανθρώπινη αυθεντικότητα και η ζωντάνια της».

Αυτές οι κεντρικές ιδέες θα δεσπόζουν στην οπτική του τα επόμενα χρόνια, οι οποίες δεν απείχαν πολύ από τα αξιώματά του όσον αφορά τον αστικό και σοσιαλιστικό ρεαλισμό, που συνυφαίνονταν με τον ιταλικό νεορεαλισμό.

Δεν ήταν αβανγκάρντ. Έδειχνε να μην τον απασχολούν οι θεωρίες του γαλλικού νέου κύματος που γεννιόταν τότε, του οποίου η επιρροή είναι εμφανής σε Βραζιλιάνους, Αργεντινούς και Κουβανούς κινηματογραφιστές της εποχής.

Η περιπετειώδης ζωή του Γκαμπριέλ Γκαρσία Μάρκες Facebook Twitter
Οι συγγραφείς του «Μπουμ». (Φωτογραφία από Σίλβια Λέμους)
Η περιπετειώδης ζωή του Γκαμπριέλ Γκαρσία Μάρκες Facebook Twitter
Χούλιο Κορτάσαρ, Μιγκέλ Άνχελ Αστούριας και Γκαμπριέλ Γκαρσία Μάρκες, Δυτική Γερμανία, 1970. (GARA-Αρχείο)
Η περιπετειώδης ζωή του Γκαμπριέλ Γκαρσία Μάρκες Facebook Twitter
Ο Γκαμπριέλ Γκαρσία Μάρκες παίρνει συνέντευξη από τον Φελίπε Γκονσάλες στην Μπογκοτά, 1977. (Alternativa)

Η επίσκεψή του στο Άουσβιτς

Αντιπάθησε την Κρακοβία για τον εγγενή συντηρητισμό της και τον οπισθοδρομικό καθολικισμό της· τουλάχιστον όπως τα αντιλαμβανόταν ο ίδιος.

Ωστόσο, η περιγραφή μιας επίσκεψης στο Άουσβιτς –αν και σύντομη– είναι συγκλονιστική.


Για πρώτη φορά, ο συνήθως ελαφρόμυαλος σχολιαστής ομολογεί ότι με δυσκολία συγκράτησε τους λυγμούς του και δίνει μια δραματική, αν και νηφάλια, περιγραφή της επίσκεψής του:

«Υπάρχει μια αίθουσα με τεράστιες γυάλινες προθήκες γεμάτες μέχρι επάνω με ανθρώπινα μαλλιά.

Μια αίθουσα γεμάτη παπούτσια, ρούχα, μαντίλια, με αρχικά ονομάτων ραμμένα στο χέρι, βαλίτσες που μετέφεραν οι κρατούμενοι σε εκείνο το παραισθησιογόνο ξενοδοχείο που εξακολουθούσε να έχει τις πινακίδες από τα ξενοδοχεία για τουρίστες.

Υπάρχει επίσης μια προθήκη γεμάτη με παιδικά παπούτσια με φθαρμένα μεταλλικά τακούνια:

μικρές λευκές μπότες που φορούσαν στο σχολείο και τα εξαρτήματα από τις μπότες εκείνων που πριν πάνε να πεθάνουν στο στρατόπεδο συγκέντρωσης είχαν κάνει τον κόπο να επιβιώσουν από βρεφική παράλυση.

Υπάρχει ένας απέραντος χώρος γεμάτος με προσθετικά μέλη, χιλιάδες ζευγάρια γυαλιά, μασέλες, γυάλινα μάτια, ξύλινα πόδια, μάλλινα γάντια που έκρυβαν κομμένα χέρια, όλα τα εργαλεία που εφηύρε ποτέ ο άνθρωπος για να αποκαταστήσει τη δικαιοσύνη στον κόσμο.

Αποκόπηκα από τους άλλους και περπάτησα αθόρυβα κατά μήκος της αίθουσας. Με έτρωγε μια καταπιεσμένη οργή μέσα μου, γιατί ήθελα να κλάψω».

Η περιπετειώδης ζωή του Γκαμπριέλ Γκαρσία Μάρκες Facebook Twitter
Γκαμπριέλ Γκαρσία Μάρκες και Φιντέλ Κάστρο. Πηγή: Harry Ransom Center
Η περιπετειώδης ζωή του Γκαμπριέλ Γκαρσία Μάρκες Facebook Twitter
Καρταχένα, Μάρτιος 2007: Γκαμπριέλ Γκαρσία Μάρκες και Μπιλ Κλίντον.

Ο Μάρκες ταχυδρομεί τα «Εκατό Χρονια μοναξιά»

Στις αρχές Αυγούστου, ο Γκαρσία Μάρκες συνόδεψε τη Μερσέδες στο ταχυδρομείο για να στείλει το τελικό χειρόγραφο στο Μπουένος Άιρες. Έμοιαζαν με δύο επιζώντες μιας καταστροφής.

Το πακέτο περιείχε 490 δακτυλογραφημένες σελίδες. Ο υπάλληλος είπε: «Ογδόντα δύο πέσο».

Ο Γκαρσία Μάρκες κοίταξε τη Μερσέδες που έψαχνε στην τσάντα της για τα χρήματα.

Είχαν μόνο πενήντα και μπορούσαν να στείλουν μόνο το μισό περίπου βιβλίο: ο Γκαρσία Μάρκες έβαλε τον υπάλληλο πίσω από τον γκισέ να αφαιρέσει φύλλα από το πακέτο μέχρι να αρκέσουν τα πενήντα πέσο.

Επέστρεψαν στο σπίτι, έβαλαν ενέχυρο τη θερμάστρα, το πιστολάκι μαλλιών και το μίξερ, πήγαν πίσω στο ταχυδρομείο και έστειλαν και τη δεύτερη δόση.

Καθώς έβγαιναν από το ταχυδρομείο, η Μερσέδες σταμάτησε, κοίταξε τον άντρα της και είπε: «Γκάμπο, αυτό που μας λείπει τώρα είναι το βιβλίο να είναι χάλια».

 

Η περιπετειώδης ζωή του Γκαμπριέλ Γκαρσία Μάρκες Facebook Twitter
Ο Γκαμπριέλ Γκαρσία Μάρκες με τη σύζυγό του Μερσέδες το 1968.

Η πιο διάσημη γροθιά στην ιστορία της Λατινικής Αμερικής

Στις 12 Φεβρουαρίου 1976, κάτοικος πια της Πόλης του Μεξικού, εμφανίστηκε στην πρεμιέρα μιας κινηματογραφικής εκδοχής του Επιζώντες των Άνδεων.

Καθώς έφτανε, ο Μάριο Βάργας Γιόσα, ο οποίος βρισκόταν στην πόλη για την εκδήλωση –είχε γράψει το σενάριο– στεκόταν στο φουαγέ.

Ο Γκάμπο άνοιξε τα χέρια διάπλατα και φώναξε «αδελφέ μου!» Χωρίς να πει ούτε μια λέξη, ο Μάριο, ερασιτέχνης μποξέρ ων, τον «ξάπλωσε» κάτω με μια δυνατή γροθιά στο πρόσωπο.

Με τον Γκαρσία Μάρκες ημιλιπόθυμο στο πάτωμα αφού χτύπησε το κεφάλι του πέφτοντας, ο Μάριο φώναξε, ανάλογα με την εκάστοτε πηγή: «Γι' αυτό που είπες στην Πατρίσια». Ή: «Γι' αυτό που έκανες στην Πατρίσια».

Αυτή έμελλε να γίνει η πιο διάσημη γροθιά στην ιστορία της Λατινικής Αμερικής και ακόμη και σήμερα εξακολουθεί να αποτελεί αντικείμενο διάφορων θεωριών.

Οι αυτόπτες μάρτυρες ήταν πολλοί και οι εκδοχές όχι μόνο του τι συνέβη στην πραγματικότητα, αλλά και του γιατί, είναι πολλές.

Λέγεται ότι ο γάμος του Βάργας Γιόσα περνούσε μια δύσκολη φάση στα μέσα της δεκαετίας του 1970 και ότι ο Γκαρσία Μάρκες το θεώρησε καθήκον του να παρηγορήσει την προφανώς έξαλλη και αγανακτισμένη σύζυγο του Μάριο. Μερικοί λένε ότι παρενέβη συμβουλεύοντάς την να κινήσει διαδικασίες διαζυγίου· άλλοι, ότι η παρηγοριά ήταν πιο άμεση.

Προφανώς, ο Μάριο κατέληξε στο συμπέρασμα ότι ο Γκαρσία Μάρκες είχε βάλει την ανησυχία του για την Πατρίσια πιο πάνω από τη φιλία τους.

Μόνο ο Γκαρσία Μάρκες και η Πατρίσια Γιόσα ξέρουν τι έγινε ή τι δεν έγινε. Και μόνο η Πατρίσια Γιόσα ξέρει τι είπε στον σύζυγό της όταν τα ξαναβρήκαν.

Με άλλα λόγια, μόνο αυτή ξέρει ολόκληρη την ιστορία. Όσο για τη Μερσέδες, ποτέ της δεν συγχώρησε τον Βάργας Γιόσα. Και ποτέ δεν ξέχασε τη δειλή και ανέντιμη πράξη του, όπως τη θεωρούσε, ανεξαρτήτως από την πρόκληση.

Η περιπετειώδης ζωή του Γκαμπριέλ Γκαρσία Μάρκες Facebook Twitter
Ο Γκαμπριέλ Γκαρσία Μάρκες το 1970.

Το άρθρο δημοσιεύθηκε για πρώτη φορά στο LiFO.gr το 2014 

 

Βιβλίο
0

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

ΔΕΙΤΕ ΑΚΟΜΑ

Ντον Ντελίλο: «Άνθρωπος σε πτώση»

Το πίσω ράφι / «Άνθρωπος σε πτώση»: Το ρεαλιστικό έργο ενός από τους σπουδαιότερους εξερευνητές της μοντέρνας εποχής

Ο πολυβραβευμένος Ντον Ντελίλο γράφει για την ανάγκη των ανθρώπων να ανήκουν κάπου και να επικοινωνήσουν, όταν εισπράττουν από την Ιστορία οδύνη, απώλειες και χιλιάδες ερωτηματικά.
ΣΤΑΥΡΟΥΛΑ ΠΑΠΑΣΠΥΡΟΥ
Αντώνης Καραμπατζός: Με έλκει ο μυθιστορηματικός κόσμος του Καραγάτση

The Book Lovers / Αντώνης Καραμπατζός: «Με έλκει ο μυθιστορηματικός κόσμος του Καραγάτση»

Ο Νίκος Μπακουνάκης συζητάει με τον καθηγητή Αστικού Δικαίου στο Πανεπιστήμιο Αθηνών Αντώνη Καραμπατζό για το πώς το έργο του Τζότζεφ Κόνραντ, του Φίλιπ Ρόθ ή η ποίηση του Κ.Π. Καβάφη ανοίγουν δρόμους στο συναίσθημα, στις ανθρώπινες σχέσεις και στην ιστορία.
THE LIFO TEAM
Ο θάνατος τής πήγαινε πολύ

Βιβλίο / Κάντι Ντάρλινγκ: Η συγκινητική ιστορία του τρανς ειδώλου και μούσας του Άντι Γουόρχολ

Η Κάντι Ντάρλινγκ προκαλούσε ανέκαθεν συμπάθεια και θαυμασμό, όχι τόσο για τα επιτεύγματά της στη σκηνή και τη μεγάλη οθόνη, όσο για την ομορφιά και την εύθραυστη αύρα της.
THE LIFO TEAM
Η Gen Z αγαπάει τη γιαγιά που πλέκει στο πανηγύρι του χωριού

The Happy Reader / Η Gen Z αγαπάει τη γιαγιά που πλέκει στο πανηγύρι του χωριού

Η Γενιά Ζ γράφει και διαβάζει, καταρρίπτοντας τα στερεότυπα. Βιογραφίες, ταξιδιωτικοί οδηγοί και υγεία οδηγούν τους Ευρωπαίους στα βιβλιοπωλεία. Οι γιοι του Μάρκες, Ροδρίγκο και Γκονζάλες, απολογούνται για το δικαίωμά τους στο έργο του πατέρα τους. Εκδοτικό γεγονός, η μετάφραση του πρώτου μυθιστορήματος του Τζέιμς Μπόλντουιν.
ΝΙΚΟΣ ΜΠΑΚΟΥΝΑΚΗΣ
«Teatro Grottesco»: Η γοτθική σκηνή της ζοφερής απελπισίας

Βιβλίο / «Teatro Grottesco»: Mια συλλογή σκοτεινών διηγημάτων από έναν μετρ του τρόμου

Κάποιοι ίσως τον γνωρίζουν από την πρώτη (και καλύτερη) σεζόν του «True Detective». Η βουτιά στις πλέον σκοτεινές πτυχές της υπαρξιακής φιλοσοφίας, η άκρως ζοφερή ατμόσφαιρα, η εικονοποιία που φλερτάρει με τη γοτθική αισθητική είναι χαρακτηριστικά του έργου του Τόμας Λιγκότι, η απουσία του οποίου από την ελληνική αγορά είναι τρανταχτή.
ΧΡΥΣΟΣΤΟΜΟΣ ΤΣΑΠΡΑΪ́ΛΗΣ
Ακύλλας Καραζήσης: «Μου αρέσει η λογοτεχνία του Θανάση Βαλτινού γιατί δεν ξέρεις ποτέ τι είναι αλήθεια και τι ψέμα»

The Book Lovers / Ακύλλας Καραζήσης: «Μου αρέσει η λογοτεχνία του Θανάση Βαλτινού γιατί δεν ξέρεις τι είναι αλήθεια και τι ψέμα»

Ο Νίκος Μπακουνάκης συζητάει με τον ηθοποιό και σκηνοθέτη Ακύλλα Καραζήση για την αναγνωστική διαδρομή του, που ξεκινάει από τον «Τομ Σόγερ» και τη Θεσσαλονίκη, περνάει από τον ρομαντικό κόσμο της Χαϊδελβέργης και φτάνει στην Αθήνα του θεάτρου και των κειμένων.
ΝΙΚΟΣ ΜΠΑΚΟΥΝΑΚΗΣ
Ιωάννα Τσιβάκου: «Δεν έχει χρόνο ο σημερινός άνθρωπος να γνωρίσει τον άλλον κι εδώ βρίσκεται η δυστυχία του»

Βιβλίο / Ιωάννα Τσιβάκου: «Δεν έχει χρόνο ο σημερινός άνθρωπος να γνωρίσει τον άλλον κι εδώ βρίσκεται η δυστυχία του»

Η συγγραφέας και ομότιμη καθηγήτρια Κοινωνιολογίας του Παντείου Πανεπιστημίου μιλά για την εποχή μας, τον χώρο της εκπαίδευσης και την ταυτότητα του νεοέλληνα.   
ΓΙΑΝΝΗΣ ΠΑΝΤΑΖΟΠΟΥΛΟΣ
«Η άνοδος της δεξιάς συνδέεται με τις αποτυχίες της αριστεράς»

Βιβλίο / «Η άνοδος της δεξιάς συνδέεται με τις αποτυχίες της αριστεράς»

Ο Ντόναλντ Σασούν, ομότιμος καθηγητής Συγκριτικής Ευρωπαϊκής Ιστορίας στο Πανεπιστήμιο Queen Mary του Λονδίνου και άλλοτε στενός φίλος, συνεργάτης και επιμελητής των βιβλίων του Έρικ Χoμπσμπάουμ, μιλά στη LiFO.
ΤΙΝΑ ΜΑΝΔΗΛΑΡΑ
Η Κάλλας δεν ήταν τραγική φιγούρα και δεν εγκατέλειψε την καριέρα της για τον Ωνάση

Βιβλίο / Η Κάλλας δεν ήταν τραγική φιγούρα και δεν εγκατέλειψε την καριέρα της για τον Ωνάση

Η συγγραφέας του βιβλίου “Diva”, Ντέζι Γκούντγουιν, τονίζει με άρθρο της στον Guardian ότι το να χαρακτηρίζει κανείς τη ζωή της κορυφαίας τραγουδίστριας τραγική, σημαίνει ότι την αδικεί κατάφωρα.
THE LIFO TEAM
Η Θήβα που δεν ξέρουμε

Βιβλίο / Η Θήβα που δεν ξέρουμε

Ο Βρετανός ιστορικός Πολ Κάρτλετζ αποκαθιστά την ιστορική πόλη της αρχαιότητας που αντιμετώπιζαν υπεροπτικά οι Αθηναίοι. Δείχνει πώς τα θηβαϊκά θέματα επιβιώνουν στη σύγχρονη τέχνη, γράφει για τον Επαμεινώνδα που είχε έναν μόνο τραχύ μανδύα, παρουσιάζει την κοινωνία που δημιουργεί τον Ιερό Λόχο, ένα στρατιωτικό σώμα που αποτελείται αποκλειστικά από εραστές και ερώμενους.
ΝΙΚΟΣ ΜΠΑΚΟΥΝΑΚΗΣ